Όπως επισημαίνεται στη σύνοψή της, στόχος της μελέτης είναι η ανάδειξη των ευκαιριών και των προκλήσεων της μετάβασης στο νέο υπόδειγμα της κυκλικής οικονομίας και η εκτίμηση της επίδρασης στην ελληνική οικονομία από την πορεία επίτευξης των στόχων της εθνικής πολιτικής για την κυκλική οικονομία.
Κατανάλωση υλικών πόρων στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, η χρήση υλικών πόρων υποχώρησε σημαντικά την περίοδο 2010-2021, ενώ μεγάλο τμήμα των αναγκών της ελληνικής οικονομίας καλύφθηκε από εισαγωγές πρώτων υλών και εμπορευμάτων που ενσωματώνουν υλικούς πόρους. Το φυσικό εμπορικό ισοζύγιο υλικών πόρων παρέμεινε θετικό (οι φυσικές εισαγωγές είναι περισσότερες από τις φυσικές εξαγωγές), παρουσιάζοντας ωστόσο πτωτική τάση. Επιπλέον, η εξάρτηση από τις εισαγωγές υλικών πόρων ακολουθεί ανοδική τάση μετά το 2007.
Η ελληνική οικονομία παρουσιάζει χαμηλό βαθμό εισαγωγικής εξάρτησης στον εφοδιασμό υλικών από μη μεταλλικά ορυκτά (όπως τσιμέντο, ασβέστη, γυαλί και άλλα δομικά υλικά), ενώ αντίθετα υψηλός βαθμός εξάρτησης σημειώνεται στα μέταλλα και στα ορυκτά ενεργειακά υλικά. Η εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από εισαγωγές υλικών είναι υψηλότερη σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες υλικών σε σχέση με τον μέσο όρο στην ΕΕ-27.
Η κατανάλωση των υλικών πόρων ακολούθησε πτωτική πορεία την περίοδο 2010-2021. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση υλικών είναι χαμηλή σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ-27, ενώ πλέον κυριαρχείται από τα μη μεταλλικά ορυκτά υλικά, τις ορυκτές ενεργειακές πρώτες ύλες, τη βιομάζα και τα μέταλλα.
Παραγωγή, διαχείριση αποβλήτων και κυκλικότητα ελληνικής οικονομίας
Η Ελλάδα βρίσκεται στη 18η θέση σε όρους κυκλικότητας στην ΕΕ-27, καθώς μόνο το 5,4% των υλικών πόρων που χρησιμοποιούνται προέρχονται από ανακύκλωση —ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ-27 διαμορφώνεται στο 12,8%. Επιπλέον, φαίνεται πως η παραγωγή αποβλήτων στην Ελλάδα είναι ακόμα συνδεδεμένη με την πορεία της οικονομίας —αντίθετα, στην ΕΕ-27 φαίνεται να επιτυγχάνεται σχετική αποσύνδεση, έστω και σε μικρό βαθμό.
Παρά το γεγονός ότι η κατά κεφαλήν παραγωγή των αστικών στερεών αποβλήτων (ΑΣΑ) στην Ελλάδα είναι μόλις κατά 4,4% υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, σε όρους διαχείρισης η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ-27. Το μεγαλύτερο ποσοστό των παραγόμενων ΑΣΑ το 2019 εξακολουθεί να οδηγείται στην ταφή (77,6%). Εξίσου χαμηλή είναι και η επίδοση σε όρους ανακύκλωσης και κομποστοποίησης (19,9%), ενώ μόλις το 1,3% οδηγείται σε ενεργειακή ανάκτηση.
Σε συγκεκριμένα ρεύματα ΑΣΑ, ο ρυθμός παραγωγής αποβλήτων συσκευασίας αυξήθηκε το 2019, παραμένοντας στο μισό του ευρωπαϊκού μέσου όρου (ΕΕ-27) σε κατά κεφαλήν ποσότητες. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πορεία σύγκλισης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σχετικά με την ανακύκλωση των συσκευασιών συνολικά (60% αντί 64,8% στην ΕΕ-27). Στα επιμέρους υλικά συσκευασιών, οι ευρωπαϊκοί και οι εθνικοί στόχοι για την ανακύκλωση χάρτινων και μεταλλικών συσκευασιών για το 2025 έχουν επιτευχθεί, ενώ η χώρα βρίσκεται ακόμα σε σημαντική απόσταση σε πλαστικό, γυαλί και ξύλο.
Στα λοιπά ρεύματα, η κατά κεφαλήν παραγωγή αποβλήτων ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΑΗΗΕ) βρίσκεται χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ωστόσο δεν είναι ξεκάθαρο αν οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις επαρκούν για την επίτευξη του επιμέρους εθνικού στόχου. Επιπλέον, στην Ελλάδα καταγράφεται σημαντική υστέρηση στη συλλογή τόσο αποβλήτων ηλεκτρικών στηλών όσο και αποβλήτων εκσκαφών και κατεδαφίσεων (ΑΕΚΚ).
