Τα προχθεσινά εγκαίνια του αγωγού Turkstream, παρουσία του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν καθώς και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πραγματοποιήθηκαν με αφορμή την έναρξη λειτουργίας ενός μικρού τμήματος του συνολικού πρότζεκτ, μήκους περίπου 40 χιλιομέτρων, από την Τουρκία προς τη Βουλγαρία, το οποίο και αναβαθμίστηκε ώστε να μπορεί να εξυπηρετήσει τη διακίνηση ρωσικού αερίου.
Το κυρίως κομμάτι του αγωγού που αποτελείται από 2 γραμμές χωρητικότητας 15,75 δισ. κυβικά μέτρα αερίου η κάθε μια, με μήκος 930 χιλιόμετρα, που ξεκινά από τις ρωσικές ακτές στη Μαύρη Θάλασσα και καταλήγει στην Τουρκία, ξεκίνησε να κατασκευάζεται στις 7 Μαΐου του 2017 ενώ η έναρξη λειτουργίας του πραγματοποιήθηκε περίπου ένα χρόνο πριν, στις 19 Νοεμβρίου του 2018.
Αν και ο προφανής στόχος της Τουρκίας, κατά την προχθεσινή τελετή εγκαινίων ήταν να υπογραμμίσει τους ενεργειακούς της δεσμούς με τη Μόσχα, εντούτοις η έναρξη λειτουργίας του αγωγού δε διαφοροποιεί επί της ουσίας τους ενεργειακούς συσχετισμούς στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Και είναι χαρακτηριστικό ότι τα δεύτερα εγκαίνια για τον Turkstream (ο αγωγός είχε αρχικά ονομαστεί Turkishstream, ωστόσο στην πορεία άλλαξε ονομασία) είχαν προγραμματιστεί πριν να γίνει γνωστή η τριμερής συμφωνία Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ για την κατασκευή του αγωγού EastMed.
Βασική επιδίωξη
Για την ακρίβεια όπως σημειώνουν πηγές της αγοράς ενέργειας, επί της ουσίας το φαραωνικό έργο των 31,5 δισ. κυβικών μέτρων, στην ουσία έρχεται ως αποτέλεσμα της βασικής επιδίωξης της Ρωσίας να περιορίσει σταδιακά την transit διέλευση ρωσικού αερίου, μέσω της Ουκρανίας, όπου αντιμετωπίζει τα γνωστά προβλήματα.
Ιδιαίτερα μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, οι πιθανότητες εκλογής κυβέρνησης με φιλορωσικό προσανατολισμό έχουν μηδενιστεί και επομένως θεωρείται ως δεδομένο το γεγονός ότι οι ποσότητες ρωσικού αερίου που θα διακινούνται μέσω Ουκρανίας θα βαίνουν μειούμενες μέχρις ότου σταματήσει οριστικά να χρησιμοποιείται το ουκρανικό δίκτυο για τις ρωσικές εξαγωγές: προς τη βόρεια και κεντρική Ευρώπη το ρωσικό αέριο διακινείται μέσω του Nord Stream και της επέκτασής του Nord Stream 2, ο οποίος διπλασιάζει τη δυναμικότητα διακίνησης αερίου μέσω της Βαλτικής και έχει βρεθεί στο στόχαστρο της αμερικανικής ενεργειακής πολιτικής. Αντίστοιχα, προς τη Νότια και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, οι ρωσικές ενεργειακές εξαγωγές ήδη έχουν ξεκινήσει να πραγματοποιούνται μέσω του Turkstream.
Σημειώνεται πρόσθετα ότι πέρυσι Ρωσία και Ουκρανία υπέγραψαν πενταετή συμφωνία για τον περιορισμό των εξαγωγών αερίου προς την Ευρώπη από τα 65 στα 40 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως μέχρι το 2024.
Ήδη λειτουργεί
Μάλιστα αυτό που δεν είναι ευρέως γνωστό, είναι ότι ήδη ακόμη και οι εισαγωγές ρωσικού αερίου προς την Ελλάδα πραγματοποιούνται όχι μέσω του αγωγού Transbalkan, αλλά μέσω του Turkstream, ο οποίος τροφοδοτεί ήδη, εδώ και αρκετές εβδομάδες, την βουλγαρική αλλά και την ελληνική αγορά.
Σημειώνεται ότι η ρωσική Gazprom είναι ο κυριότερος προμηθευτής αερίου όχι μόνο της Ευρώπης αλλά και της Ελλάδας, παρέχοντας ποσότητες της τάξης των 3 δισ. κυβικών μέτρων περίπου στη διάρκεια του 2019.
Πλέον οι ποσότητες αυτές, θα φθάνουν στο ελληνικό σύστημα μέσω του Turkstream, εξέλιξη που διασφαλίζει ότι δε θα επαναληφθούν φαινόμενα ενεργειακών κρίσεων, όπως συνέβη τουλάχιστον δύο φορές την τελευταία δεκαετία, εξαιτίας των Ρώσο - Ουκρανικών εντάσεων, που προκάλεσαν προβλήματα τροφοδοσίας τόσο στην κεντρική όσο και στη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Γεωπολιτικό power game
Βεβαίως, εκτός από την καθαρά οικονομική, υπάρχει πάντα και η γεωπολιτική διάσταση του power game που βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια στη σκακιέρα πολιτικής ισχύος των ενεργειακών αγωγών.
