Ένα από τα μεγάλα οφέλη της πράσινης μετάβασης, είναι ότι θα βελτιώσει την εικόνα του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, αφού ένα μεγάλο κομμάτι ενέργειας που μπορεί να παράγεται τώρα από πετρέλαιο ή από φυσικό αέριο, θα αντικατασταθεί από καθαρή ενέργεια, η οποία θα παράγεται από τον ήλιο και τον άνεμο. Πρόκειται σίγουρα για μια αισιόδοξη πρόβλεψη, αλλά μέσα στα επόμενα χρόνια πώς θα πορευτεί η μικρή και ιδίως η πολύ μικρή επιχείρηση, που έχει ήδη επενδύσει σε φυσικό αέριο, έχει ήδη χρεωθεί, έχει ήδη υποστεί ανατιμήσεις και δεν έχει κερδοφορία, εξαιτίας αυτής της ενεργειακής κρίσης;
Αυτό τον προβληματισμό εκφράζει σε δηλώσεις του στο iEnergeia ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθηνών Παύλος Ραβάνης και υπογραμμίζει: «Είναι λοιπόν μεγάλη ανάγκη, να θεσπίσει, η Κυβέρνηση άμεσα κίνητρα, για το πώς θα γίνει αυτή η μετάβαση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει κάτι σε αυτή την κατεύθυνση».
Αναφερόμενος στα διαρθρωτικά προβλήματα που καλούνται να διαχειριστούν οι μικρομεσαίοι προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις αλλεπάλληλες συνέπειες των κρίσεων και ταυτόχρονα να αντιμετωπίσουν με αισιοδοξία το μέλλον, ο πρόεδρος σημειώνει στο iEnergeia ότι πρέπει να υπάρξει μέριμνα, πρωτίστως, για την του αλλαγή παραγωγικού μοντέλου, την αύξηση της ρευστότητας από το Ταμείο Ανάκαμψης, την ριζική αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους, την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, την μείωση των φόρων και του μη μισθολογικού κόστους.
Πρωταρχική ανάγκη, όπως είπε είναι, να δοθεί στην μεταποίηση και στην παραγωγή, η προσοχή που τους αρμόζει, με βάση το βαθμό συμβολής τους στην εθνική οικονομία. Το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας, επιτάσσει στροφή στην κουλτούρα της παραγωγής - κατασκευής, ενίσχυση των παραγωγικών κλάδων αγαθών που είναι διεθνώς εμπορεύσιμα και φυσικά εστίαση στους κλάδους που σχετίζονται με την διασφαλισμένη παγκόσμια ζήτηση.
Όπως αναφέρει, σε ό,τι αφορά στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης πολλές φορές έχει επισημανθεί από την κυβέρνηση η ανάγκη να ελαχιστοποιηθεί άμεσα το γραφειοκρατικό κόστος, κατά την διαδικασία της αξιολόγησης και έγκρισης των επενδυτικών προτάσεων, για τις πολύ μικρές - μικρές επιχειρήσεις και ταυτόχρονα να ενεργοποιηθούν περαιτέρω και οι τράπεζες. Αποτελεί κοινό τόπο, ότι οι μικρές επιχειρήσεις, λόγω των ιδιαιτεροτήτων που τις χαρακτηρίζουν, δεν έχουν την απαιτούμενη στήριξη, λόγω έλλειψης τεχνικής κατάρτισης, καθώς απαιτούνται πολύπλοκες διαδικασίες, για το μέγεθός τους.
Την ίδια στιγμή, είναι γνωστό σε όλο το φάσμα της οικονομίας, το πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους, το οποίο, έχει ανέλθει στα 270 δις. ευρώ. Το νούμερο «μιλάει» από μόνο του και φυσικά δεν μπορεί να αγνοηθεί. Οι προσπάθειες που έγιναν μέχρι σήμερα, όπως ο εξωδικαστικός μηχανισμός, απέτυχαν. Μέσα σε ενάμιση χρόνο, έγιναν λιγότερες από 3.000 ρυθμίσεις, ενώ το 6% των οφειλετών, από χρέη της πανδημίας, έχει υπαχθεί σε ρύθμιση. Επομένως, ο κίνδυνος πλειστηριασμών και των «λουκέτων» είναι μπροστά μας. Χωρίς λύσεις, σε τέτοια κρίσιμα ζητήματα, δεν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι.
Σε ό,τι αφορά στην πράσινη μετάβαση, που είναι επίσης σημαντικός τομέας στα διαρθρωτικά προβλήματα που καλούντα να διαχειριστούν οι ΜμΕ, όπως προαναφέρθηκε, υπογράμμισε ότι είναι μεγάλη ανάγκη, να θεσπίσει, η Κυβέρνηση άμεσα κίνητρα, για το πώς θα γίνει αυτή η μετάβαση για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει κάτι σε αυτή την κατεύθυνση.
Επιπλέον, ζωτικής σημασίας χαρακτήρισε την μείωση των έμμεσων φόρων ενώ προσθέτει ότι το ΒΕΑ θεωρεί ως διέξοδο, τη μείωση ΦΠΑ και των ειδικών φόρων κατανάλωσης, καθώς και την επιστροφή των 120 δόσεων για τις ασφαλιστικές και τις φορολογικές εκκρεμότητες των επιχειρήσεων. Παράλληλα, προτείνει, άμεσα, την προσαρμογή της αύξησης των ασφαλιστικών εισφορών, με πλαφόν. Να μην συμπαρασύρονται δηλαδή, από το ποσοστό πληθωρισμού, αλλά μέχρι 3% το πολύ, ανώτατο όριο. Γιατί, αλλιώς, όπως σημειώνει, είναι ανέφικτη η είσπραξη και θα δημιουργηθούν νέες «κόκκινες» οφειλές.
Τέλος, για την αύξηση των μισθών, εκτιμά ότι θα πρέπει να συνυπολογιστεί η στήριξη της μικρής επιχείρησης για να μπορέσει να ανταπεξέλθει . Όπως εξηγεί, θα πρέπει να γίνουν μια σειρά από κινήσεις, όπως η μείωση του μη μισθολογικού κόστους και η υλοποίηση προγραμμάτων επιδότησης του μη μισθολογικού κόστους, για το σύνολο των εργαζόμενων, με ιδιαίτερη μέριμνα για όσους είναι κάτω των 25 ετών. Σε διαφορετική περίπτωση, σημειώνει ο πρόεδρος, υπάρχει ο κίνδυνος, πολλές επιχειρήσεις να μην αντέξουν την αύξηση και να προχωρήσουν σε απολύσεις ή αναστολή λειτουργίας.