Πτωτικά κινήθηκαν οι τιμές παραγωγού στη βιομηχανία τον περασμένο Ιούλιο, λόγω της υποχώρησης των ενεργειακών τιμών, ωστόσο δεν ήταν αρκετό αυτό για να πέσουν οι τιμές. Αντίθετα, οι τιμές των βιομηχανικών τροφίμων διατηρούν κατακόρυφη πορεία καταγράφοντας αύξηση 16,4% ενώ το μέγεθος των φετινών πυρκαγιών, όπως εκτιμούν οι επιχειρηματίες, θα επιφέρει νέο κύμα ανατιμήσεων στα βασικά τρόφιμα γιαυτο και ζητούν, επείγοντος, αναπροσαρμογή της ενίσχυσης για την ελληνική αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή.
Στην παρούσα συγκυρία, όπως υπογραμμίζεται σε ανάλυση της Alpha Bank, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα διαμορφώνεται από την αλληλεπίδραση αντίρροπων δυνάμεων, όπως είναι η υποχώρηση των τιμών της ενέργειας και η αύξηση των τιμών, πρωτίστως, των τροφίμων και, δευτερευόντως, των υπηρεσιών. Επιπλέον, η συνετή προσαρμογή του μισθολογικού κόστους και η αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων διαμορφώνουν ένα περιβάλλον που ασκεί ανοδικές πιέσεις στις τιμές, ηπιότερες, ωστόσο, σε σύγκριση με αρκετά κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΟΟΣΑ.
Ανοδικές οι τάσεις και το φθινόπωρο
Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί ανησυχεί τον επιχειρηματικό κόσμο. Σε δήλωσή του στο iEnergeia ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης αναφέρει:
«Η επιβεβλημένη αποφυγή μιας κρίσης επισιτιστικού κόστους θα πρέπει να έχει ως πρότυπο ενέργειες αντίστοιχες με αυτές για την αντιμετώπιση της πρόσφατης ενεργειακής κρίσης, αλλά αυτή τη φορά, ταχύτερα και με μόνιμα μέτρα, διατροφικής απεξάρτησης. Στην Ελλάδα οι άμυνες μας κατά τις ακρίβειας των τροφίμων δεν πρέπει να επικεντρωθούν μόνο στα εισαγόμενα προϊόντα που ναι μεν διατηρούν τον εισαγόμενο πληθωρισμό, αλλά δύσκολα ελέγχονται και περιορίζονται. Πρέπει πρώτα να γίνουν παρεμβάσεις στήριξης και ενίσχυσης των αγροτών σε εκείνα τα προϊόντα που έχουμε εγχώρια παραγωγή και επάρκεια. Κάτι τέτοιο είναι εφικτό όπως προκύπτει από τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή σε τουλάχιστον 25 από τις 60 βασικές κατηγορίες διατροφής. Επίσης πρέπει να εξετάσουμε γιατί η Ελλάδα εμφανίζει μεγαλύτερο ποσοστό ανατιμήσεων σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης σε τουλάχιστον 10 βασικά προϊόντα, τα οποία ίσως πρέπει να χειριστούμε με ελεγχόμενες φορολογικές μειώσεις.
Οι ανατιμήσεις σε τρόφιμα όπως αναμενόταν δεν περιορίστηκαν λόγω αυξημένης ζήτησης, ούτε τον Αύγουστο, εντείνοντας τις πιέσεις για τα εισοδήματα, ενώ προστέθηκε και η ακρίβεια στα υγρά καύσιμα με την τιμή της βενζίνης να ξεπερνά τα 2 ευρώ το λίτρο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι εκτιμήσεις από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, το Υπουργείο Ανάπτυξης και την ΕΛΣΤΑΤ να υπολογίζουν το ύψος του πληθωρισμού τον Αύγουστο πάνω από το 3%, με τάσεις ανοδικές και για το φθινόπωρο. Στα τρόφιμα, οι ανατιμήσεις σε μια σειρά βασικά είδη γαλακτοκομικά, αβγά, κρέατα, φρούτα, λαχανικά, ψωμί και δημητριακά είχαν προαναγγελθεί από τις αρχές του Αυγούστου. Οι τιμές στα φρούτα και τα λαχανικά, αυξήθηκαν μέσα στον μήνα, ενώ μετά τις τελευταίες πυρκαγιές σε Έβρο, Αττική και Βοιωτία, οι ανατιμήσεις σε φρέσκα φρούτα και λαχανικά αναμένεται να ενταθούν, ακολουθούμενες και από νέο κύμα ανατιμήσεων σε ψωμί, κρέατα, γαλακτοκομικά και ελαιόλαδο.
Σε επίπεδο ΕΕ θα πρέπει να διερευνηθεί η εισαγωγική εξάρτηση, η τιμολογιακή πολιτική μεταξύ εταιριών, καθώς και οι συμφωνίες συγκέντρωσης βασικών αγαθών από μεγάλες εταιρείες».
Αύξηση στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το μέσος Γενικός Δείκτης του δωδεκαμήνου Αυγούστου 2022 – Ιουλίου 2023
Σε ετήσια βάση (Ιούλιος 2022 -Ιούλιος 2023) ο Γενικός Δείκτης Τιμών Παραγωγού στη Βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς), παρουσίασε μείωση 8,6% έναντι αύξησης 35,6% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών του έτους 2022 με το 2021.
