Ένα πρωτοποριακό πρόγραμμα μέσω του οποίου οι καταναλωτές αποκτούν ενεργειακή ανεξαρτησία, μειώνοντας σημαντικά, ή και μηδενίζοντας, το κόστος του ρεύματός τους σε ετήσια βάση δημιούργησε ο ΗΡΩΝ σε συνεργασία με τον όμιλο ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ.
Πρόκειται για το πρόγραμμα ΕΝ.Α η καινοτομία του οποίου έγκειται στο ότι όλοι οι καταναλωτές (με παροχή χαμηλής τάσης), ανεξαρτήτως εάν είναι ιδιοκτήτες ή ενοικιαστές ακινήτου, μπορούν να επωφεληθούν από τα πλεονεκτήματα της παραγωγής καθαρής ενέργειας (αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές), χωρίς να επιβαρύνονται με την εγκατάσταση και συντήρηση ενός φωτοβολταϊκού συστήματος. Πρακτικά, συμμετέχοντας στο ΕΝ.Α με το ποσό της επιλογής του, κάθε καταναλωτής αγοράζει έως και για 25 χρόνια την αντίστοιχη παραγωγή καθαρής ενέργειας που εξασφαλίζεται σε συνεργασία με την ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ, επιτυγχάνοντας έκπτωση στο λογαριασμό του ρεύματός του, σαν να έχει εγκατεστημένο ένα φωτοβολταϊκό στη στέγη του. Στην ουσία, ο καταναλωτής, με την αρχική καταβολή του, την οποία θα μπορεί στη συνέχεια να αυξήσει, απολαμβάνει με τα σημερινά δεδομένα στην αγορά ενέργειας, μία «απόδοση» της τάξεως του 8,5% (η «απόδοση» κυμαίνεται ανάλογα με τις τιμές της ενέργειας). Με αυτό τον τρόπο, ανάλογα με το ποσό συμμετοχής στο πρόγραμμα ΕΝ.Α, μειώνεται ή και μηδενίζεται το κόστος του ρεύματος. Ταυτόχρονα, όλοι οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα ΕΝ.Α συμβάλλουν ενεργά στην παγκόσμια επανάσταση της καθαρής ενέργειας, αλλά και στη μεγάλη εθνική προσπάθεια για μείωση των αερίων ρύπων, αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, προστασία του περιβάλλοντος και βελτίωση της ποιότητας ζωής.
Το ΕΝ.Α είναι προϊόν της στρατηγικής συνεργασίας δύο κορυφαίων Ομίλων στο χώρο της ενέργειας: του Ομίλου ΗΡΩΝ, του πρώτου ιδιωτικού Ομίλου που επένδυσε στην παραγωγή και προμήθεια θερμικής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα, και του Ομίλου ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ, του μεγαλύτερου επενδυτή και παραγωγού από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) στην Ελλάδα και ταυτόχρονα του μεγαλύτερου ελληνικού Ομίλου ΑΠΕ διεθνώς. Μέσα από αυτήν τη συνεργασία, η ενέργεια από υφιστάμενα και μελλοντικά φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα στην Ελλάδα, θα δεσμεύεται για τους πελάτες του ΗΡΩΝΑ που θα συμμετέχουν στο πρόγραμμα.
Το πρόγραμμα ΕΝ.Α συνδυάζεται με όλα τα ανταγωνιστικά εμπορικά προγράμματα του ΗΡΩΝΑ, τρέχοντα και μελλοντικά, ενώ στην περίπτωση που κάποιος αποφασίσει να διακόψει τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα, του επιστρέφεται το ποσό της συμμετοχής του εκτός από τις εκπτώσεις ΕΝ.Α που έχει ήδη λάβει κατά τη διάρκεια παραμονής του στο πρόγραμμα. Η συμμετοχή στο ΕΝ.Α. θα πραγματοποιηθεί με σειρά προτεραιότητας λόγω περιορισμένης διαθεσιμότητας.
Ο Γιώργος Περιστέρης, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ δήλωσε: «Είμαστε υπερήφανοι για τη συγκεκριμένη συνεργασία μεταξύ των δύο εταιρειών ΗΡΩΝ και ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ. Με το πρόγραμμα αυτό καταφέρνουμε να αντιμετωπίσουμε ένα πρόβλημα δύο διαστάσεων: τις αυξημένες ανάγκες στην κατανάλωση ενέργειας και ταυτόχρονα την αύξηση του αντίστοιχου περιβαλλοντικού κόστους. Η στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι μονόδρομος και η ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ, ο μεγαλύτερος παραγωγός ΑΠΕ στη χώρα, επενδύει σταθερά σε αυτές και τις καθιστά πιο προσιτές στους καταναλωτές».
Ο Γιώργος Κούβαρης, Πρόεδρος του Ομίλου ΗΡΩΝ δήλωσε σχετικά: «Σήμερα, τα οφέλη της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ παύουν να είναι προνόμιο των λίγων. Με το νέο πρόγραμμα ΕΝ.Α., ο Όμιλος ΗΡΩΝ παραδίδει τη δύναμη του ήλιου και του ανέμου στα χέρια όλων των καταναλωτών, κάνοντας πράξη την ενεργειακή ανεξαρτησία και θέτοντας τη βάση για μια πιο «πράσινη» Ελλάδα. Από σήμερα, ο κάθε ένας από εμάς είναι σε θέση να «παράγει» την ενέργεια που καταναλώνει και να συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος. Είμαστε αισιόδοξοι πως οι καταναλωτές θα αντιληφθούν την αξία του νέου και πραγματικά καινοτόμου προγράμματός μας και θα το αγκαλιάσουν».
Ο Γιώργος Δανιόλος, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου ΗΡΩΝ πρόσθεσε: «Οι πελάτες μας τώρα γίνονται οι ίδιοι «παραγωγοί». Με το ΕΝ.Α. συμμετέχουν στην παγκόσμια επανάσταση της καθαρής ενέργειας και στη μάχη ενάντια στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Παράλληλα, συνεισφέρουν στην επίτευξη του εθνικού στόχου για παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, με μεγάλο οικονομικό όφελος και χωρίς καμία δέσμευση».