Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε χθες το The Green Tank για το ανθρακικό αποτύπωμα στην ηλεκτροπαραγωγή, ο Απρίλιος ήταν ο μήνας με τη χαμηλότερη μηνιαία ένταση άνθρακα (236 γρ. CO2/kWh) από καταβολής μετρήσεων, καθώς συνοδεύτηκε από πολύ χαμηλή λιγνιτική παραγωγή και υψηλό μερίδιο ΑΠΕ.
Η δεύτερη χαμηλότερη μηνιαία ένταση άνθρακα σημειώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2023 (255 γρ. CO2/kWh), όταν είχε καταγραφεί και η δεύτερη χαμηλότερη λιγνιτική παραγωγή (187 GWh) τουλάχιστον από τη δεκαετία του ’70.
Σημειώνεται ότι η ένταση άνθρακα αποτελεί σημαντικό δείκτη της πορείας απανθρακοποίησης του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής. Χαμηλή τιμή έντασης άνθρακα σημαίνει καθαρότερο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής, απεξαρτημένο από τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα.
Η πρόοδος που έχει συντελεστεί ήδη φαίνεται από τη μεγάλη μείωση της έντασης άνθρακα την τελευταία δεκαετία. Από το 2013 -έτος έναρξης της τρίτης φάσης του ΣΕΔΕ, κατά την οποία σταμάτησαν να παραχωρούνται δωρεάν δικαιώματα εκπομπών άνθρακα στην ηλεκτροπαραγωγή- έως και το 2019, η ένταση άνθρακα κυμαινόταν πάνω από τα 500 γρ CO2/kWh. Η υψηλότερη μέση ετήσια ένταση άνθρακα της τελευταίας δεκαετίας σημειώθηκε το 2014 (875 γρ. CO2/kWh).
Ωστόσο, 10 χρόνια αργότερα, η ένταση άνθρακα σχεδόν υποτριπλασιάστηκε για να φτάσει τα 315 γρ. CO2/kWh. Τη μεγαλύτερη συνεισφορά σε αυτή τη μείωση των εκπομπών έχει η πτώση της παραγωγής από λιγνίτη κατά 80.6% μεταξύ 2013 και 2023. Η πρόοδος συνεχίζεται και το 2024, καθώς το πρώτο τετράμηνο η μέση ένταση άνθρακα μειώθηκε περαιτέρω στα 268 γρ. CO2/kWh με τον Απρίλιο να καταγράφει ιστορικό χαμηλό.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από το the Green Tank μετά την επεξεργασία των στοιχείων ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ και ΣΕΔΕ, τον Απρίλιο του 2024, οι εκπομπές των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής έπεσαν κάτω από τους 1 εκατ. τόνους (0.94). Αυτό έχει συμβεί ξανά μόνο άλλες δυο φορές κατά την τελευταία δεκαετία (Απρίλιο 2022 και Μάιο 2023).
Συνολικά, τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2024 εκτιμάται ότι εκπέμφθηκαν 4.52 εκατ. τόνοι CO2 για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Οι εκπομπές των μονάδων ορυκτού αερίου (2.06 εκατ. τόνοι ή 45.6%) ξεπέρασαν τις αντίστοιχες των λιγνιτικών μονάδων (1.77 εκατ. τόνοι ή 39.1%). Πολύ μικρότερο ήταν το μερίδιο των πετρελαϊκών μονάδων (0.69 εκατ. τόνοι ή 15.3%).
Έτσι, οι εκπομπές του τομέα ηλεκτροπαραγωγής μειώθηκαν κατά 0.37 εκατ. τόνους (-7.6%) το πρώτο τετράμηνο του 2024 σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2023. Αυτό οφείλεται κυρίως στη μείωση των εκπομπών των λιγνιτικών μονάδων (-0.74 εκατ. τόνους ή -29.5%) ως αποτέλεσμα της μειωμένης ηλεκτροπαραγωγής από λιγνιτικές μονάδες κατά 26.9%.
Αντίθετα, στις εκπομπές των μονάδων ορυκτού αερίου παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση (+0.38 εκατ. τόνοι ή +22.6%) λόγω της αντίστοιχης αύξησης της ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτό αέριο κατά 28.4%. Τέλος, ελάχιστα μειωμένες εμφανίστηκαν οι εκπομπές από τις μονάδες πετρελαίου (-0.01 εκατ. τόνοι ή -1.5%).
Μεγαλύτερη ήταν η μείωση στις συνολικές εκπομπές του πρώτου τετράμηνου του 2024 συγκριτικά με τον μέσο όρο της πενταετίας (-2.45 εκατ. τόνους ή -35.2%). Η μείωση προήλθε και από τα τρία καύσιμα, με μεγαλύτερη αυτή από τον λιγνίτη (-2.18 εκατ. τόνοι ή -55.2%). Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρχή της πενταετίας (2019), οι εκπομπές από τις λιγνιτικές μονάδες (6.78 εκατ. τόνοι) ήταν σχεδόν τέσσερις φορές περισσότερες από αυτές του πρώτου τετράμηνου του 2024. Ακολούθησε σε μείωση το πετρέλαιο (-0.18 εκατ. τόνοι ή -19.9%) και έπειτα το ορυκτό αέριο (-0.09 εκατ. τόνοι ή -4.1%).