Παρά την πρόσφατα εξαγγελθείσα από την κυβέρνηση πολιτική επάρκειας ισχύος και την απαίτηση του ΥΠΕΝ για διπλασιασμό της λιγνιτικής παραγωγής από την ΔΕΗ, με τον προγραμματισμό της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων του Αγίου Δημητρίου έως και το 2025 και της Πτολεμαΐδας 5 για μετά το 2028, η νέα πρόταση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) δημιουργεί νέα αναστάτωση και προβλήματα σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.
Το νέο αναθεωρημένο ΕΣΕΚ (Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα) που το ίδιο το ΥΠΕΝ, ουδόλως λαμβάνει υπ’ όψιν του, την ασφάλεια της τροφοδοσίας, την τεραστία εκροή συναλλάγματος, την διάλυση των λιγνιτικών εγκατεστημένων δομών, με την συνεχή και άναρχη αυξομείωση των απαιτήσεων παραγωγής.
Κυρίως θα έλεγε εύκολα κανείς, πως δεν λαμβάνει υπ’ όψιν του τις επαναλαμβανόμενες κατ’ έτος εκθέσεις του ΑΔΜΗΕ, ο οποίος ως θεσμικός ανεξάρτητος διαχειριστής έχει την κύρια και ουσιαστική ευθύνη για την επάρκεια ισχύος, την ασφάλεια της τροφοδοσίας και το μείγμα παραγωγής. Επιπροσθέτως το νέο ΕΣΕΚ με το πρόωρο κλείσιμο των μονάδων παραγωγής το 2024, φαίνεται πως δεν υπολογίζει σε καμία περίπτωση, τις αρνητικές επιπτώσεις, από την μείωση των θέσεων εργασίας, από την υποβάθμιση της αναπτυξιακής προοπτικής των λιγνιτικών περιοχών, από την απότομη παύση της λειτουργίας των τηλεθερμάνσεων σε συνθήκες χαμηλών θερμοκρασιών και από την κάκιστη εξέλιξη του προγραμματισμού μετάβασης, σε μια νέα οικονομία, όπως αυτή εξαγγέλθηκε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, μετά την απολιγνιτοποίηση, ακυρώνοντας κάθε δέσμευσή του.
Θα αναρωτιόταν εύκολα κανείς ποιες είναι οι παραδοχές, που λαμβάνουν υπ’ όψιν τους οι υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου, για να αναθεωρούν από τη μια ημέρα στην άλλη, την εθνική πολιτική διασφάλισης και απρόσκοπτης παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Εκτός και εάν οι αποφάσεις των θεσμικών υπεύθυνων, δεν υπακούουν στις πραγματικές ανάγκες και εθνικές δυνατότητες του παραγωγικού δυναμικού της χώρας, αλλά στις πολιτικές πιέσεις διαφόρων φορέων και συμφερόντων, που με την ξεπερασμένη πλέον επίκληση της προστασίας του περιβάλλοντος, μετατρέπουν διαχρονικά την ενεργειακή πολιτική της χώρας, σε υπηρέτη των συμφερόντων των εμπόρων του Φυσικού Αερίου.
Παρότι η υποβολή του νέου ΕΣΕΚ προς την Κομισιόν δεν είναι δεσμευτική και παρά τις επανειλημμένες αναθεωρήσεις των προηγουμένων ΕΣΕΚ από την ίδια την πραγματικότητα, η ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ-ΚΗΕ ανησυχεί ιδιαιτέρως από την αλλαγή πολιτικής του υπουργείου, όπως αυτή αποτυπώνεται στο νέο ΕΣΕΚ. Εάν προσθέσουμε σε αυτή την εξέλιξη, τις πρόσφατες δηλώσεις απαξίωσης της ναυαρχίδας της ΔΕΗ Πτολεμαΐδας 5 από τον κ. Σκυλακάκη, η ανησυχία μας αιτιολογημένα γίνεται εντονότερη.
Το ΥΠΕΝ θα έπρεπε ήδη να παραδειγματισθεί, από τις κατ’ έτος δημιουργηθείσες ελλείψεις και ανάγκες στην παραγωγή και να μην πειραματίζεται κάθε φορά, εξυπηρετώντας ξεπερασμένες πολιτικές ανάγκες. Θα έπρεπε επίσης να προσαρμόσει σταθερά το ΕΣΕΚ στις εκθέσεις του ΑΔΜΗΕ και να δεσμεύσει την λιγνιτική παραγωγή ΔΕΗ, αποζημιώνοντας πλήρως, την λειτουργική διαθεσιμότητα των ορυχείων και των σταθμών παραγωγής από λιγνίτη και των αναγκαίων πετρελαϊκών μονάδων της νησιωτικής επικράτειας, όπως ακριβώς αποζημίωνε για χρόνια την διαθεσιμότητα των μονάδων παραγωγής από φυσικό αέριο.