Β. Κορκίδης: Οφείλουμε να αξιοποιήσουμε τον ήλιο, τους ανέμους, τα κύματα, για να μην μείνουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά με γιγάντιους λογαριασμούς ρεύματος
«Αιολικά πάρκα ανοικτής θαλάσσης, φωτοβολταϊκά στα λιμάνια, είναι πλέον συνήθεις εικόνες σε άλλες χώρες που δεν έχουν τόση ηλιοφάνεια όπως η Ελλάδα και αυτό πρέπει να μας προβληματίσει. Υπάρχουν εκατοντάδες βραχονησίδες, «νεκρές» θαλάσσιες ζώνες όπου, ύστερα από τις δέουσες περιβαλλοντικές μελέτες θα μπορούσαν να τοποθετηθούν φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες. Μάλιστα, η τελευταίας γενιάς ανεμογεννήτριες είναι και καταφανώς μικρότερες των αρχικώς εμφανισθέντων και παραγωγικότερες, καθώς η τεχνολογία τους έχει αλλάξει θεαματικά».
Αυτό σημείωσε ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης απαντώντας σε ερώτηση του iEnergeia για τον διάλογο που αναπτύχθηκε στο συνέδριο του επιμελητηρίου: «Επενδύοντας στα φωτοβολταϊκά για αυτοπαραγωγή με χρηματοδότηση».
Ο κ.Κορκίδης υπενθύμισε ότι η ενεργειακή κρίση, έχει επιταχύνει de facto την ενεργειακή μετάβαση ασκώντας σοβαρές πιέσεις προς την κατεύθυνση της αλλαγής του μείγματος της πολιτικής για την αξιοποίηση των ΑΠΕ και την εγκατάλειψη ιδεοληψιών, αλλά και της όπως αποδείχθηκε, ζημιογόνας άγνοιας των τοπικών κοινοτήτων για τα απορρέοντα οφέλη στην διαμόρφωση του κόστους ζωής από τις ΑΠΕ.
«Διανύουμε, εδώ και ένα χρόνο, μια πολεμική περίοδο διεθνούς ενεργειακής κρίσης, με τις τιμές του ρεύματος να έχουν εκτιναχθεί σε όλη την Ευρώπη, σε πρωτόγνωρα επίπεδα. Αυτή ήταν και η αφορμή για την Ελλάδα να στρέψει, υπό το βάρος των τιμών ηλεκτροπαραγωγής και του κόστους, πρωτίστως για τις επιχειρήσεις και δευτερευόντως για τα νοικοκυριά, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας» όπως είπε.
Επίσης σημείωσε ότι στην χώρα μας με ηλιοφάνεια, με νησιωτικά συγκροτήματα, όπου οι άνεμοι και οι κυματισμοί μπορούν να αξιοποιηθούν παράγοντας ρεύμα, πρωτίστως πρέπει να αλλάξει η «κουλτούρα» του πληθυσμού απέναντι στις ΑΠΕ, μέσα από μία «ολιστική εκστρατεία πληροφόρησης» για να πάψει να «πέφτει θύμα» σκοπιμοτήτων, που αλλοιώνουν τα βασικά χαρακτηριστικά του όποιου περιβαλλοντικού εγχειρήματος, λειτουργώντας ανασταλτικά, τόσο στο επιχειρηματικό, όσο και στο επιχειρησιακό πεδίο.
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι το επιμελητήριο εγκαίρως σημείωσε την αναγκαιότητα να δοθεί η δυνατότητα σε ενεργοβόρες επιχειρήσεις να επενδύσουν στις ΑΠΕ, είτε κατά μόνας, είτε σε συνεργασία με άλλες ομοειδείς, προκειμένου να καλύψουν μέρος ή και το όλον της ενέργειας που καταναλώνουν, καθιστώντας την απόσβεση της επένδυσης διπλά επωφελή, καθώς η φθηνή ενέργεια θα επιδρούσε στο τελικό κόστος παραγωγής, άρα και πώλησης προϊόντων, ενώ επίσης θα δημιουργούσε μία νέα επιχειρηματική δυναμική στον τομέα ανοίγοντας παράλληλα νέες θέσεις εργασίας.
Ο κ. Κορκίδης πρόσθεσε ότι το ΕΒΕΠ έχει συζητήσει το «Net-metering» ή «Αυτοπαραγωγή με Ενεργειακό Συμψηφισμό», που δίνει σε μια επιχείρηση τη δυνατότητα να παράγει, με χρήση φωτοβολταϊκού συστήματος, την ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνει, ενώ ταυτόχρονα παραμένει συνδεδεμένη στο δίκτυο, το οποίο χρησιμοποιεί ως «αποθήκη» ενέργειας. Έτσι, όταν η παραγωγή είναι μεγαλύτερη από την κατανάλωση, το πλεόνασμα «αποθηκεύεται» στο δίκτυο και χρησιμοποιείται όταν η παραγωγή δεν επαρκεί. «Μένει να δούμε τις αντοχές του δικτύου…όμως τότε προτείναμε τη λύση «3Α» δηλαδή Αυτοπαραγωγή-Αποθήκευση-Αυτοκατανάλωση» συμπλήρωσε ο πρόεδρος.
