Η Ελλάδα έχει υιοθετήσει ένα αποτυχημένο μοντέλο αντιπυρικής προστασίας, καθώς στηρίζεται στην καταστολή και όχι στην πρόληψη, σύμφωνα με το WWF. Το 84% των κρατικών πόρων κατευθύνεται στην καταστολή και μόλις το 16% στη πρόληψη. Ο ΟΗΕ, απηύθυνε έκκληση προς τις κυβερνήσεις να διαθέσουν το 45% των πόρων στην πρόληψη, το 35% για την καταστολή των πυρκαγιών και το 20% για την αποκατάσταση.
Συγκεκριμένα, παρουσιάστηκε από το WWF Ελλάς η απολογιστική έκθεση του διετούς προγράμματος με θέμα τη διαχείριση των κρατικών πόρων για την πρόληψη και την καταστολή των δασικών πυρκαγιών, το οποίο υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, σε συνεργασία με το Μεσογειακό Ινστιτούτο Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (MIIR). Το πρόγραμμα με τίτλο "Ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας στη χρηματοδότηση της πρόληψης και καταστολής των δασικών πυρκαγιών με τη συμβολή των πολιτών", είχε ως κεντρικό στόχο να ρίξει φως στο θέμα της διαχείρισης των κρατικών πόρων που διατίθενται για τη δασοπυροπροστασία, να χαρτογραφήσει τα σημαντικότερα κενά στην όλη διαδικασία διάθεσης, απορρόφησης και αξιοποίησης αυτών των πόρων, και εν τέλει, μέσω συγκεκριμένων προτάσεων, να ενισχυθεί η εύρυθμη λειτουργία του εθνικού συστήματος δασοπυροπροστασίας.
Η ολοκλήρωση του έργου συμπίπτει με την έναρξη της φετινής αντιπυρικής περιόδου, η οποία έρχεται μετά από μια δύσκολη χρονιά κατά την οποία σημειώθηκε ο δεύτερος χειρότερος απολογισμός καμένων εκτάσεων των τελευταίων 20 ετών για τη χώρα μας (συνολικά 1,5 εκατ. καμένα στρέμματα). Το 2021, για μια ακόμα φορά, το εθνικό σύστημα δασοπυροπροστασίας βασισμένο εν πολλοίς σε μια κατασταλτική φιλοσοφία, δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προκλήσεις, με βαριές συνέπειες στο φυσικό περιβάλλον, την άγρια ζωή, αλλά και την κοινωνία. Με την κλιματική κρίση να επιδρά καθοριστικά πλέον στην αύξηση της έντασης, αλλά και της συχνότητας των πυρκαγιών στη Μεσόγειο, είναι σαφές ότι χρειάζεται άμεσα μετακίνηση του ειδικού επιχειρησιακού βάρους από την καταστολή στη πρόληψη, αλλά και αναθεώρηση των διαδικασιών που αφορούν στη χρηματοδότηση των κρατικών φορέων που είναι επιφορτισμένοι με την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
Τι ρόλο, όμως, παίζουν οι πόροι που δίνονται για την αποτελεσματική ή μη αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών; Η χρηματοδότηση της αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα περιλαμβάνει ένα σύνθετο πλέγμα ποικίλων χρηματοδοτικών εργαλείων και πόρων που προέρχονται από πολλές πηγές (εθνικές και ενωσιακές) και διοχετεύονται σε εξίσου πολυάριθμους δικαιούχους, συνθέτοντας έτσι ένα δαιδαλώδες σύστημα διαδικασιών. Ωστόσο, παρά την κομβική σημασία της διαχείρισης και κατανομής των χρηματοδοτήσεων, δεν έχει υπάρξει έως και σήμερα στη χώρα μας καμία προσπάθεια καταγραφής, αξιολόγησης και δημοσιοποίησης στοιχείων που αφορούν στη διαχείριση των πόρων που δαπανώνται στην πρόληψη και την καταστολή των δασικών πυρκαγιών. Χωρίς αυτά τα δεδομένα, είναι πρακτικά αδύνατο να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε τεκμηριωμένη απολογιστική αξιολόγηση του τί δουλεύει, τί πρέπει να βελτιωθεί και τί πρέπει να αλλάξει.
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα ανέλυσε δύο σημαντικές πτυχές της χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα: Αφενός, την εκτίμηση των πόρων που έχουν διατεθεί για την πρόληψη και την καταστολή των δασικών πυρκαγιών κατά την περίοδο 2016-2020, και αφετέρου, την αξιολόγηση της διαδικασίας που ακολουθείται για την κατανομή των πόρων στα κύρια χρηματοδοτικά εργαλεία (χρηστή διακυβέρνηση, λογοδοσία, διαφάνεια).