Η διαχείριση των οχημάτων τέλους κύκλου ζωής (ΟΤΚΖ) βρίσκεται σε καλά επίπεδα, ωστόσο ο προς διάθεση όγκος ΟΤΚΖ αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τρέχον στόλος οχημάτων ιδιωτικής χρήσης παραμένει ένας από τους γηραιότερους στην Ευρώπη, ενώ αναμένεται να εντατικοποιηθεί και η προσπάθεια εξηλεκτρισμού του στόλου. Η διαχείριση του πλεονάσματος τροφίμων και των σχετικών αποβλήτων παραμένει ένα μείζον περιβαλλοντικό και κοινωνικό ζήτημα. Η Ελλάδα είναι στην 5η υψηλότερη θέση στην ΕΕ-27 σε όρους ποσοστού του πληθυσμού που βρίσκεται σε επισιτιστική ανασφάλεια. Ταυτόχρονα, η κατά κεφαλήν παραγωγή αποβλήτων τροφίμων στην Ελλάδα διαμορφώνεται στα 142 κιλά ανά κάτοικο (στοιχεία 2015), επίδοση που κατατάσσει τη χώρα στην υψηλότερη θέση ανάμεσα στην ΕΕ-27.
Η απουσία συστήματος διαχείρισης για τα γεωργοκτηνοτροφικά απόβλητα δημιουργεί δυσκολίες τόσο στην εκτίμηση του όγκου του συγκεκριμένου ρεύματος όσο και στη διαχείρισή του, που συχνά συμβαίνει με μη ορθούς περιβαλλοντικούς τρόπους πλησίον του σημείου εφαρμογής (ταφή, καύση, κτλ.)
Θεσμικό πλαίσιο για την κυκλική οικονομία
Η μετάβαση στην κυκλική οικονομία αποτελεί βασική διάσταση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, στόχος της οποίας είναι η ανάδειξη της ευρωπαϊκής οικονομίας σε ανθρακικά ουδέτερη έως το 2050, η αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από τη χρήση φυσικών πόρων και η δίκαιη εφαρμογή της σε όλους τους Ευρωπαίους.
Επιπλέον, το ευρωπαϊκό Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία στοχεύει στη μείωση των παραχθέντων αποβλήτων και την ενίσχυση της χρήσης δευτερογενών υλικών, στην προώθηση περιβαλλοντικά βιώσιμων προϊόντων και τέλος στην ανάδειξη εκείνων των κλάδων που μπορούν να συνεισφέρουν περισσότερο στην επίτευξη των στόχων της κυκλικής οικονομίας. Κομβικής σημασίας είναι η αναθεωρημένη οδηγία-πλαίσιο για τα απόβλητα, στην οποία τίθενται συγκεκριμένοι στόχοι οριζόντιας ανακύκλωσης των ΑΣΑ για το 2025 (55%) και το 2030 (60%), ανακύκλωσης ανά είδος υλικού στα απόβλητα συσκευασίας και περιορισμού της ταφής στο 10% των διαχειριζόμενων αποβλήτων έως το 2035. Τέλος, θέματα διαχείρισης των λοιπών ρευμάτων αποβλήτων διέπονται από επιμέρους οδηγίες.
Το εθνικό πλαίσιο για την κυκλική οικονομία είναι πλέον πλήρως εναρμονισμένο με το ευρωπαϊκό. Περιλαμβάνει τον Εθνικό Σχεδιασμό για τη Διαχείριση Αποβλήτων (ΕΣΔΑ), το εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία και το Εθνικό Πρόγραμμα Πρόληψης Δημιουργίας Αποβλήτων, ενώ συμπληρώνεται από σειρά νομοθετημάτων που αφορούν στη διαχείριση συγκεκριμένων υλικών και ρευμάτων αποβλήτων. Στην επίτευξη των στόχων της κυκλικής οικονομίας συμβάλλει και ο κλιματικός νόμος που θεσπίζει την εφαρμογή των τομεακών προϋπολογισμών άνθρακα πενταετούς διάρκειας και στον τομέα των αποβλήτων, ενώ αυστηροποιεί τις διοικητικές κυρώσεις προς τους φορείς που σχετίζονται με τα συστήματα εναλλακτικής διαχείρισης συσκευασιών.