Τόσο οι Βρυξέλλες όσο και η Ουάσιγκτον, κατηγορούν τη Μόσχα, ότι χρησιμοποιεί την ενέργεια ως όχημα για την άσκηση πολιτικής επιρροής, κατασκευάζοντας έργα υποδομής που δεν δικαιολογούνται εμπορικά, αποκλειστικά και μόνο για γεωστρατηγικούς λόγους.
Στην περίπτωση του Turkstream, ο οποίος αρχικά καλύπτει τις ανάγκες της Τουρκίας, της Βουλγαρίας, της Ελλάδας και των Σκοπίων, εκείνο που συμβαίνει είναι ότι καλύπτονται υφιστάμενες αλλά και μελλοντικές ανάγκες σε αέριο των τοπικών αγορών.
Στο δεύτερο στάδιο, ο Turkstream επεκτείνεται μέσω Βουλγαρίας προς τις αγορές της Σερβίας και της Ουγγαρίας, με τις εργασίες κατασκευής να βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη. Σύμφωνα με την αρκετά αισιόδοξη πρόβλεψη του Βουλγάρου πρωθυπουργού Μπόικο Μπορίσοφ, το νέο κομμάτι θα είναι έτοιμο το καλοκαίρι, ωστόσο οι πιο ρεαλιστικές προσδοκίες τοποθετούν την έναρξη λειτουργίας του τμήματος προς Σερβία και Ουγγαρία περί τα τέλη του 2020.
Αμετάβλητοι συσχετισμοί
Θεωρητικά το δεύτερο αυτό στάδιο έρχεται σε ευθύ ανταγωνισμό με τον αγωγό TAP και τις προεκτάσεις του προς βορά, το λεγόμενο κάθετο διάδρομο, που προορίζεται να δώσει πρόσβαση στο αέριο της Κασπίας σε χώρες των Βαλκανίων.
Εντούτοις, στην πράξη οι γνώμες διίστανται: από τη μία πλευρά υπάρχει η άποψη που λέει ότι πράγματι επιχειρείται από πλευράς Ρωσίας να αποκλειστεί η διέλευση ανταγωνιστικού αερίου σε αγορές που σήμερα ελέγχονται από την ίδια.
Με βάση αυτήν την προσέγγιση, ο Turkstream είναι ένα έργο που εντάσσεται στη λογική του αποκλεισμού του αερίου που δεν προέρχεται από την Ρωσία, σε αγορές που ήδη ελέγχονται ή επιδιώκεται να ελεγχθούν από τη Gazprom. Άλλωστε στις αγορές από όπου θα διέρχεται ο Turkstream, η Gazprom συνάπτει μακροχρόνια συμβόλαια προμήθειας με τις τοπικές εταιρείες εμπορίας αερίου.
Από την άλλη πλευρά υπάρχει η αντίθετη άποψη που λέει ότι οι αγορές αερίου της νοτιοανατολικής Ευρώπης, δεν έχουν ακόμη ωριμάσει. Αυτό μεταφράζεται σε σημαντικούς ρυθμούς αύξησης της ζήτησης, που είναι ικανές να απορροφήσουν όχι μόνο τις δυναμικότητες του Turkstream και του TAP αλλά και πρόσθετες αυξημένες εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου LNG, ανάλογα με τις εμπορικές συνθήκες στις αγορές.
Εκείνο που θα συμβεί, σύμφωνα με την ίδια άποψη είναι ότι θα ενταθεί ο ανταγωνισμός και θα ενισχυθεί η ρευστότητα ενεργειακών αγορών που μέχρι πρόσφατα ήταν αποκομμένες από την υπόλοιπη Ευρώπη, με αποτέλεσμα το κόστος του φυσικού αερίου να παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις και να είναι αισθητά ακριβότερο συγκριτικά με τις αγορές της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης.
Ουσιαστικά σύμφωνα με τη συγκεκριμένη άποψη οι ενεργειακοί συσχετισμοί παραμένουν αμετάβλητοι, εκείνο που αλλάζει είναι οι όγκοι, που αυξάνονται λόγω ενίσχυσης της ζήτησης.
Το ίδιο ισχύει τέλος και για τον αγωγό EastMed, ο οποίος εφόσον ωριμάσει τεχνικά και οικονομικά θα είναι ένα έργο που θα ενισχύσει περαιτέρω την ενεργειακή ασφάλεια και τη διαφοροποίηση πηγών προμήθειας συνολικά της ευρωπαϊκής αγοράς αερίου.
Εάν συνυπολογιστούν όλα τα ελληνικού ενδιαφέροντος έργα (TAP, IGB, EastMed) η διακίνηση φυσικού αερίου μέσω της χώρας μας θα αντιστοιχεί περίπου στο 10% των συνολικών εισαγωγών αερίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Χ. Φλουδόπουλος (capital.gr)