Τα κύρια συμπεράσματα της έκθεσης του WWF Ελλάς αποτυπώνονται ως εξής:
Ανισοκατανομή μεταξύ καταστολής και πρόληψης και υποαπορρόφηση: Το σύστημα χρηματοδότησης της αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών εστιάζει κυρίως σε δράσεις καταστολής έναντι δράσεων πρόληψης. Μάλιστα, για την περίοδο 2016-2020, το 83,95% των συνολικών κρατικών πόρων κατευθύνεται προς την καταστολή και μόλις το 16,05% προς την πρόληψη. Την ίδια στιγμή, η τελευταία έκθεση του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ κάνει έκκληση προς τις κυβερνήσεις να επανεξετάσουν τις δαπάνες για την κατάσβεση των πυρκαγιών προτείνοντας τη διάθεση του 45% του προϋπολογισμού τους για την πρόληψη και την ετοιμότητα, το 35% για την καταστολή των πυρκαγιών και το 20% για την αποκατάσταση.
Παράλληλα, παρατηρείται υπο-απορρόφηση των πόρων, ειδικά στον τομέα της δασικής διαχείρισης, καθώς και καθυστερήσεις στη χρηματοδότηση επαναλαμβανόμενων δράσεων. Για παράδειγμα, στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2014-2020 (Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα) μέχρι σήμερα έχουν απορροφηθεί συνολικά 26.546.715,8€ από τον συνολικό εγκεκριμένο προϋπολογισμό που ανέρχεται στα 49.812.023,39€ (απορρόφηση κατά 53,29%). Αντίστοιχα, στον θεματικό στόχο “Κλιματική αλλαγή – Πρόληψη” από τα 817.462.866€ που είναι διαθέσιμα έχει συμβασιοποιηθεί και είναι σε διαδικασία υλοποίησης μόλις το 51,5% των πόρων. Και αυτό παρότι υπάρχουν τεράστιες ανάγκες, όπως για παράδειγμα η ενίσχυση των εθελοντικών ομάδων πολιτικής προστασίας με υλικό εξοπλισμό και η δασική διαχείριση.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης, το γεγονός ότι στο Πρόγραμμα “Αντώνης Τρίτσης” από τους 332 Δήμους της χώρας, τις 13 Περιφέρειες και τους Διαδημοτικούς Φορείς (Συνδέσμους), μέχρι στιγμής μόνο 11 δήμοι, 1 Περιφέρεια και 1 σύνδεσμος δήμων (ΣΠΑΥ) έχουν υποβάλει προτάσεις. Όπως αναδείχθηκε στα εργαστήρια διαβούλευσης που πραγματοποιήσαμε, αυτό οφείλεται στην έλλειψη συνεργασίας, σχεδιασμού, τεκμηρίωσης και υλοποίησης ανάμεσα στα τμήματα Προγραμματισμού και Πολιτικής Προστασίας των ΟΤΑ Α΄ και Β΄ βαθμού.
Έλλειψη κεντρικού σχεδιασμού της χρηματοδότησης των δράσεων πρόληψης και καταστολής: Η χρηματοδότηση των δράσεων πρόληψης και καταστολής των δασικών πυρκαγιών γίνεται αποσπασματικά, από διαφορετικά χρηματοδοτικά εργαλεία, χωρίς ολοκληρωμένο και μακροχρόνιο κεντρικό σχεδιασμό για την καταγραφή των αναγκών και των απαιτούμενων δράσεων με στόχο την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
Ανεπαρκής τεκμηρίωση και αιτιολόγηση των αποφάσεων και κενά στη συμμετοχή των πολιτών: Οι αποφάσεις κατανομής και διάθεσης των πόρων στηρίζονται σε μια αποσπασματική καταγραφή των υφιστάμενων αναγκών από τους δικαιούχους φορείς χωρίς να προηγείται μία ολοκληρωμένη τεκμηρίωση των απαιτούμενων δράσεων. Κενά διαπιστώθηκαν, επίσης, τόσο στη δημόσια πρόσβαση των πολιτών στις πληροφορίες και στα έγγραφα βάσει των οποίων ελήφθησαν οι σχετικές αποφάσεις κατανομής των πόρων, όσο και στη συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία καταγραφής των αναγκών ή στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.
Έλλειψη απολογιστικών εκθέσεων: Μέχρι σήμερα κανένας αρμόδιος δημόσιος φορέας δεν φαίνεται να συντάσσει εκθέσεις πεπραγμένων, στις οποίες να συμπεριλαμβάνεται και οικονομικός απολογισμός των έργων με βάση τους πόρους που έλαβε.
Αποσπασματικότητα ελέγχων σχετικά με την αξιοποίηση των δημόσιων πόρων: Ενώ τα χρηματοδοτικά εργαλεία που διαχειρίζονται ενωσιακούς πόρους έχουν ένα δομημένο, αυστηρό και πολυεπίπεδο σύστημα ελέγχων για τα πεπραγμένα, δεν συμβαίνει το ίδιο με τις υπόλοιπες πηγές χρηματοδότησης των δασικών πυρκαγιών. Οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται ανά χρηματοδοτικό εργαλείο φαίνονται αποσπασματικοί και ελλιπείς, καθώς απουσιάζει η προηγούμενη τεκμηρίωση των αναγκών, στοιχείο που αποτελεί βασικό κενό στο υπάρχον σύστημα δασοπυροπροστασίας.
