Σύμφωνα με το εδάφιο 45 του σκεπτικού του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/943 σχετικά με την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, «πριν από την εισαγωγή μηχανισμών ισχύος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αξιολογήσουν τις ρυθμιστικές στρεβλώσεις, οι οποίες συμβάλλουν στα συναφή ζητήματα που αφορούν την επάρκεια των πόρων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την υποχρέωση να εγκρίνουν μέτρα για την εξάλειψη των εντοπισμένων στρεβλώσεων, καθώς και χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή τους. Οι μηχανισμοί ισχύος θα πρέπει να καθιερώνονται μόνο για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα επάρκειας που δεν μπορούν να λυθούν με την άρση των εν λόγω στρεβλώσεων.»
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 20 «Επάρκεια των πόρων στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας» του ως άνω Κανονισμού:
«[…] 2. Όταν στην αξιολόγηση της επάρκειας των πόρων σε ευρωπαϊκό επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 23, στην αξιολόγηση της επάρκειας των πόρων σε εθνικό επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 24 εντοπίζεται ζήτημα που αφορά την επάρκεια των πόρων, το οικείο κράτος μέλος εντοπίζει τυχόν ρυθμιστικές στρεβλώσεις ή αδυναμίες της αγοράς που προκάλεσαν την εμφάνιση του ζητήματος ή συνέβαλαν σε αυτήν.
- 3. Τα κράτη μέλη με διαπιστωμένα ζητήματα επάρκειας πόρων διαμορφώνουν και δημοσιεύουν σχέδιο εφαρμογής με χρονοδιάγραμμα για την έγκριση μέτρων με σκοπό την εξάλειψη τυχόν ρυθμιστικών στρεβλώσεων ή αδυναμιών της αγοράς στο πλαίσιο διαδικασιών κρατικών ενισχύσεων που εντοπίστηκαν. Όταν αντιμετωπίζουν ζητήματα που αφορούν την επάρκεια των πόρων, τα κράτη μέλη λαμβάνουν ειδικότερα υπόψη τις αρχές που θέτει το άρθρο 3 και εξετάζουν:
α) να εξαλείψουν τις ρυθμιστικές στρεβλώσεις·
β) να καταργήσουν τα ανώτατα όρια στις τιμές, βάσει του άρθρου 10·
γ) να θεσπίσουν μια υπηρεσία τιμολόγησης της έλλειψης ενέργειας εξισορρόπησης, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 44 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2195·
δ) να αυξήσουν τη δυναμικότητα των διασυνδέσεων και του εσωτερικού δικτύου, με σκοπό την επίτευξη τουλάχιστον των στόχων τους για τη διασύνδεση, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1999·
ε) να διευκολύνουν την αυτοπαραγωγή, την αποθήκευση ενέργειας, τα μέτρα για την απόκριση ζήτησης και την ενεργειακή απόδοση, εγκρίνοντας μέτρα για την εξάλειψη κάθε εντοπισμένης ρυθμιστικής στρέβλωσης·
στ) να διασφαλίσουν μια οικονομικά αποδοτική και αγορακεντρική προμήθεια υπηρεσιών εξισορρόπησης και επικουρικών υπηρεσιών·
ζ) να καταργήσουν τις ρυθμιζόμενες τιμές όπου τούτο απαιτείται από το άρθρο 5 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/944.
- Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη υποβάλλουν τα σχέδια εφαρμογής στην Επιτροπή για εξέταση.
- Εντός τεσσάρων μηνών από την παραλαβή του σχεδίου εφαρμογής, η Επιτροπή γνωμοδοτεί κατά πόσο τα μέτρα επαρκούν για την εξάλειψη των ρυθμιστικών στρεβλώσεων ή των αδυναμιών της αγοράς που εντοπίστηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 2 και μπορεί να καλέσει τα κράτη μέλη να τροποποιήσουν αναλόγως το σχέδιο εφαρμογής. […].».
Με την υπ’ αριθ. 448/2021 Απόφαση της ΡΑΕ, η Αρχή προέβη σε ανάθεση της παροχής υπηρεσιών Συμβούλου για το έργο «Implementation plan for the electricity market reform», με αντικείμενο τη διαμόρφωση σχεδίου εφαρμογής με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα ενεργειών για την έγκριση μέτρων με σκοπό την εξάλειψη τυχόν ρυθμιστικών στρεβλώσεων ή αδυναμιών αγοράς στο πλαίσιο διαδικασιών κρατικών ενισχύσεων σύμφωνα με το άρθρο 20 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/943.
Εν’ όψει της υποβολής από την ελληνική Πολιτεία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή του σχεδίου εφαρμογής προς εξέταση από την Επιτροπή, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 20 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/943, η ΡΑΕ θέτει σήμερα σε δημόσια διαβούλευση το ακόλουθο έγγραφο:
Λήξη της παρούσας Δημόσιας Διαβούλευσης: Πέμπτη 22 Ιουλίου 2021
Οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να υποβάλουν τις απόψεις τους στη ΡΑΕ με ηλεκτρονική επιστολή στη διεύθυνση Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε. . Μετά τη λήξη της παρούσας δημόσιας διαβούλευσης, η ΡΑΕ θα δημοσιοποιήσει κατάλογο των συμμετεχόντων, καθώς και το περιεχόμενο των επιστολών και παρεμβάσεών τους, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία ο αποστολέας αιτείται τη μη δημοσιοποίηση των στοιχείων του και/ή των απόψεών του.