Το μερίδιο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή, μαζί με τα μεγάλα υδροηλεκτρικά, έφθασε στο πρώτο δεκάμηνο του περασμένου έτους το 47,1% και ξεπέρασε για πρώτη φορά το μερίδιο των ορυκτών καυσίμων (φυσικό αέριο και λιγνίτης), σύμφωνα με έκθεση του Green Tank με βάση τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ.
Πρακτικά, σημειώνει ο πρόεδρος, σχεδόν η μισή ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώθηκε στη χώρα προερχόταν από ανανεώσιμες πηγές, γεγονός που δημιουργεί τις βάσεις για την επίτευξη των ακόμα πιο φιλόδοξων στόχων που θα προβλέπει ο υπό εκπόνηση νέος ενεργειακός σχεδιασμός, σύμφωνα με τους οποίους το 2030, το 80% της ηλεκτρικής ενέργειας θα προέρχεται από ΑΠΕ και το 2050 θα φθάσουμε σε κλιματική ουδετερότητα
Σύμφωνα με το «RePower EU», από το 2026, δηλαδή σε τρία χρόνια, θα είναι υποχρεωτική η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε όλα τα καινούργια δημόσια και εμπορικά κτίρια με εμβαδόν ορόφου άνω των 250 τ.μ., από το 2027 στα υφιστάμενα δημόσια και εμπορικά και από το 2029 στις νέες κατοικίες. Στόχος είναι να στηριχθούν περισσότερο τα συστήματα που συνοδεύονται και από συσσωρευτή για αποθήκευση ενέργειας, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα συμφόρησης στα ήδη κορεσμένα ηλεκτρικά δίκτυα.
Χρηματοδότηση
Όσον αφορά στην χρηματοδότηση αλλά και τους χρόνους απόσβεσης των επενδύσεων σε ΑΠΕ ανέφερε ότι όπως έχει υπολογιστεί, για ένα μικρό οικιακό φωτοβολταϊκό πάνελ των 3 kwp που εγκαθίσταται χωρίς καμία επιδότηση ο χρόνος απόσβεσης της επένδυσης φτάνει σήμερα στα 8 χρόνια. Αντίθετα, με μια επιδότηση της τάξης του 30% ο χρόνος αποπληρωμής μειώνεται στα 4 χρόνια.
Δηλαδή, όπως τόνισε, τα «όπλα», για την επίσπευση των επενδύσεων σε ΑΠΕ, είναι η αξιοποίηση προγραμμάτων της ΕΕ, η εξέταση σε εθνικό επίπεδο των ελαφρύνσεων στο φορολογικό πεδίο των συγκεκριμένων επενδύσεων αλλά και η μείωση των γραφειοκρατικών και άλλων διατυπώσεων για την έγκριση ανάπτυξης συστημάτων ηλεκτροπαραγωγής από ΑΠΕ, πρωτίστως από τις επιχειρήσεις ανεξαρτήτων μεγέθους και με δυνατότητα συνέργειας από τις μικρότερες, που αδυνατούν να επενδύσουν στο συγκεκριμένο τομέα.
Χαρακτήρισε αξιοσημείωτο, ότι στον νέο προσωρινό Κανονισμό της ΕΕ, που έχει δημοσιευτεί, προβλέπονται μέτρα για την επίσπευση της ανάπτυξης έργων ΑΠΕ. Έτσι, όπως είπε, φωτοβολταϊκά στέγης θα πρέπει πλέον να αδειοδοτούνται εντός ενός μήνα, ενώ για τα μικρά συστήματα αυτοκατανάλωσης ενέργειας έως 50 kW, εάν οι αρμόδιες αρχές δεν ανταποκριθούν εντός μήνα από την αίτηση, η άδεια θα θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί.
«Οφείλουμε να επικεντρωθούμε στο θέμα των ΑΠΕ, οφείλουμε να αξιοποιήσουμε τον ήλιο, τους ανέμους και τα κύματα. Και το οφείλουμε γιατί πρέπει να σκεφτούμε όλοι ότι το ενεργειακό πρόβλημα ήρθε για να μείνει, αλλά και για να μην μείνουν οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά με γιγάντιους λογαριασμούς ρεύματος. Άλλωστε η οικονομία είναι κυκλική» κατέληξε ο κ. Κορκίδης.