Ωστόσο από μήνα σε μήνα (από τον Ιούνιο στον Ιούλιο του 2023) καταγράφηκε αύξηση τιμών κατά 1,4% έναντι μείωσης 2% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών του έτους 2022.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ ο μέσος Γενικός Δείκτης του δωδεκαμήνου Αυγούστου 2022 – Ιουλίου 2023, σε σύγκριση με τον μέσο Γενικό Δείκτη του δωδεκαμήνου Αυγούστου 2021 – Ιουλίου 2022, παρουσίασε αύξηση 6,7% έναντι αύξησης 32,8% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των προηγούμενων δωδεκαμήνων.
Η μείωση του Γενικού Δείκτη Τιμών Παραγωγού κατά 8,6% τον περασμένο Ιούλιο, οφείλεται στις μεταβολές των δεικτών των επιμέρους αγορών, δηλαδή: Στη μείωση του Δείκτη Τιμών Παραγωγού Eξωτερικής Aγοράς κατά 16,0%.
Ειδικότερα, στη μείωση αυτή συνέβαλαν οι εξής μεταβολές: παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου -33,3%, παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου, ατμού και κλιματισμού -15,9%, κατασκευή μεταλλικών προϊόντων, με εξαίρεση τα μηχανήματα και τα είδη εξοπλισμού -9,6%, κατασκευή προϊόντων από ελαστικό (καουτσούκ) και πλαστικές ύλες -6,8%, κατασκευή ηλεκτρολογικού εξοπλισμού -4,4%, παραγωγή βασικών μετάλλων -4,4%, παραγωγή χημικών ουσιών και προϊόντων -2,9%, κατασκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων 7,4%, παραγωγή άλλων μη μεταλλικών ορυκτών προϊόντων 10%, βιομηχανία τροφίμων 16,4%.
Οι παράγοντες που επηρεάζουν την πορεία του πληθωρισμού
Οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν την πορεία του πληθωρισμού στην Ελλάδα, με βάση τον ΕνΔΤΚ, τους πρώτους επτά μήνες του τρέχοντος έτους και οι οποίοι θα εξακολουθήσουν να έχουν καθοριστικό ρόλο, σύμφωνα με την Alpha Bank, είναι οι ακόλουθοι:
Πρώτον, οι τιμές της ενέργειας, οι οποίες καταγράφουν αρνητική ετήσια μεταβολή από τον Φεβρουάριο και αποτελούν τον κύριο παράγοντα αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού. Συγκεκριμένα, ο ΕνΔΤΚ-Ενέργεια, τον Ιούλιο, μειώθηκε κατά 20,4% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2022, ενώ από τις αρχές του έτους έχει μειωθεί κατά 15%, κατά μέσο όρο. Από τις επιμέρους κατηγορίες του ΕνΔΤΚ-Ενέργεια, οι μεγαλύτερες ετήσιες μειώσεις, τον Ιούλιο, καταγράφηκαν στις τιμές του φυσικού αερίου (-62,1%), ενώ ακολούθησαν οι τιμές των υγρών καυσίμων (-20,7%) και του ηλεκτρισμού (-16,2%). Αντίθετα, οι τιμές των στερεών καυσίμων συνέχισαν την ανοδική πορεία, σημειώνοντας ετήσια αύξηση κατά 26,6%. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι, από τις αρχές του 2022 μέχρι τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, οι τιμές των στερεών καυσίμων είχαν ήπια άνοδο (6,7%), σε αντίθεση με τη ραγδαία αύξηση των τιμών στις υπόλοιπες κατηγορίες, ήτοι του φυσικού αερίου (136,1%), του ηλεκτρισμού (63,5%) και των υγρών καυσίμων (58,8%).
Δεύτερον, τα είδη διατροφής (συμπ. ποτών και καπνού), οι τιμές των οποίων συνεχίζουν να αυξάνονται. Ο ρυθμός ανόδου μάλιστα ήταν ελαφρώς υψηλότερος τον Ιούλιο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (10,9%, έναντι 10,7%). Σε ό,τι αφορά στην περαιτέρω διάκριση της εν λόγω κατηγορίας του ΕνΔΤΚ, ο ρυθμός αύξησης των τιμών των επεξεργασμένων τροφίμων σταδιακά φθίνει, ενώ των μη επεξεργασμένων τροφίμων παρουσιάζει έντονη μεταβλητότητα, καταγράφοντας, τον Ιούλιο, την υψηλότερη τιμή των τελευταίων 12 μηνών, δηλαδή από τότε που ξεκίνησε η ανοδική τους πορεία (15,1%). Πέρα από τη μετακύλιση της μεγάλης αύξησης των τιμών της ενέργειας -που συντελέστηκε το 2022- στις τιμές των τροφίμων, οι τελευταίες επηρεάζονται, μέχρι κάποιο βαθμό, και από τα έντονα καιρικά φαινόμενα που πλήττουν τόσο τη χώρα μας όσο και άλλες χώρες, καθώς και από την κατάρρευση της συμφωνίας για τις εξαγωγές ουκρανικών σιτηρών μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Από τις επιμέρους κατηγορίες ειδών διατροφής, σημαντική αύξηση καταγράφηκε, τον Ιούλιο, στις τιμές της ζάχαρης (27,3%), της πατάτας (23,4%), του γάλακτος μακράς συντηρήσεως (19,5%), του ελαιόλαδου (18,9%), των αυγών (17,2%), του τυριού (16,9%) και του ρυζιού (16,2%).
Τρίτον, η αύξηση των επιχειρηματικών κερδών. Πάντως σημειώνεται ως προς τον τρίτο αυτό παράγοντα ότι θα υπάρξει αποκλιμάκωση της αύξησης του περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων εντός του έτους, εξαιτίας αφενός της αποδυνάμωσης της οικονομικής δραστηριότητας και αφετέρου των μισθολογικών αυξήσεων.