Βάσει των συμπερασμάτων αυτών, η έκθεση περιλαμβάνει συγκεκριμένες προτάσεις του WWF, οι οποίες αποσκοπούν να ενισχύσουν τις δράσεις πρόληψης, κυρίως μέσα από την καλύτερη οργάνωση και συντονισμό των χρηματοδοτικών εργαλείων.
Σημειώνεται πως οι προτάσεις αυτές αξιοποιούν και ενισχύουν το υφιστάμενο καθεστώς χρηματοδότησης και διαχείρισης των πόρων για τις δασικές πυρκαγιές, καθώς και τις προβλέψεις του πρόσφατου νόμου 4662/2020 (Α΄27) για τον εθνικό μηχανισμό διαχείρισης κρίσεων και αντιμετώπισης κινδύνων. Ειδικότερα, οι προτάσεις είναι οι εξής:
Κατάρτιση ενός Εθνικού Σχεδίου Αντιπυρικής Προστασίας με συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων, που θα αποτελεί μέρος ενός μακροχρόνιου στρατηγικού σχεδιασμού για τη χρηματοδότηση δράσεων για μια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
Ενίσχυση και διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας που προβλέπεται στο άρθρο 12 του ν. 4662/2020 (Α΄27) για τον αποτελεσματικό συντονισμό των υφιστάμενων χρηματοδοτικών εργαλείων στο πλαίσιο της εφαρμογής του προτεινόμενου Εθνικού Σχεδίου Αντιπυρικής Προστασίας.
Δημιουργία μιας ανοιχτής Ενιαίας Πλατφόρμας Δεδομένων Χρηματοδότησης για την Αντιμετώπιση των Δασικών Πυρκαγιών (με προτεινόμενη ονομασία ΗΦΑΙΣΤΟΣ) για την ενίσχυση της διαφάνειας και της πρόσβασης των πολιτών σε πληροφορίες σχετικά με τη χρηματοδότηση δράσεων για την πρόληψη και καταστολή των δασικών πυρκαγιών.
Δημιουργία ενός κεντρικού ελεγκτικού μηχανισμού στη ΓΓΠΠ για τον οικονομικό έλεγχο των αποφάσεων κατανομής και αξιοποίησης των πόρων. Ο μηχανισμός αυτός θα παρακολουθεί και θα ελέγχει τις αποφάσεις κατανομής στα υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία, τόσο σε ό,τι αφορά στην εναρμόνισή τους με το προτεινόμενο Εθνικό Σχέδιο Αντιπυρικής Προστασίας και την αποδοτικότητά τους από οικονομικής άποψης, καθώς και την αξιοποίηση των διατιθέμενων οικονομικών πόρων για την υλοποίηση των προτεινόμενων δράσεων.
Η Παναγιώτα Μαραγκού, επικεφαλής προγραμμάτων προστασίας περιβάλλοντος στο WWF Ελλάς, δήλωσε: «Η ανάγκη ενίσχυσης των πόρων για την πρόληψη σε σχέση με την καταστολή είναι το πρώτο απαραίτητο βήμα. Η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των πυρκαγιών απαιτεί επιπλέον και κατά κύριο λόγο, την εγκαθίδρυση κατάλληλων επιχειρησιακών πλαισίων, την κινητοποίηση της κοινωνίας και την αποτελεσματική και διαφανή χρήση των διαθέσιμων πόρων. Πρόκειται για ένα τρίπτυχο που είναι ικανό να θωρακίσει τα φυσικά οικοσυστήματα, αλλά και τις κοινωνίες από τις δασικές πυρκαγιές, μέσω της πρόληψης. Αρκεί, βέβαια, να τεθεί σε άμεση εφαρμογή».
Στη χαοτική νέα κανονικότητα που διαμορφώνει η κλιματική κρίση, οι πιο διαχειρίσιμες πυρκαγιές είναι εκείνες που προλαμβάνονται. Μόνο μέσω της πρόληψης, μπορεί να ελεγχθεί η εξάπλωσή τους και να ελαχιστοποιηθεί η έντασή τους. Η αλλαγή της κουλτούρας του συστήματος δασοπυροπροστασίας είναι το μεγάλο ζητούμενο. Χρειαζόμαστε μια νέα στρατηγική που θα λαμβάνει υπόψη τις συνθήκες της κλιματικής κρίσης και τα σενάρια εξέλιξης του φαινομένου των δασικών πυρκαγιών, θα εξασφαλίζει τη μετακίνηση της έμφασης στην πρόληψη, θα υπαγορεύει αναγκαίες αλλαγές στον χωρικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, θα αξιολογεί συστηματικά το σύστημα δασοπυροπροστασίας ώστε να εντοπίζει εγκαίρως κενά και παραλείψεις με σαφή και τεκμηριωμένο τρόπο. Μια κουλτούρα που θα στηρίζεται στη συνεργασία, στην επιστημονική γνώση, και στη διακομματική συναίνεση. Θα μαθαίνει από τα λάθη του παρελθόντος, θα αξιοποιεί τα πορίσματα των ειδικών επιτροπών και τις εκθέσεις διεθνών και ευρωπαϊκών οργανισμών αδιαφορώντας για τις όποιες βραχυχρόνιες πολιτικές σκοπιμότητες.