Τόσο από πλευράς κατασκευής νέων υποδομών, όσο και από την πλευρά οργάνωσης και λειτουργίας της ίδιας της αγοράς, η Ευρώπη εδώ και δύο χρόνια έχει εισέλθει σε μια νέα μεταβατική περίοδο η οποία όταν ολοκληρωθεί, σε περίπου ένα χρόνο με 18 μήνες από σήμερα, θα σηματοδοτεί την είσοδο σε μια νέα εποχή. Αυτό ήταν και ένα από τα βασικά συμπεράσματα της μόλις ολοκληρωθείσας ετήσιας συνάντησης του European Gas Conference που πραγματοποιήθηκε στη Βιέννη νωρίτερα αυτή την εβδομάδα.
Σήμερα, από άκρη σε άκρη σε όλη την Ευρώπη, κατασκευάζεται μια ολόκληρη σειρά από μικρά και μεγάλα έργα υποδομών που περιλαμβάνουν μεγάλους αγωγούς όπως ο Nord Stream, o Turkish Stream, ο TAP, αλλά και διάφορα τέρμιναλ LNG. Έχει δε υπολογισθεί ότι η συνολική επένδυση αυτών των πολύ αξιόλογων έργων αποτιμάται στα € 25 δισ. Ένα νούμερο το οποίο ενδεχομένως να φθάσει και τα € 30 δισ. μέχρι το τέλος του 2020. Παράλληλα, παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στη δομή και λειτουργία της αγοράς φυσικού αερίου, καθώς ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες αερίου αποδεσμεύονται από εισαγωγείς και προμηθευτές -από μακροπρόθεσμα oil indexed συμβόλαια- και διατίθενται ελεύθερα στην εσωτερική αγορά της ΕΕ μέσω ανταγωνιστικών και απόλυτα διαφανών διαδικασιών.
Σημαντικό ρόλο προς την ανωτέρω κατεύθυνση διαδραματίζουν τα 12 gas trading hubs που λειτουργούν σήμερα σε όλη τη δυτική και βόρεια Ευρώπη και στα οποία πολύ σύντομα, από τις αρχές του 2020, θα προστεθεί και το ελληνικό gas trading hub -γνωστό και ως Hellenic Trading Point (HTP)- η ανέλιξη του οποίου υπήρξε ανέλπιστα γρήγορη και ουσιαστική μετά τη λειτουργία του balancing point (βάθρου εξισορρόπησης φορτίων) και του virtual nomination point τον περασμένο Ιούλιο. Το HTP έχει ήδη προσελκύσει περισσότερους από 25 ενεργούς παίκτες που μεταξύ τους, μόνο το 2018, πραγματοποίησαν περισσότερες από 9.000 συναλλαγές. Όπως παρατηρούν παράγοντες της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου με γνώση του αντικειμένου, το HTP αναμένεται εντός του 2020 να αναδειχθεί ως το κατ’ εξοχή σημείο συναλλαγών gas trades στη ΝΑ Ευρώπη, κάτι που θα καταστεί εφικτό μετά την έναρξη της πλήρους λειτουργίας του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας, η οποία σύμφωνα με τελευταίες πληροφορίες του Energia.gr πρόκειται να ξεκινήσει στα τέλη Σεπτεμβρίου εφέτος.
Είναι κοινή η διαπίστωση προμηθευτών, παραγωγών, διακινητών και εμπόρων ότι η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου, μαζί με αυτή του ηλεκτρισμού, αποτελεί σήμερα μια από τις καλύτερες οργανωμένες ενεργειακής αγορές παγκοσμίως με συνεχή ανάπτυξη και τη δημιουργία ιδιαίτερα θετικών προοπτικών. Ενισχυτικό αυτής της άποψης αποτελεί η μεγάλη ρευστότητα (liquidity) που παρατηρείται σήμερα στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου. Έχοντας εδώ και τρία χρόνια περίπου ξεπεράσει τη μεγάλη κρίση της περιόδου 2008/2009, η ευρωπαϊκή αγορά έχει επανέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά με αυξημένη ζήτηση. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός των ολοένα και μεγαλύτερων ποσοτήτων φυσικού αερίου που καλούνται να παραδίδουν οι δύο βασικοί προμηθευτές της ευρωπαϊκής αγοράς, δηλαδή η ρωσική Gazprom και η νορβηγική Equinor (πρώην Statoil). Όπως έγινε γνωστό στο συνέδριο του EGC, το 2018 η Gazprom παρέδωσε 202 δισ. κυβικά μέτρα αερίου στους Ευρωπαίους πελάτες της, συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας, που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ όλων των εποχών. Παράλληλα, η Equinor παρέδωσε και αυτή ιδιαίτερα υψηλές ποσότητες που έφθασαν τα 170 δισ. κυβικά μέτρα για όλο το 2018. Έτσι, μεταξύ τους οι δυο αυτοί βασικοί παραγωγοί κάλυψαν το 74% της ευρωπαϊκής ζήτησης αερίου.
Στο πλαίσιο αυτό, η νέα ενεργειακή πραγματικότητα που διαμορφώνεται σήμερα στην Ευρώπη έχει βασικό χαρακτηριστικό την αυξανόμενη εξάρτηση από εισαγωγές, αφού η εγχώρια παραγωγή τόσο από τα πεδία της Βόρειας Θάλασσας, όσο και από το γιγάντιο κοίτασμα στο Kroningen της Ολλανδίας βαίνει διαρκώς μειούμενη. Από τα 132 δισ. κυβικά μέτρα το χρόνο που είναι η σημερινή εγχώρια ευρωπαϊκή παραγωγή, αυτή αναμένεται να μειωθεί στα 45 δισ. κυβικά μέτρα το 2040, δημιουργώντας έτσι ένα παραγωγικό κενό (supply gap) που αναπόφευκτα θα πληρωθεί από εισαγωγές, με το ρωσικό φυσικό αέριο να αποτελεί τη βάση των όποιων σχεδιασμών.
Άρθρο του κ. Κ.Ν. Σταμπολή, Αντιπροέδρου και Εκτελεστικού Διευθυντή του ΙΕΝΕ