«Η G7 είναι μια καλή κοινότητα για την ανάπτυξη κοινών απαντήσεων στις προκλήσεις της εποχής μας. Είναι σημαντικό να ενεργήσουμε αποφασιστικά αλλά και με ενότητα”, δήλωσε στο πλαίσιο των συνεδριάσεων ο καγκελάριος της Γερμανίας Σολτς καταδεικνύοντας έτσι ότι παρά τις διαφορετικές φωνές που έχουν ακουστεί το προηγούμενο διάστημα, οι ΗΠΑ και οι χώρες της ΕΕ στο ουκρανικό ζήτημα θα πορευτούν μαζί.
Στο τελικό κείμενο των συμπερασμάτων οι συμμετέχοντες ηγέτες στη σύνοδο επανέλαβαν την καταδίκη τους “για τον παράνομο και αδικαιολόγητο επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας”, και υπογράμμισαν: “θα σταθούμε δίπλα στην Ουκρανία για όσο διάστημα χρειαστεί και θα παρέχουμε την απαραίτητη οικονομική, ανθρωπιστική, στρατιωτική και διπλωματική υποστήριξη για να υπερασπιστούμε με τόλμη την κυριαρχία και την εδαφική της ακεραιότητα”.
Με αυτόν τον τρόπο ξεκαθάρισαν έμμεσα, αλλά σαφώς, πως οι επόμενοι μήνες θα είναι ένα διάστημα που οι κυρώσεις θα εξακολουθούν να ισχύουν ώστε με στόχο να προκαλούν “συνεχές κόστος στη Ρωσία για να βοηθήσουμε να τερματιστεί αυτός ο πόλεμος”. Δίνοντας χρονοδιάγραμμα έκαναν λόγω για “κυρώσεις για όσο διάστημα είναι απαραίτητο”.
Ακόμα μίλησαν για την εξασφάλιση ενεργειακού εφοδιασμού και περιορισμό των αυξήσεων στις τιμές. Έκαναν λόγο με σαφήνεια για πρόσθετα μέτρα που θα αφορούν στα ανώτατα όρια τιμών.
Αυτό το τελευταίο ίσως είναι και ο πιο κρίσιμο σημείο των συμπερασμάτων της Συνόδου, δεδομένου ότι αποτελεί τη μοναδική πρακτική αναφορά σε κάποιο συγκεκριμένο μέτρο.
Η αλήθεια είναι πως κάτι τέτοιο διερευνάται από την ΕΕ εδώ και κάποιες εβδομάδες, ενώ στον πιο ισχυρό υποστηρικτή της ιδέας αυτής έχει αναδειχθεί ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι. Η μονομερής επιβολή ανώτατου ορίου τιμής στο ρωσικό φυσικό αέριο έχει μεγάλο ρίσκο, καθώς η απάντηση της Μόσχας μπορεί να γίνει πιο σκληρή.
Μέχρι στιγμής οι δυτικές κυρώσεις δεν σχετίζονται με τη ροή φυσικού αερίου, καθώς οι χώρες της Ευρώπης έχουν πολύ υψηλό βαθμό εξάρτησης από αυτό. Μια τέτοια ενέργεια ενδεχομένως να οδηγήσει τη Ρωσία σε άρνηση παράδοσης φυσικού αερίου, προκαλώντας μεγαλύτερα προβλήματα στις ευρωπαϊκές οικονομίες είτε από καθαρά ενεργειακή άποψη, είτε πληθωριστική.
Σε ότι αφορά στο τελευταίο θα πρέπει να καταστεί σαφές αν το πλαφόν θα σχετίζεται μόνο με το ρωσικό φυσικό αέριο ή και με άλλες χώρες παραγωγής. Στην πραγματικότητα η πρόταση Ντράγκι αφορά μόνο την πρώτη εκδοχή, ωστόσο μια τέτοια ενέργεια ενδέχεται να αυξήσει ακόμα περισσότερο τις τιμές του αερίου που έρχονται από άλλες χώρες.
Αυτή τη στιγμή είναι δύσκολο να διαφανεί το πώς μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο, αλλά και οι επιπτώσεις μιας τέτοιας ενέργειας. Η βασική προϋπόθεση – και ίσως η πιο ασφαλής – για μια τέτοια ενέργεια θα ήταν η εξασφάλιση φυσικού αερίου από τρίτες χώρες. Ήδη ο Μανουέλ Μακρόν, όπως μετέδωσε το πρακτορείο Reuters, έθεσε το θέμα επιστροφής στις δυτικές αγορές της Βενεζουέλας και του Ιράν. Η Γερμανία αναζητά να προμηθευτεί ενέργεια από τη Σενεγάλη και την Αυστραλία, ενώ επιταχύνει με νέο νόμο τη δυνατότητα εκμετάλλευσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η Ιταλία σύναψε νέες συμφωνίες με το Αζερμπαϊτζάν και την Αλγερία. Τον Ιούλιο ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπάιντεν θα επισκεφτεί τη Σαουδική Αραβία, αφήνοντας πίσω του τις επιθέσεις που είχε εξαπολύσει κατά του Ριάντ στην προεκλογική περίοδο, ενώ παράλληλα έχει ανοίξει τους διαύλους επικοινωνίας με το Πρόεδρο της Βενεζουέλας Μαδούρο.
Η απομάκρυνση της εξάρτησης από τη Ρωσία είναι το κλειδί για οποιαδήποτε άλλη απόφαση. Κι αυτό θα έχει κόστος, αλλά και λιγότερο ρίσκο. Σε διαφορετική περίπτωση το ρίσκο θα μεγιστοποιηθεί, αλλά αν πετύχει και η Μόσχα υποκύψει το κόστος που πληρώνει σήμερα η Δύση θα μειωθεί σημαντικά.
Ό,τι και αν γίνει ρίχνοντας αυλαία στη Σύνοδο των G7 οι ισχυροί του κόσμου έδειξαν ότι έχουν πάρει ένα μάθημα: η αυξημένη ενεργειακή εξάρτηση αργά ή γρήγορα μετατρέπεται σε συνώνυμο της πολιτικής πίεσης. Έτσι έχουμε εισέλθει σε μια εντελώς νέα εποχή καταμερισμού των ενεργειακών πόρων που δεν θα θυμίζει σε τίποτα τον κόσμο που ξέραμε μέχρι σήμερα.