Το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής REPowerEU που δημοσιεύθηκε στις 18 Μαΐου έχει ως στόχο την άμεση μείωση της εξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Όλες οι προσπάθειες μείωσης της χρήσης ορυκτών καυσίμων είναι αναγκαίες και απαραίτητες, και το σχέδιο περιλαμβάνει μια σειρά από καλές προτάσεις για την ενεργειακή αποδοτικότητα και την καθαρή ενέργεια. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα μελανά σημεία που κρύβονται στις λεπτομέρειες, τα οποία μπορούν να υπονομεύσουν τη μετάβαση της ΕΕ σε ένα 100% βιώσιμο και φιλικό προς τη φύση ενεργειακό σύστημα. Το σχέδιο προτείνει μέτρα για την προώθηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, τη διαφοροποίηση της προμήθειας ενέργειας και την επιτάχυνση της μετάβασης της ΕΕ σε καθαρές πηγές ενέργεια, και περιλαμβάνει μια σειρά θετικών πρωτοβουλιών. Για παράδειγμα, συγκριτικά με την αρχική ανακοίνωση που παρουσιάστηκε τον Μάρτιο, δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στην ενεργειακή αποδοτικότητα και είναι πολύ θετική η αύξηση του στόχου για το 2030, ακόμη και αν η δράση σε αυτό το μέτωπο επαφίεται ουσιαστικά στην ευχέρεια των κρατών μελών. Η υποχρεωτική εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στις στέγες (πρόγραμμα “ηλιακές στέγες”) είναι ακόμα μια θετική προσθήκη στην πρόταση.
Ωστόσο, οι προτάσεις για την αντικατάσταση του ρωσικού πετρελαίου και αερίου μέσω επενδύσεων σε πρόσθετες υποδομές ορυκτού αερίου, βασιζόμενες σε μη ρεαλιστικά επίπεδα υδρογόνου ή σε αύξηση της χρήσης βιοενέργειας χωρίς περιορισμούς στις πρώτες ύλες, παρατείνουν την εξάρτηση της ΕΕ από τα ορυκτά καύσιμα και θέτουν σε κίνδυνο τους στόχους για το κλίμα και τη φύση.
Προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το σχέδιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει την κινητοποίηση 300 δισεκ. ευρώ, κυρίως από το ήδη υπάρχον Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ. Ώς “νέα κεφάλαια” θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μόνο τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ τα οποία θα προέκυπταν από την πώληση νέων δικαιωμάτων ρύπων για τη βιομηχανία - τα νέα αυτά δικαιώματα θα αντιπροσώπευαν σε 250 εκατομμύρια τόνους CO2, βλάπτοντας άμεσα την προσπάθεια μείωσης των εκπομπών της ΕΕ που γίνεται στις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις του πακέτου “Fit for 55”.
Είναι σαφώς πολύ ευπρόσδεκτο το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την επιτάχυνση της μετάβασης της ΕΕ προς λύσεις καθαρής ενέργειας, όπως είναι η ενεργειακή αποδοτικότητα και η αιολική και η ηλιακή ενέργεια”, δήλωσε η Ester Asin, Διευθύντρια του Γραφείου Ευρωπαϊκής Πολιτικής του WWF. “Ωστόσο η χρηματοδότηση αυτού του σχεδίου μέσω της πώλησης δικαιωμάτων ρύπων είναι άστοχη, όπως επίσης και το να κατασκευάζουμε περισσότερες υποδομές ορυκτού αερίου ή να βασιζόμαστε στην αυξημένη χρήση βιομάζας, καθώς παρατείνουμε την εξάρτησή μας από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων και θέτουμε σε κίνδυνο τους κλιματικούς στόχους”.
Το σχέδιο πολύ σωστά τονίζει την ανάγκη για ευρεία εξάπλωση της ηλιακής και αιολικής ενέργειας, και συμπληρώθηκε από μια τροποποίηση της αναθεωρημένης Οδηγίας για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Renewable Energy Directive), η οποία βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση. Αυτή η τροποποίηση θέλει να αυξήσει το στόχο διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για το 2030 από τον υφιστάμενο 40% σε 45%. Για αυτό θα περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με την αδειοδότηση και προτεινόμενες δράσεις που θα αφορούν σαφή χρονοδιαγράμματα για τα κράτη μέλη προκειμένου να προσδιορίσουν την κατάλληλη χωροθέτηση για την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και να ορίσουν τις πλέον κατάλληλες περιοχές (go-to areas) στις οποίες μια τέτοια ανάπτυξη θα έχει χαμηλό περιβαλλοντικό αντίκτυπο.
