Η ενεργειακή ανάκτηση της δασικής βιομάζας και των υποπροϊόντων και υπολειμμάτων της γεωργικής δραστηριότητας μπορεί να συμβάλει στη μείωση του φορτίου καυσίμου στα δάση και στο άμεσο περιβάλλον χωριών και πόλεων στις μεσογειακές χώρες.
Αυτή η μείωση στην ποσότητα της περίσσειας βιομάζας αυξάνει την ανθεκτικότητα των δασών - τα οποία απειλούνται ολοένα και περισσότερο από την κλιματική αλλαγή και την άνοδο της θερμοκρασίας - και μειώνει τον κίνδυνο μεγάλων δασικών πυρκαγιών, οι οποίες έχουν αυξηθεί σημαντικά σε επίπτωση και σφοδρότητα στην Ευρώπη και παγκοσμίως στην περασμένη δεκαετία. Η χρήση της αφαιρεθείσας βιομάζας σε εφαρμογές βιοενέργειας και βιοοικονομίας μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της οικονομικής βιωσιμότητας της προστασίας των δασών, παρέχοντας ταυτόχρονα οφέλη για το κλίμα μέσω της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας που αντικαθιστά τις πηγές ενέργειας από ορυκτά καύσιμα.
Ωστόσο, ο περιορισμός του πυροθερμικού φορτίου, μέσω της απομάκρυνσης της υπερβάλλουσας δασικής βιομάζας και της διαχείρισης των υπολειμμάτων της γεωργικής δραστηριότητας, πρέπει να πραγματοποιείται με τις μέγιστες εγγυήσεις βιωσιμότητας και ασφάλειας, όπως ορίζονται από τους διαφορετικούς ευρωπαϊκούς και εθνικούς.
Για να βοηθηθούν δημόσιοι φορείς, εταιρείες και ιδιώτες να το αποδείξουν αυτό, υπάρχουν εργαλεία όπως σχέδια δασικής διαχείρισης και ανεξάρτητα συστήματα πιστοποίησης, τα οποία εγγυώνται τη βιωσιμότητα της δασικής εκμετάλλευσης και της δασοκομίας ή της γεωργικής βιομάζας που χρησιμοποιείται ειδικά στον ενεργειακό τομέα (όπως το σύστημα SURE). Τα συστήματα αυτά επαληθεύουν μέσω ελέγχου ανεξάρτητων φορέων (third-party audits) ότι η διαχείριση των δασών γίνεται με βιώσιμο και υπεύθυνο τρόπο και ότι η βιομάζα συλλέγεται και αξιοποιείται εμπορικά, διασφαλίζοντας αρχές βιωσιμότητας και ιχνηλασιμότητας, από την προέλευση αυτής και σε όλο το μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των μονάδων παραγωγής βιοενέργειας.
Γιατί οι δασικές πυρκαγιές είναι πιο επικίνδυνες τώρα από ότι ήταν πριν τέσσερις δεκαετίες;
Το μεσογειακό φυσικό περιβάλλον μετατρέπεται σε ένα συνεχές δασικό τοπίο που συσσωρεύει μεγάλη ποσότητα βιομάζας, ζωντανής και νεκρής, με τη μορφή δέντρων και θάμνων, σε ένα πλαίσιο κλιματικής αλλαγής και συνεχώς αυξανόμενων θερμοκρασιών, σε συνδυασμό με χαμηλότερη υγρασία και ισχυρότερους ανέμους. Αυτή η βιομάζα βρίσκεται κοντά σε αστικές περιοχές και ανθρώπινες υποδομές. Επιπλέον, η εγκατάλειψη αγροτικών περιοχών και δασών χαμηλής οικονομικής αξίας οδήγησε στη δημιουργία μεγάλων δασικών εκτάσεων που παρέμειναν αδιαχείριστες και με μεγάλη συσσώρευση καυσίμου με την πάροδο των ετών.
Αυτός ο συνδυασμός παραγόντων επιτρέπει στις δασικές πυρκαγιές να εξελιχθούν απροσδόκητα και γρήγορα σε πυρκαγιές πολύ υψηλής έντασης και ταχύτητας, εξαιρετικά επικίνδυνες για το δάσος και τη βιοποικιλότητά του, αλλά και για τα υλικά αγαθά και κυρίως για τους ανθρώπους.
Πρόληψη έναντι κατάσβεσης
Τα τελευταία χρόνια οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η συμπεριφορά των δασικών πυρκαγιών αλλάζει δραστικά σε σύγκριση με προηγούμενα μοντέλα πρόβλεψης. Όλο και πιο συχνά παρατηρούνται φαινόμενα μεταφοράς που προκαλούν αλλαγές στην ατμόσφαιρα, οι οποίες με την σειρά τους οδηγούν σε πυρκαγιές ικανές να εξαπλώσουν νέες πηγές ανάφλεξης πολύ γρήγορα και σε μεγάλες αποστάσεις. Αυτό σημαίνει ότι η φωτιά «πηδά» αποστάσεις εκατοντάδων μέτρων, πολύ πέρα από τις ζώνες ασφαλείας που συνιστώνταν στα προηγούμενα σχέδια ασφάλειας και πυροπροστασίας.
