Η ανάπτυξη αναμένεται να συνεχιστεί το επόμενο έτος, με τη συνολική δυναμικότητα ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές παγκοσμίως να αυξάνεται στα 4.500 GW, αναφέρει ο IEA και σημειώνει πως παρα την ανησυχία για τις ασταθείς τιμές και την ενεργειακή ασφάλεια η βιομηχανία των ΑΠΕ δείχνει ανθεκτικότητα.
«Οι παγκόσμιες προσθήκες έργων ανανεώσιμων πηγών αναμένεται να εκτιναχθούν κατά 107 GW, η μεγαλύτερη απόλυτη αύξηση που έχει σημειωθεί ποτέ, σε περισσότερα από 440 GW το 2023. Αυτό ισοδυναμεί με περισσότερο από το σύνολο της εγκατεστημένης ισχύος της Γερμανίας και της Ισπανίας μαζί. Αυτή η άνευ προηγουμένου ανάπτυξη καθοδηγείται από την επέκταση της πολιτικής υποστήριξης, τις αυξανόμενες ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας έναντι των εναλλακτικών ορυκτών καυσίμων» αναφέρει σε έκθεσή του ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας.
Εκτιμά πως το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από νέες χερσαίες αιολικές και φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις προβλέπεται να μειωθεί έως το 2024, αλλά πιθανότατα θα παραμείνει 10-15% πάνω από τα προ του Covid επίπεδά στις περισσότερες αγορές εκτός Κίνας. Αναφέρει ακόμα πως «ο κλάδος των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει επιδείξει γενικά οικονομική ανθεκτικότητα. Ωστόσο, υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ τομέων και χωρών. Ο τομέας κατασκευής ηλιακών φωτοβολταϊκών έχει θετικές προοπτικές με αυξανόμενες προσθήκες δυναμικότητας, αλλά η πιθανή υπερπαραγωγή και η πτώση των τιμών ενδέχεται να μειώσουν τα περιθώρια κέρδους». Η παγκόσμια παραγωγική ικανότητα φωτοβολταϊκών προβλέπεται να φτάσει σχεδόν τα 1 000 GW το 2024, για να καλύψει την ετήσια ζήτηση στο Σενάριο Καθαρών Μηδενικών Εκπομπών του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, έως το 2050.
Παρά τις προκλήσεις που σχετίζονται με ανησυχίες για την ενεργειακή ασφάλεια, τις ασταθείς τιμές των εμπορευμάτων, τους περιορισμούς στην αλυσίδα εφοδιασμού και τα εμπορικά μέτρα, η βιομηχανία ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει δείξει οικονομική ανθεκτικότητα. Αυτό είναι εμφανές σε διάφορα τμήματα του κλάδου, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων κατασκευαστών εξοπλισμού, των προγραμματιστών και των επενδυτών. Βραχυπρόθεσμα, η ισχυρή πολιτική στήριξη σε μεγάλες οικονομίες, η αύξηση της ζήτησης και η πτώση των τιμών των εμπορευμάτων μπορούν να βελτιώσουν τις χρηματοοικονομικές επιδόσεις των εταιρείες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αν και οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι θα συνεχιστούν.
Οι ανεπαρκείς επενδύσεις σε υποδομές δικτύου παραμένουν μια πρόκληση παγκοσμίως, όχι μόνο για την ταχύτερη ανάπτυξη της νέας αιολικής και ηλιακής δυναμικότητας φωτοβολταϊκών, αλλά και για τη μεγιστοποίηση του δυναμικού παραγωγής από υπάρχοντες σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Η μεγάλης κλίμακας επένδυση της Κίνας