Η συμμετοχή των ΑΠΕ στην Ελλάδα αυξάνεται διαρκώς τόσο σε παραγόμενη ενέργεια όσο και σε εγκατεστημένη ισχύ. Παράλληλα ο ρυθμός με τον οποίον επιτυγχάνεται η μείωση των εκπομπών CO2 στην ηλεκτροπαραγωγή είναι υψηλότερος από τον μέσο όρο, όπως αποτυπώνεται στην τελευταία έρευνα της KPMG στην Ελλάδα, “The Future of the Energy Sector: Focus on the Greek Electricity Market”.
Στην έκθεση παρουσιάζεται μια επισκόπηση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αναδεικνύει τις επερχόμενες τάσεις και προκλήσεις. Πιο συγκεκριμένα, μέσω της έρευνας διερευνάται η εξέλιξη της δομής και του μεγέθους του κλάδου τόσο σε επίπεδο ζήτησης όσο και παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, γίνεται αντιπαραβολή με τάσεις και εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αναλύονται βασικές προκλήσεις και προτεραιότητες για την επόμενη μέρα του κλάδου. Ταυτόχρονα, γίνεται αναφορά στις μεγαλύτερες εταιρείες, οι οποίες συνθέτουν το ανταγωνιστικό τοπίο του κλάδου και συνδυαστικά με βασικούς δείκτες απόδοσης δίνουν μια εικόνα της πορείας των τελευταίων ετών.
Στην έρευνα της KPMG γίνεται αναφορά στην ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας, η οποία στοχεύει στην ενίσχυση της διείσδυσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή. Η στρατηγική αυτή συνδυάζεται με προσπάθειες για την επέκταση του τμήματος της ενεργειακής ζήτησης που καλύπτεται από την ηλεκτρική ενέργεια, ιδίως στους τομείς των μεταφορών και της θέρμανσης και ψύξης.
Η έκθεση εστιάζει στις προτεραιότητες που θα πρέπει να θέσει η ελληνική κυβέρνηση, και ειδικότερα:
-Επανεξέταση της αναγκαιότητας επενδύσεων σε υποδομές ορυκτών καυσίμων, λαμβάνοντας υπόψη τον κίνδυνο περιουσιακών στοιχείων και την επιτακτική ανάγκη κατανομής περιορισμένων κεφαλαίων σε επενδύσεις που προωθούν την ενεργειακή μετάβαση.
- Καθιέρωση ενός σταθερού ρυθμιστικού πλαισίου για την διευκόλυνση των επενδύσεων στις ΑΠΕ και απλοποίηση της χωροταξίας σχεδιασμού και αδειοδότησης για την επιτάχυνση ανάπτυξης έργων.
-Επαναξιολόγηση το φορολογικού πλαισίου και κίνητρα για την προώθηση επενδύσεων που ευθυγραμμίζονται με την ενεργειακή μετάβαση.
-Μέτρα για την εξοικονόμηση ενέργειας με προτεραιότητα στην ενεργειακή αναβάθμιση των κτιριακών υποδομών. Εμφαση στις αντλίες θερμότητας για βέλτιστη ενεργειακή εξοικονόμηση και μειώμενους λογαριασμούς και εξασφάλιση των ευάλωτων νοικοκυριών ώστε να αποκτήσουν πρόσβαση στους πόρους αυτούς.
- Ενθάρρυνση για την αντικατάσταση των συμβατικών οχημάτων με κίνητρα για την ανταλλαγή με πιο αποδοτικά. Οπως αναφέρει έχουν ήδη υπάρξει αρκετές πρωτοβου΄'ίες για την προώθηση της αγοράς των ηλεκτρικών οχημάτων με επέκταση του δικτύου φόρτισης και την ένταξη στον στόλο των δημόσιων μεταφορών ηλεκτρικών λεωφορείων.
Τα βασικά ευρήματα της έρευνας είναι τα παρακάτω:
Ο κλάδος της ηλεκτροπαραγωγής, όντας -σε παγκόσμιο επίπεδο- ο μεγαλύτερος σε ανθρακικό αποτύπωμα (CO2), είναι ταυτόχρονα ηγέτης στην προσπάθεια μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα. Στην Ελλάδα ο ρυθμός μείωσης των εκπομπών CO2 στην ηλεκτροπαραγωγή είναι μάλιστα μεγαλύτερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, παρουσιάζοντας ένα CAGR της τάξης του -7,6% συγκριτικά με -2,4% των EU-27 για τα έτη 2010 έως 2021.
Η πανδημία οδήγησε σε μια πτώση της ζήτησης ηλεκτρισμού της τάξης του -4,1% το 2020 -συγκριτικά με το 2019-, όμως το 2021 με την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας επανήλθε στα προ πανδημίας επίπεδα. Παρ' όλα αυτά, η ενεργειακή κρίση του 2021-2022 οδήγησε σε νέα μείωση της ζήτησης το 2022, κάτι που εκτιμάται πως θα ανακάμψει μετά τα μέσα του 2023.
Οι κρατικές επιδοτήσεις αρχικά όπως και ο μηχανισμός φορολόγησης των υπερ-εσόδων στη συνέχεια βοήθησαν στον μετριασμό της ενεργειακής κρίσης τιμών, προσφέροντας σημαντική βοήθεια σε τελικούς καταναλωτές -οικιακούς, εμπορικούς και βιομηχανικούς.
Ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής εξελίσσεται με γρήγορους ρυθμούς και η συμμετοχή των ΑΠΕ αυξάνεται διαρκώς τόσο σε παραγόμενη ενέργεια όσο και σε εγκατεστημένη ισχύ. Χαρακτηριστικό μάλιστα είναι το γεγονός ότι για τα έτη 2010 έως 2022 η διείσδυση των ΑΠΕ στην εγκατεστημένη ισχύ πραγματοποιείται με CAGR 9,4% συγκριτικά με 7,6% των EU-27.
Η ενίσχυση αλλά και ο εκμοντερνισμός των δικτύων είναι μεγάλης σημασίας στο πλαίσιο διαρκούς αυξημένης διείσδυσης ΑΠΕ και μπαταριών. Ταυτόχρονα, παλαιωμένες υποδομές δικτύων αλλά και έλλειψη προηγμένων συστημάτων μέτρησης θέτουν σε κίνδυνο την αποτελεσματική εφαρμογή σημαντικών τεχνολογιών και εργαλείων όπως είναι η συμμετοχή της ζήτησης στην αγορά ενέργειας μέσω της απόκρισης ζήτησης (demand response).