Οικονομικά εργαλεία για την ενίσχυση της εφαρμογής της κυκλικής οικονομίας και καλές πρακτικές
Η παραγωγή και η διαχείριση των στερεών αποβλήτων δημιουργούν εξωτερικότητες στο φυσικό περιβάλλον και στην οικονομία, οι οποίες μπορούν να αντιμετωπιστούν με τη χρήση κατάλληλων οικονομικών εργαλείων και ρυθμίσεων. Παραδείγματα τέτοιων εργαλείων αποτελούν τα συστήματα καταβολής και επιστροφής χρημάτων, το σύστημα «Πληρώνω Όσο Πετάω», η φορολόγηση της ταφής, καθώς και άλλα μέτρα πολιτικής όπως είναι η οικολογική σήμανση και οι Πράσινες Δημόσιες Συμβάσεις.
Στην Ελλάδα εφαρμόζονται ήδη αρκετές πρακτικές που μπορούν να αναπαραχθούν σε μεγαλύτερη έκταση συνεισφέροντας στην εφαρμογή της κυκλικής οικονομίας. Καλά τέτοια παραδείγματα αναγνωρίζονται στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα LIFE (ενδεικτικά: LIFE RE-WEEE για την ανακύκλωση ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών αποβλήτων, LIFE F4F - Food 4 Feed για τη δημιουργία ζωοτροφών από υπολείμματα τροφίμων). Επιπλέον, φορείς όπως η Τράπεζα Τροφίμων και το «Μπορούμε» συμμετέχουν ενεργά στην καλύτερη διαχείριση των πλεονασμάτων τροφίμων, που εναλλακτικά θα κατέληγαν ως απόβλητα σε ΧΥΤΑ, ενώ υπάρχουν και οργανισμοί που συλλέγουν και ανακυκλώνουν απόβλητα από τον πυθμένα της θάλασσας.
Ανάμεσα στις καλές πρακτικές που αναγνωρίστηκαν διεθνώς, συγκαταλέγονται ενδεικτικά ανταποδοτικά προγράμματα για την επαναχρησιμοποίηση δοχείων, η χρήση της τεχνολογίας για την έξυπνη διαχείριση απορριμμάτων, η εφαρμογή καινοτόμων λύσεων χημικής ανακύκλωσης πλαστικών, η δημιουργία τράπεζας υλικών αποβλήτων εκσκαφών και κατεδαφίσεων καθώς και η αποτελεσματική και καθολική εφαρμογή Πράσινων Δημόσιων Συμβάσεων.
Χρηματοδοτικά εργαλεία
Η μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία προϋποθέτει μια ριζική αναμόρφωση των διαδικασιών που υποστηρίζουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καταναλώνουμε σε όλο τον κύκλο ζωής τους, από τον σχεδιασμό τους μέχρι την αξιοποίησή τους μετά τη λήξη της ωφέλιμης ζωής τους. Αυτή η αναμόρφωση απαιτεί σημαντικούς επενδυτικούς πόρους για την ανάπτυξη των σχετικών υποδομών, διαδικασιών διαχείρισης, εφαρμογών και λύσεων. Επομένως, απαιτείται η μέγιστη δυνατή κινητοποίηση και αξιοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων από εθνικές πηγές και κοινοτικά προγράμματα και η μόχλευσή τους με ιδιωτικά κεφάλαια όπου αυτό είναι εφικτό.
Έργα στο πεδίο της κυκλικής οικονομίας θα μπορούσαν να αντλήσουν χρηματοδότηση από τον άξονα «Περιβάλλον, Ενέργεια και Κλιματική Αλλαγή της περιόδου 2021-2027» του ΕΣΠΑ 2021-2027, συνολικού προϋπολογισμού €3,61 δισ. Πόροι για δημόσιες επενδύσεις στον τομέα της κυκλικής οικονομίας θα μπορούσαν να αντληθούν και από το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης (ΕΠΑ) 2021-2025 μέσω του Τομεακού Προγράμματος του ΥΠΕΝ για την Πράσινη Ανάπτυξη, καθώς και από τα περιφερειακά προγράμματα του ΕΠΑ. Επιπλέον, δράσεις κυκλικότητας και διαχείρισης αποβλήτων μπορούν να λάβουν χρηματοδότηση και μέσω του Πράσινου Ταμείου, μέσω προγραμμάτων που καταρτίζονται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Δράσεις που σχετίζονται με την πράσινη μετάβαση μπορεί να λάβουν χρηματοδότηση και μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), με την ένταξή τους στο σχετικό σχέδιο, καθώς και στα εθνικά σχέδια για τη Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών, την Αναδάσωση, την Κυκλική Οικονομία και τη Βιοποικιλότητα. Ο σχετικός προϋπολογισμός από το ΤΑΑ ανέρχεται στα €1.762 εκατ., ενώ με τους εθνικούς πόρους που κινητοποιούνται διαμορφώνεται στα €2.345 εκατ.
Σημαντικά εργαλεία για τη διάθεση επενδυτικών πόρων διαχειρίζονται και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), η οποία χρηματοδοτεί απευθείας κομβικά επενδυτικά έργα υποδομών, ενώ στηρίζει και επενδύσεις σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέσα από προγράμματα που υλοποιούνται σε συνδυασμό με συνεργαζόμενους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Τέλος, για την ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογικών λύσεων, σημαντική στήριξη μπορεί να λάβουν εγχώρια σχέδια και μέσω κοινοτικών προγραμμάτων άμεσης χρηματοδότησης, όπως το Horizon Europe, το LIFE, το Interreg και άλλα.
Ο οικονομικός αντίκτυπος της μετάβασης στην κυκλική οικονομία
Η υλοποίηση επενδύσεων για τη δημιουργία υποδομών διαχείρισης αποβλήτων στην Ελλάδα με σκοπό τη μετάβαση προς το υπόδειγμα κυκλικής οικονομίας αναμένεται να ενισχύσει συνολικά το ΑΕΠ της χώρας με περισσότερα από €1,1 δισ. σωρευτικά σε ορίζοντα οκταετίας. Σε όρους εργασίας, η αναμενόμενη επίδραση υπολογίζεται συνολικά σε τουλάχιστον 37.000 ανθρωπο-έτη απασχόλησης. Τα οφέλη για το Δημόσιο από φόρους και εισφορές λόγω της δραστηριότητας που δημιουργείται από αυτές τις επενδύσεις υπολογίζονται σε περίπου €390 εκατ. στο σύνολο της περιόδου.
Εκτός από αυξημένες επενδύσεις, η μετάβαση προς το υπόδειγμα της κυκλικής οικονομίας συνδέεται και με δομικές αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών και στην αλληλεπίδραση μεταξύ των κλάδων της οικονομίας. Ο αντίκτυπος από αυτές τις αλλαγές για την ελληνική οικονομία εξαρτάται κρίσιμα από τον τρόπο με τον οποίο θα καλυφθούν οι ανάγκες της οικονομίας σε δευτερογενείς πόρους. Στον βαθμό που η εγχώρια ζήτηση για υλικά που προέρχονται από ανακύκλωση ή ανάκτηση καλύπτεται από εγχώριους προμηθευτές, αναμένεται να προκύψει σημαντικό όφελος για την εθνική οικονομία. Ειδικότερα, ο καθαρός αντίκτυπος σε αυτό το σενάριο σε όρους ΑΕΠ υπολογίζεται σε €70 εκατ. το 2030, ενώ σε όρους απασχόλησης ανέρχεται σε 44 χιλ. θέσεις εργασίας, καθώς η δημιουργία θέσεων εργασίας σε εγχώριες υπηρεσίες ανάκτησης υλικών και επισκευής προϊόντων υπερκαλύπτει τις απώλειες που αναμένεται να σημειωθούν σε άλλους κλάδους (όπως κατασκευές και καταλύματα).
Αντίθετα, εάν δεν αναπτυχθούν επαρκώς οι εγχώριες δραστηριότητες ανακύκλωσης και ανάκτησης και η εγχώρια ζήτηση για δευτερογενείς πρώτες ύλες καλυφθεί αποκλειστικά από εισαγωγές, ο αντίκτυπος για την ελληνική οικονομία αναμένεται να είναι αρνητικός. Ειδικότερα, οι απώλειες σε αυτό το σενάριο σε όρους ΑΕΠ υπολογίζονται σε €220 εκατ., ενώ σε όρους απασχόλησης η ελληνική οικονομία αναμένεται να υποστεί μείωση κατά 19 χιλ. θέσεις εργασίας. Επομένως, η ισχυρή ανάπτυξη του εγχώριου τομέα ανακύκλωσης, ανάκτησης υλικών και επισκευής προϊόντων αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να έχει η μετάβαση στην κυκλική οικονομία, πέρα από σημαντικά περιβαλλοντικά οφέλη, θετικό αντίκτυπο σε όρους εισοδημάτων και απασχόλησης για την Ελλάδα.
Προτάσεις πολιτικής
Η μετάβαση στην κυκλική οικονομία βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο της πολιτικής για τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης. Αποτελεί ένα πολυδιάστατο εγχείρημα, το οποίο απαιτεί συντονισμό, πολύπλευρες πρωτοβουλίες και καινοτομίες τόσο σε οργανωτικό όσο και σε τεχνολογικό επίπεδο. Οι παρακάτω προτάσεις πολιτικής λαμβάνουν υπόψη τα υφιστάμενα εμπόδια προς τη μετάβαση στο υπόδειγμα της κυκλικής οικονομίας αλλά και τις ευκαιρίες τόσο για το φυσικό περιβάλλον όσο και για την ελληνική οικονομία.