Με επιστολή του προς τη ΡΑΑΕΥ στο πλαίσιο της διαβούλευσης επί της εισήγησης του ΑΔΜΗΕ σχετικά με τον περιορισμό έγχυσης των μονάδων ΑΠΕ, ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι το φαινόμενο της αστάθειας του συστήματος ηλεκτρικής λόγω της διαρκώς αυξανόμενης παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, σε συνδυασμό με τη μείωση της ζήτησης δεν είναι πρόσκαιρο και θα παραμείνει.
Μάλιστα, τονίζει ότι σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις αναμένεται μεγάλη επιδείνωση του προβλήματος και των περικοπών ΑΠΕ από το φθινόπωρο και μετά. Αναφέρει δε ως παράδειγμα το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαΐου όταν η ζήτηση ήταν πολύ χαμηλή και η παραγωγή των μονάδων ΑΠΕ σε υψηλά επίπεδα οι υποχρεωτικές περικοπές που έγιναν από τον ΑΔΜΗΕ και τον ΔΕΔΔΗΕ έφθασαν ακόμη και το 10% της παραγωγής γεγονός που προκάλεσε σημαντικές οικονομικές απώλειες για τους παραγωγούς.
Και μάλιστα χωρίς αποζημίωση παρά το γεγονός ότι η παροχή αποζημίωσης προβλέπεται ρητά από τον σχετικό κανονισμό της ΕΕ.
Με βάση αυτά τα δεδομένα ο ΕΣΗΑΠΕ εκτιμά ότι είναι άμεση και επιτακτική η ανάγκη διαμόρφωσης ενός ολοκληρωμένου ρυθμιστικού πλαισίου για τις περικοπές παραγωγής ΑΠΕ που θα αντιμετωπίζει σύμφωνα με τις επιταγές του Ευρωπαϊκού Κανονισμού 219/943 ως διακριτή υπηρεσία προς το Σύστημα και το Δίκτυο και θα προβλέπει εύλογη και πλήρη αποζημίωση προς τους παραγωγούς ΑΠΕ που θα την προσφέρουν ώστε το τελικό αποτέλεσμα να θέτει τον παραγωγό σε οικονομικά ουδέτερη θέση.
Παράλληλα θέτει θέμα στρεβλώσεων ανταγωνισμού, καθώς ο Κανονισμός της ΕΕ προβλέπει ότι η περικοπή της παραγωγής από ΑΠΕ πρέπει να είναι το τελευταίο καταφύγιο του Διαχειριστή του Συστήματος. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ΕΣΗΑΠΕ στην επιστολή του, σε αντίθεση με το πνεύμα του Ευρωπαϊκού Κανονισμού η ελληνική νομοθεσία προβλέπει περικοπές παραγωγής ενέργειας μόνο στις περιπτώσεις των μονάδων παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, ενώ δεν προβλέπονται περικοπές σε μονάδες παραγωγής από ορυκτά καύσιμα. Τονίζει δε ότι με τον τρόπο αυτό το ελληνικό ρυθμιστικό μπορεί να οδηγήσει σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού καθώς παρέχει πλεονεκτήματα στις θερμικές μονάδες. Πολύ δε περισσότερο που οι θερμικές μονάδες συμμετέχουν στην αγορά και μπορούν να λάβουν αποζημίωση για την παροχή υπηρεσίας ευελιξίας.
Ο Σύνδεσμος στην επιστολή του σημειώνει ότι η μέχρι σήμερα πρακτική του ΑΔΜΗΕ παρεκκλίνει της πρακτικής που ακολουθείται σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ και του σχετικού Κανονισμού. Συγκεκριμένα η περικοπή της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζεται ως υπηρεσία την οποία παρέχουν έναντι αντιτίμου οι περικοπτόμενες μονάδες παραγωγής
Μάλιστα επικαλούμενος συγκεκριμένες διατάξεις του Κανονισμού σημειώνει ότι όταν δεν ακολουθείται το μοντέλο της ανακατανομής των ΑΠΕ με βάση την αγορά όπως συμβαίνει στην περίπτωση της Ελλάδας τότε οι περικοπές θα πρέπει να είναι ελάχιστες και να μην ξεπερνάνε το 5%. Επίσης σημειώνει ότι η πρόβλεψη του πρόσφατου νόμου για τις ΑΠΕ (4951/2022) ότι το όριο αυτό μπορεί να τροποποιηθεί και η αύξηση που έχει γίνει με υπουργική απόφαση είναι αντίθετα προς τον Κανονισμό της ΕΕ ο οποίος προβλέπει ότι οι περικοπές μπορεί να είναι υψηλότερες μόνο στην περίπτωση που η ετήσια ακαθάριστη τελική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ ή συμπαραγωγή υψηλής απόδοσης αντιπροσωπεύει περισσότερο από 50% της συνολικής κατανάλωσης.
Με βάση αυτά τα δεδομένα ο ΕΣΗΑΠΕ ζητεί το ΥΠΕΝ, η ΡΑΕ, ο ΑΔΜΗΕ και ο ΔΕΔΔΗΕ να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε:
- Να γίνουν οι απαραίτητες τροποποιήσεις στο θεσμικό πλαίσιο ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι περικοπές ΑΠΕ και κατά προτεραιότητα να αποσυρθεί το άρθρο 10 του Ν. 4951/2022 που προβλέπει την προς τα πάνω επέκταση αυτού του ορίου.
- Να αποσυνδεθεί το όριο 5% από δικαίωμα των παραγωγών ΑΠΕ σε αποζημίωση για τις υποχρεωτικές περικοπές.
- Να μεριμνήσουν ώστε να εισαχθεί άμεσα πρόβλεψη στη νομοθεσία για τα κριτήρια με βάση τα οποία γίνονται οι περικοπές, επιλέγονται οι μονάδες τις οποίες αφορούν και να οριστεί το ύψος της αποζημίωσης που θα δικαιούνται οι περικοπτόμενες μονάδες ώστε να καλύπτονται οι προϋποθέσεις του σχετικού Κανονισμού της ΕΕ.