Με τις τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς ρεύματος στη χώρα μας να βρίσκονται στα ύψη για 11 ημέρες και να είναι οι υψηλότερες στην Ευρώπη φορείς και κόμματα της αντιπολίτευσης κάνουν λόγο για αισχροκέρδεια με θύματα τους πολίτες. Είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα μας είχε την Παρασκευή 38 φορές μεγαλύτερη χονδρική τιμή ρεύματος από την Ισπανία. Το υπουργείο Ενέργειας τονίζει πως αυτό οφείλεται στο μηχανισμό προμήθειας του φυσικού αερίου από την Ελλάδα, η οποία το αγοράζει με τιμές του προηγούμενου μήνα.
Αναλυτές μιλούν για την δημιουργία ενός καρτέλ στην ενέργεια, εκτιμώντας πως το πλαφόν στο φυσικό αέριο που αποφασίστηκε στην Ευρώπη δεν είναι αρκετό και πως θα πρέπει να αποσυνδεθεί η τιμή του φυσικού αερίου από την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος. Οι λογαριασμοί ρεύματος παρά τις επιδοτήσεις έρχονται αυξημένοι για νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δημιουργώντας ανησυχία για νέο κύμα ανεξόφλητων λογαριασμών από τη νέα χρόνια. Αναλυτές πάντως επαναλαμβάνουν πως οι υψηλές τιμές θα παραμείνουν και το 2023.
Πρόσφατα η ΕΚΠΟΙΖΩ σε ανακοίνωσή της τόνιζε πως «η ενεργειακή φτώχεια είναι κατά βάση συνδεδεμένη με τις υψηλές τιμές ενέργειας, το χαμηλό εισόδημα των νοικοκυριών και τη χαμηλή ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και των οικιακών συσκευών. Εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη (τα στοιχεία της Eurostat δείχνουν μεγάλη αύξηση των τιμών ενέργειας στο πρώτο εξάμηνο του 2022), το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί. Ειδικά για την Ελλάδα, το ζήτημα αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία αφού - πριν την πρόσφατη εκτίναξη των τιμών των ενεργειακών προϊόντων και υπηρεσιών – το 26,3% των Ελλήνων πολιτών δήλωνε καθυστέρηση στην αποπληρωμή των λογαριασμών για ενεργειακές υπηρεσίες (έναντι 6,4% του ευρωπαϊκού μέσου όρου) και το 17,5% δήλωνε αδυναμία διατήρησης ιδανικής θερμοκρασίας εντός τους κατοικίας τους (έναντι 6,4% του ευρωπαϊκού μέσου όρου). Παράλληλα, περίπου το 10% των πολιτών δαπανούσε ένα σημαντικό ποσοστό του εισοδήματός του στην κάλυψη των ενεργειακών του αναγκών και, στον αντίποδα, ένα αντίστοιχο ποσοστό παρουσίαζε ασυνήθιστα χαμηλή ενεργειακή κατανάλωση, ως αποτέλεσμα του χαμηλού του εισοδήματος».