Το WWF προειδοποιεί ότι αυτές οι πλέον κατάλληλες περιοχές θα πρέπει πρωταρχικά να βρίσκονται σε αστικές και βιομηχανικές τοποθεσίες - και, όπως προτείνει η Επιτροπή, οι εθνικές και προστατευόμενες περιοχές όπως οι περιοχές Natura 2000, θα πρέπει να αποκλείονται από αυτές. Επιπλέον, ο χαρακτηρισμός τους πρέπει να βασίζεται σε αξιόπιστες αξιολογήσεις και σε μια διαρκή συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων, η οποία θα μειώνει επίσης τον κίνδυνο αντίθεσης των κοινοτήτων σε νέα έργα.
“Το WWF Ελλάς έχει ήδη δημοσιοποιήσει σχέδιο πρότασης για νέο χωρικής ανάπτυξης και αδειοδότησης των ΑΠΕ, ώστε να εξασφαλιστεί η μετάβαση της χώρας στην κλιματική ουδετερότητα με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Στόχος είναι η δημιουργία ενός ξεκάθαρου πλαισίου που θα οδηγεί στη διάκριση των χωρικών περιοχών σε α) προτιμητέες, β) αποφευκτέες και γ) εκ των προτέρων αποκλεισμού.
Ανησυχητικό είναι ωστόσο το ότι η Επιτροπή προτείνει να κηρυχθούν όλα τα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και δικτύων και αποθήκευσης ως «υπέρτατου δημόσιου συμφέροντος» παντού, και να εξαιρεθούν τα έργα σε πλέον κατάλληλες περιοχές από την απαίτηση διεξαγωγής ειδικής εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και αξιολόγησης όπως προβλέπεται στην οδηγία για τους οικοτόπους. Αυτό συνιστά σοβαρή απειλή για τους στόχους της ΕΕ για προστασία και αποκατάσταση της φύσης, ειδικά σε σχέση με τις περιοχές Natura 2000, καθώς παραγνωρίζει τη σημασία της σωστής εφαρμογής της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ που προβλέπει σωστή εκτίμηση των πιθανών επιπτώσεων κάθε έργου μέσα στις προστατευόμενες περιοχές.
“Η επιτάχυνση της αδειοδότησης είναι μια καλή ιδέα και θα δώσει νέα ώθηση στην αύξηση της συμμετοχής της αιολικής και ηλιακής ενέργειας σε ολόκληρη την ΕΕ”, δήλωσε ο Alex Mason, Επικεφαλής Κλιματικής και Ενεργειακής Πολιτικής της ΕΕ στο Γραφείο Ευρωπαϊκής Πολιτικής του WWF. Ωστόσο ο τρόπος για να πετύχει, είναι να διορθωθούν αναποτελεσματικές γραφειοκρατικές διαδικασίες και όχι να αποδυναμωθεί η περιβαλλοντική νομοθεσία. Οι αδιάκριτες εξαιρέσεις από τους νόμους για τη φύση για έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα μπορούσαν να βλάψουν τη βιοποικιλότητα και να προκαλέσουν την αντίθεση του κοινού - προκαλώντας συγκρούσεις και περαιτέρω καθυστερήσεις.
Εστιάζοντας στην Ελλάδα, ο κλιματικός νόμος 4936/2022 που ψηφίστηκε την περασμένη εβδομάδα από τη Βουλή χαρακτηρίζεται από κενό φιλοδοξίας για την αποτροπή της κλιματικής κατάρρευσης, αλλά και από κενό εφαρμογής κατάλληλων μέτρων και πολιτικών. Αποτελεί όμως σίγουρα ένα ξεκίνημα για την Ελλάδα, καθώς θέτει ένα πλαίσιο για εθνική κλιματική πολιτική, το οποίο όμως θα κριθεί στην πράξη. Η ώρα της πράξης έφθασε: τις επόμενες εβδομάδες κρίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο η πρόταση της Κομισιόν για πράξη που επιχειρεί να ‘βαφτίσει’ πράσινο το ορυκτό αέριο και την πυρηνική ενέργεια. Η ψήφιση μιας τέτοιας νομικής πράξης θα σημάνει μεγάλη οπισθοχώρηση, υπό το βάρος πιέσεων από βαριά ρυπογόνα επιχειρηματικά συμφέροντα που θέλουν να κρατήσουν την Ευρώπη δέσμια των ορυκτών καυσίμων και της επικίνδυνης πυρηνικής ενέργειας. Εδώ λοιπόν προκύπτει το κρίσιμο ερώτημα: θα σταθεί, όπως οφείλει, η κυβερνητική παράταξη της Νέας Δημοκρατίας πιστή στην πρόκληση που θέτει ο κλιματικός νόμος που ψήφισε, ασκώντας βέτο σε κάθε νομοθετική πρωτοβουλία που βυθίζει την Ευρώπη σε μεγάλο κλιματικό αποτύπωμα διαρκείας;