Στην Ισπανία, αυτές οι πυρκαγιές, γνωστές ως πυρκαγιές έκτης γενιάς, αντιπροσωπεύουν μόνο το 1,2% του αριθμού των πυρκαγιών, αλλά ευθύνονται για σχεδόν το 90% της καμένης έκτασης. Στην Ελλάδα, οι «μεγαπυρκαγιές» (megafires) έχουν κάψει πάνω από 4,2 εκατομμύρια εκτάρια τα τελευταία 21 χρόνια, συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων πυρκαγιών που έχει καταγράψει το σύστημα Copernicus στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, οι οποίες κατέκαψαν μια έκταση άνω των 72.000 εκταρίων στην περιοχή του Έβρου και κοντά στην πόλη της Αλεξανδρούπολης τον Αύγουστο του 2023, με καταστροφικές κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Οι περισσότεροι δασολόγοι και πυροσβέστες συμφωνούν στην ανάγκη προληπτικών δασικών παρεμβάσεων για τη μείωση του φορτίου καυσίμου και τον περιορισμό της έντασης των πυρκαγιών για να αποτραπούν από το να γίνουν οι επίφοβες δασικές πυρκαγιές μεγάλης ή έκτης γενιάς. Αυτές οι εξαιρετικά έντονες και ταχέως εξαπλούμενες πυρκαγιές έχουν καταστροφικές συνέπειες, καθώς ξεπερνούν εντελώς την ικανότητα κατάσβεσης ορισμένων από τις πιο εξειδικευμένες πυροσβεστικές δυνάμεις στον κόσμο.
Δεδομένων των στοιχείων ότι αυτού του είδους οι πυρκαγιές αυξάνονται, οι ειδικοί των δασικών πυρκαγιών ζητούν περισσότερη διαχείριση της γης και όχι περισσότερους πόρους κατάσβεσης από τις αρμόδιες αρχές. Η συγκομιδή της δασικής βιομάζας παίζει σημαντικό ρόλο στη συνολική διαχείριση των δασικών εκτάσεων και στην πρόληψη της εκδήλωσης αυτών των δασικών πυρκαγιών.
Ο στόχος της προληπτικής διαχείρισης των δασών (συμπεριλαμβανομένης της συγκομιδής δασικής βιομάζας) είναι να διατηρηθεί το φορτίο βιοκαυσίμων κάτω από 10 τόνους ανά εκτάριο στις περιοχές υψηλότερου κινδύνου για να διασφαλιστεί ότι η πυρκαγιά, σε περίπτωση που ξεσπάσει, μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιτυχία[1] και ασφάλεια από το προσωπικό δασοπυρόσβεσης.[2]
Η ευκαιρία αξιοποίησης της βιομάζας για την καταπολέμηση των πυρκαγιών και την απόκτηση άλλων οφελών
Η ανάκτηση ενέργειας από βιομάζα και άλλες δραστηριότητες που συνδέονται με την οικονομία της βιοενέργειας μπορούν να μετατρέψουν μια απειλή σε ευκαιρία, καθώς συμβάλλουν σε:
- Περιορισμό του κινδύνου μεγάλων δασικών πυρκαγιών και των επιπτώσεών τους στη βιοποικιλότητα και την ασφάλεια ανθρώπων και περιουσιών.
- Μείωση του κόστους ενέργειας και της εξάρτησης σε εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα αντικαθιστώντας τα με τοπικά διαθέσιμη βιομάζα σε λέβητες και δίκτυα θέρμανσης.
- Μετριασμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα μέσω της αντικατάστασης ορυκτών καυσίμων και της μείωσης της πιθανότητας εκδήλωσης μεγάλων δασικών πυρκαγιών.
- Πλήρη ή τουλάχιστον μερική χρηματοδότηση προληπτικών δασικών παρεμβάσεων για την προστασία των δασών και των πολιτών.
Η βιωσιμότητα της ανάκτησης ενέργειας από βιομάζα αξιολογείται προσεκτικά από την Οδηγία της ΕΕ για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (EU Renewable Energy Directive RED-II/III) και τη μεταφορά της στην εθνική νομοθεσία από κάθε κράτος μέλος και επαληθεύεται στο πεδίο μέσω συστημάτων πιστοποίησης όπως το SURE (Sustainable Resources Verification Scheme).
Το σύστημα επαλήθευσης βιωσιμότητας βιομάζας SURE προωθεί την αειφόρο διαχείριση των δασών και μπορεί να αξιοποιηθεί ως ένα πρακτικό εργαλείο του Μεσογειακού τομέα διαχείρισης δασικής βιομάζας για την πρόληψη και μετριασμό των κινδύνων που σχετίζονται με τις δασικές πυρκαγιές.
Η Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας ΕΛΕΑΒΙΟΜ | HellaBiom αποτελεί εθνικό υποστηρικτικό φορέα του συστήματος SURE στην Ελλάδα, όπως αντίστοιχα η Ισπανική Ένωση Βιοενέργειας AVEBIOM στην Ισπανία.