«Αντικείμενο της έρευνας που είναι ακόμη σε εξέλιξη, είναι να εξετάσουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και ειδικότερα του φαινομένου της αστικής θερμικής νησίδας αλλά και της περιβαλλοντικής μόλυνσης από την κυκλοφορία των αυτοκινήτων σε τρεις περιοχές της πόλης και να τις συγκρίνουμε με βάση τα διαφορετικά κοινωνικά, πολεοδομικά και πληθυσμιακά χαρακτηριστικά τους. Οι περιοχές είναι το κέντρο και συγκεκριμένα η οδός Τσιμισκή, η περιοχή Μαρτίου και η ομώνυμη οδός και ο Εύοσμος και η οδός Καραολή και Δημητρίου» εξηγεί στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Δρ Απόστολος Παπαγιαννάκης, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ και επιβλέπων στη διδακτορική έρευνα του υποψήφιου διδάκτορα Νικόλαου Συλλίρη.
H διερεύνηση των επιπτώσεων του φαινομένου της αστικής θερμικής νησίδας στους επιλεγμένους οδικούς άξονες έγινε μέσω προσομοίωσης των συνθηκών του μικροκλίματος στις περιοχές των οδών, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη χρήση του εξειδικευμένου περιβαλλοντικού λογισμικού.
«Συγκεντρώθηκαν μετρήσεις της περιόδου 2012- 2022 όσον αφορά τη θερμοκρασία και τα φαινόμενα καύσωνα και δεδομένα από τους σταθμούς ρύπων που υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη έτσι ώστε να προσομοιωθεί, μέσω κατάλληλων λογισμικών που αφορούν τον περιβαλλοντικό σχεδιασμό, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Επιλέχθηκε η πιο θερμή μέρα της δεκαετίας που εντοπίστηκε και ήταν στις 03/08/2021 και εκτιμήσαμε τη θερμική άνεση για τους χρήστες του δημόσιου χώρου. Αποδείχθηκε ότι με μία θερμοκρασία περιβάλλοντος γύρω στους 40 βαθμούς, η θερμική άνεση είναι πολύ πιο επιβαρυμένη γιατί προστίθεται στη θερμοκρασία και όλο το δομημένο περιβάλλον και οι επιπτώσεις του από τα υλικά που χρησιμοποιούνται και η κυκλοφορία των οχημάτων, άρα αυξάνεται κατά 10 μονάδες περίπου αυτό που αισθάνεται ο πολίτης» λέει ο κ.Παπαγιαννάκης.
Τα αποτελέσματα για την θερμότερη μέρα της δεκαετίας (03.08.2021) εστιάζουν στη θερμότερη ώρα, στις 16:00μμ, όπου καταγράφονται 41οC στο κέντρο, 39οC στο Ντεπώ και 43οC στον Εύοσμο με την μικρότερη σχετική υγρασία 16%.
«Ωστόσο ο δείκτης PET, αν η θερμοκρασία για παράδειγμα είναι 40 βαθμοί Κελσίου, αυξάνεται κατά 10 περίπου μονάδες. Ο PET είναι ο δείκτης θερμικής άνεσης που αποτελεί ένα μέτρο της θερμικής καταπόνησης του ανθρώπου στο δημόσιο χώρο. Οι δείκτες PET καταδεικνύουν ότι ένα άτομο μέσης ηλικίας υπόκειται σε ακραία θερμική επιβάρυνση όταν βρίσκεται σε ασκίαστες περιοχές και ειδικά όταν διασχίζει ως πεζός το οδόστρωμα» εξηγεί ο κ.Παπαγαννάκης.
Όπως προτείνεται στην έρευνα, ειδικότερα στην οδό Τσιμισκή, οι παρεμβάσεις περιορισμού της μηχανοκίνητης κυκλοφορίας σε συνδυασμό με τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον υλικών στο δημόσιο χώρο (π.χ. ψυχρά δάπεδα, φωτοκαταλυτικά και πορώδη υλικά) μπορούν να μειώσουν σημαντικά το φαινόμενο της θερμικής νησίδας και να μετριάσουν τους αέριους ρύπους. Ο δείκτης θερμικής άνεσης μπορεί να μειωθεί έως και 10 ° C σε καλά σκιασμένες θέσεις ενώ τα οξείδια του αζώτου μπορούν να μειωθούν έως και 87% όταν εξετάζεται ένα πιο ριζοσπαστικό σενάριο πεζοδρόμησης.
«Με βάση αυτά τα δεδομένα, θελήσαμε να προτείνουμε επεμβάσεις που έχουν στόχο την ανθεκτικότητα και τον περιβαλλοντικό ανασχεδιασμό των οδών στις 3 περιοχές. Στην έρευνα που είναι σε εξέλιξη, προτείνεται η ενίσχυση των πράσινων υποδομών - των δενδροφυτεύσεων και του αστικού πρασίνου, πεζοδρομήσεις και χρήση βιοκλιματικών υλικών. Τεκμηριώνεται άλλωστε ότι είναι απαραίτητη στη Θεσσαλονίκη η εφαρμογή μιας στρατηγικής μετριασμού και προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, η οποία να συνδυάζει την προώθηση της βιώσιμης κινητικότητας με τον περιβαλλοντικό ανασχεδιασμό του δημόσιου χώρου των οδών» κατέληξε ο κ.Παπαγιαννάκης.