Καθοριστικής σημασίας για την ασφαλή λειτουργία του εγχώριου ενεργειακού συστήματος αποδεικνύεται η συνεισφορά των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) κατά τους τελευταίους δύο κρίσιμους μήνες.
Εν μέσω της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας που προκαλεί η επέλαση του νέου κορονοϊού COVID-19, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικές και φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις, σταθμούς συμπαραγωγής και μικρές υδροηλεκτρικές μονάδες αναδεικνύεται στη χώρα μας σε παράγοντα σταθερότητας, εξυπηρετώντας εξαιρετικά σημαντικό ποσοστό της εγχώριας ζήτησης. Κι αυτό, την ώρα που, λόγω των έκτακτων περιοριστικών μέτρων, οι εγχώριες ανάγκες ηλεκτροπαραγωγής παρουσιάζουν υψηλές διακυμάνσεις και έντονες εξάρσεις.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα της Προημερήσιας Αγοράς του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας ΑΕ (ΕΧΕ ΑΕ), από τις 2 Μαρτίου έως και σήμερα (23 Απριλίου) η ημερήσια συνεισφορά των ΑΠΕ στη συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας έχει ανέλθει σε 32,75% κατά μέσο όρο, δηλαδή σε 38,86 GWh (γιγαβατώρες) κατά μέσο όρο την ημέρα, όταν η συνολική ζήτηση ήταν 118,67 GWh (γιγαβατώρες) κατά μέσο όρο την ημέρα.
Μάλιστα, σε τέσσερις (4) διαφορετικές ημέρες η συμβολή των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έχει «απογειωθεί», καταγράφοντας ισάριθμα νέα ρεκόρ. Όπως προκύπτει από τα δημοσιευμένα στοιχεία του ΕΧΕ ΑΕ, στις 16 Μαρτίου η προσφορά ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές έφτασε στο σημείο να εξυπηρετήσει το 50,29% της συνολικής ζήτησης, καθώς διαμορφώθηκε σε 66,64 GWh επί συνόλου 132,52 GWh. Στις 7 Απριλίου οι ΑΠΕ κατέλαβαν το 50,59% της ζήτησης με 64,7 GWh επί συνόλου 127,9 GWh, ενώ την επόμενη ημέρα, δηλαδή στις 8 Απριλίου, οι ΑΠΕ ανταποκρίθηκαν σε ποσοστό 50,38% στις ενεργειακές ανάγκες της χώρας με 65,6 GWh επί συνόλου 130,2 GWh. Σήμερα, Πέμπτη 23 Απριλίου, οι επιδόσεις των ΑΠΕ έχουν σημειώσει νέο ρεκόρ, αντιστοιχώντας στο 51,52% της ημερήσιας ζήτησης με 57,02 GWh επί συνολικής ζήτησης 110,69 GWh.
Με βάση τα στοιχεία του ΕΧΕ ΑΕ, από τις αρχές Μαρτίου, όταν έκανε την εμφάνισή της στην Ελλάδα η πανδημία του νέου κορονοϊού, έως και σήμερα η συνολική κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας διαμορφώνεται μεταξύ 86,1 GWh και 134,9 GWh ανά ημέρα, δηλαδή παρουσιάζει αρκετά ισχυρές διακυμάνσεις. Αξιοσημείωτες διακυμάνσεις εμφανίζει επίσης και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, εκκινώντας από το 17,29% ή διαφορετικά από 21,9 GWh ημερησίως και φτάνοντας σε ποσοστό το 51,52% ή διαφορετικά σε 66,6 GWh ημερησίως.
Ωστόσο, παρά την υψηλή μεταβλητότητα, κατά την τρέχουσα περίοδο η παραγωγή από ΑΠΕ συμβάλλει καθοριστικά στην εξυπηρέτηση των αναγκών του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής με «πράσινη ενέργεια», ακόμα και στις υψηλές αιχμές της ημερήσιας ζήτησης, που ανέρχονται ή υπερβαίνουν τις 7 GW.
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στα δεδομένα της ηλεκτροπαραγωγής που προέκυψαν κατά την εβδομάδα 16 Μαρτίου – 22 Μαρτίου. Κατά το εν λόγω επταήμερο η παραγωγή από ΑΠΕ κατέκτησε την πρώτη θέση, καταγράφοντας το υψηλότερο ποσοστό του τελευταίου επταμήνου.
Σύμφωνα με το εβδομαδιαίο δελτίο ενεργειακής ανάλυσης που εκδίδει το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης, η παραγωγή από ΑΠΕ «σκαρφάλωσε» στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 29 εβδομάδων, υπερβαίνοντας τις 291 GMh και κατακτώντας με ευκολία την πρωτοκαθεδρία στο εβδομαδιαίο μείγμα καυσίμου με ποσοστό 34%.
Στη δεύτερη θέση βρέθηκαν οι καθαρές εισαγωγές, οι οποίες συνεισέφεραν 237 GMh στο σύστημα, εξυπηρετώντας το 27% της ζήτησης. Οι μονάδες φυσικού αερίου παρουσίασαν τη μικρότερη παραγωγή από την αρχή του τρέχοντος έτους (σε επίπεδο εβδομάδας) με 219 GWh, με αποτέλεσμα η συμμετοχή τους στο μείγμα καυσίμου να περιοριστεί σε 25%. Οι λιγνιτικές μονάδες περιορίστηκαν στο 11% και τα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα στο 3%.
Ας σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το νέο, αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), ο στόχος που έχει θέσει η Ελλάδα, όσον αφορά στη συμμετοχή των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας, έχει προσδιοριστεί σε 35% έως το 2030.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι επιδόσεις των ΑΠΕ κατά την τρέχουσα περίοδο αβεβαιότητας, μεσούσης της κρίσης της πανδημίας, προσφέρουν ισχυρή «πρόγευση» για την εικόνα της ενεργειακής αγοράς την επόμενη δεκαετία.
Γιώργος Μούλκας | Δημοσιογράφος
Πηγές: Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας ΑΕ, Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης