Τι θα γίνει αν στην Αθήνα επέλθει ένας «Daniel»; Ή, έστω, ένας «Elias»; Αν σημειωθούν βροχοπτώσεις όχι τόσο έντονες όσο σε Θεσσαλία και βόρεια Εύβοια, όχι 700 ή 600 αλλά μόνο 300 ή 250 κυβικά νερό ανά στρέμμα; Τι θα γίνει στο λεκανοπέδιο της Αττικής, που πρακτικά έχει γίνει όλο ένα ενιαίο πολεοδομικό συγκρότημα, αν προκληθεί μια πολυκρίση, σαν αυτές που έπληξαν τον Θεσσαλικό Κάμπο ή πλήττουν άλλες χώρες; Το ερώτημα βρέθηκε στα χείλη όλων, μετά από όσα πρωτοφανή (αλλά πλέον, όχι σπάνια...) συνέβησαν σε απόσταση 2-3 εκατοντάδων χιλιομέτρων βορείως της πρωτεύουσας.
Στην Αττική ζει πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας (μαζί με τους διερχόμενους ξεπερνάμε τα 4/10...), δημιουργείται περίπου το μισό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν και είναι συγκεντρωμένες οι κεντρικές δομές του κράτους. Τι θα γίνει αν συμβεί κάποια πολυκρίση, π.χ. καταρρακτώδεις βροχές, καταστροφές στο ηλεκτρικό δίκτυο, διακοπές ρεύματος, ακινητοποίηση ασανσέρ, πλημμύρες σε δρόμους και στο μετρό, και πρέπει να εκκενωθούν ολόκληρες περιοχές στο κέντρο της Αθήνας ή στους γειτονικούς δήμους; Το θέμα δεν έχει απλά θεωρητικό ενδιαφέρον. Η τεράστια ανεπάρκεια των υποδομών μπορεί να έχει ανείπωτο κόστος.
Οι κοινοί θνητοί δεν θέλουμε ούτε να το σκεπτόμαστε. Το κράτος, ωστόσο, που βασική δουλειά του είναι και το risk management, δεν μπορεί να προσποιείται ότι τους αγνοεί. Και όμως, το κάνει. Οι χάρτες και τα σχέδια εκτάκτου ανάγκης που έχουν στείλει οι αρμόδιες υπηρεσίες προστασίας από καταστροφές στις αντίστοιχες υπηρεσίες της Κομισιόν, έχουν συνταχθεί με την πρόβλεψη ότι το λεκανοπέδιο φιλοξενεί 1,2 εκατ. κατοίκους. Για τόσους θα επαρκούσε ένα σχέδιο διάσωσης με τις σημερινές υποδομές. Είμαστε, όμως, υπερτριπλάσιοι. Αρα;..
Για να αποφευχθεί μια τραγωδία, σε κάθε ακραίο (καιρικό ή άλλο) φαινόμενο, ο μηχανισμός προστασίας οφείλει να υπεραντιδρά, με πιο πολλά και πιο δραστικά μέτρα, για να προλάβει ενδεχόμενη μετεξέλιξη μιας κρίσης σε πολυκρίση. Το σπουδαίο, καθοριστικό θέμα, ωστόσο, είναι η πρόληψη. Και πρόληψη σημαίνει εκσυγχρονισμός, ενίσχυση, θωράκιση όλων των κρίσιμων υποδομών του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αττικής. Οι υποδομές στην Αττική δεν ήταν επαρκείς ούτε στις προ κλιματικής κρίσης συνθήκες – θυμηθείτε τι γινόταν στη Μάνδρα ή στις λεωφόρους Πειραιώς, Ποσειδώνος με την πρώτη βροχή, ή τα μονίμως πλημμυρισμένα σχολεία στο Μενίδι, στο Μαρούσι, στην Καλλιθέα. Είναι πολύ λιγότερο επαρκείς στις συνθήκες κλιματικής κρίσης, όταν τα ακραία φαινόμενα είναι συχνότερα και εντονότερα.
Να ανοίξουμε και τη συζήτηση πώς θα ανασχεδιάσουμε και θα ξανακτίσουμε την Αθήνα – σημειώστε: Τη μοναδική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που σκέπασε τα ποτάμια της! Υπάρχουν ιδέες και διεθνής εμπειρία, μπορούμε/πρέπει να πάμε πέρα κι από τα όνειρα του Αντώνη Τρίτση: Ισως –λένε κάποιοι– να γκρεμίσουμε ολόκληρα τετράγωνα και, ανοικοδομώντας τα σε ύψος, να απελευθερώσουμε χώρους –όπως έγινε στη Νέα Υόρκη, στο Παρίσι και αλλού– αφού προηγουμένως επιλύσουμε τα (πολυσυζητημένα) νομικά προβλήματα από το δικαίωμα οριζόντιας ιδιοκτησίας στις πολυκατοικίες – να, μια σοβαρή μεταρρύθμιση!
Πολλές ιδέες κυκλοφορούν και θα πέσουν στο τραπέζι αν ανοίξει μια συζήτηση σαν αυτές που διεξάγονται σε όλο τον κόσμο. Δεν έχει ανοίξει. Δεν άνοιξε ούτε καθ’ οδόν προς τις σημερινές αυτοδιοικητικές εκλογές. Αντιθέτως, ειπώθηκαν κι έγιναν πράγματα που δείχνουν μια ίσως επικίνδυνη αμεριμνησία. Οπως κάποια σύσταση προς τους εκλογείς, να ψηφίσουν περιφερειάρχες που «είναι του κόμματος», για να τα βρίσκουν με την κυβέρνηση – όπως ο απερχόμενος περιφερειάρχης Θεσσαλίας. Και μια προεκλογική συναλλαγή, την παροχή ευχέρειας να οικοδομούνται εκτός σχεδίου οικόπεδα μικρότερα κι από 4 στρέμματα. Αδιόρθωτοι;..
(Ο Κώστας Καλλίτσης είναι δημοσιογράφος- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την "Καθημερινή" της Κυριακής)