Πρώτα το «αλαλούμ» με τις επιστροφές χρημάτων των επιδοτήσεων ηλεκτρικού ρεύματος και τώρα η εκτόξευση στις τιμές της χονδρεμπορικής, επιβεβαιώνουν την παντελή αποτυχία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Για άλλη μία φορά, αναδεικνύεται ο επικοινωνιακός χαρακτήρας διακυβέρνησης. Ενώ το πρόβλημα των υψηλών χονδρεμπορικών τιμών είναι γνωστό, τουλάχιστον εδώ και ένα μήνα, έπρεπε οι τιμές να «πετάξουν» στα 650 €/MWh! (τιμή στην προ-ημερήσια αγορά του ελληνικού χρηματιστηρίου για τις 16/07/2024, στις 20:00-21:00 CET) για να κινητοποιηθεί το αρμόδιο Υπουργείο, συγκαλώντας έκτακτη σύσκεψη με την ΡΑAEΥ.
Σχετικά με τη σημερινή σύσκεψη:
Το Υπουργείο, μέσω διαρροών επιδιώκει να επαναφέρει το μηχανισμό πλαφόν στη χονδρεμπορική ή τις επιδοτήσεις στα τιμολόγια, σε μια περίοδο που απαγορεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ας κρατήσουμε μικρό καλάθι, διότι ακόμη και την εποχή που μπορούσε να γίνει αυτό στην ενεργειακή κρίση, η κυβέρνηση τα έκανε «μπάχαλο». Είδαμε τι έγινε με την επιστροφή 800 εκ. € στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, έρχονται ακόμη 130 εκ € επιστροφές επιδοτήσεων για το τέλος ΑΠΕ και αναμένονται άλλα 120εκ € ακόμη! Σύνολο πάνω από 1 δις € σε επιστροφές επιδοτήσεων ρεύματος, επειδή η κυβέρνηση εφάρμοσε με λάθος τρόπο τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες. Δυστυχώς, την κυβερνητική αλαζονεία του 41% και τους ερασιτεχνισμούς, τα πληρώνει ο ελληνικός λαός ετεροχρονισμένα και πανάκριβα.
Η ενεργειακή κρίση με τις υψηλές τιμές φυσικού αερίου έχει τελειώσει, αλλά οι Έλληνες καλούνται να πληρώσουν πανάκριβα το ηλεκτρικό ρεύμα ακόμη και τώρα. Αυτό συμβαίνει, διότι η τιμή της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρισμού, κατά κύριο λόγο εξαρτάται από την ολιγοπωλιακή δομή της αγοράς και τις στρεβλώσεις της. Φαίνεται εξάλλου, από το γεγονός ότι οι ακραίες τιμές εμφανίζονται συγκεκριμένες ώρες της ημέρας (βραδινές), όταν παύουν να προσφέρουν ενέργεια οι ΑΠΕ (φωτοβολταϊκά) και στο ενεργειακό μίγμα εισέρχονται οι μονάδες φυσικού αερίου οι οποίες και καθορίζουν τη χονδρεμπορική τιμή αγοράς.
Προφανώς, η κυβέρνηση θα προφασιστεί ότι το πρόβλημα είναι αποκλειστικά εξωγενές – για πολλοστή φορά. Ήδη ο αρμόδιος Υπουργός φρόντισε να συνδέσει τις υψηλές τιμές, με το ότι βρίσκεται εκτός ο μεγάλος πυρηνικός σταθμός στο Κοζλουντούι στην Βουλγαρία καθώς και στις μειωμένες μεταφορικές ικανότητες των διασυνδέσεων στην ευρύτερη περιοχή π.χ Σερβίας – Ουγγαρίας & Βουλγαρίας – Ρουμανίας.
Είναι δεδομένο, πλέον, ότι τα συσσωρευμένα προβλήματα ακρίβειας δεν μπορούμε να τα ρίχνουμε μονίμως σε εξωγενείς παράγοντες. Βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής ηλεκτρικής αγοράς, όπως η ολιγοπωλιακή δομή με 4 μεγάλους καθετοποιημένους παίκτες, το συντριπτικό ποσοστό συμμετοχής της παραγόμενης ενέργειας που διαπραγματεύεται μέσω του χρηματιστηρίου (spot αγορά επόμενης ημέρας) με την απευθείας μετακύλιση των χονδρεμπορικών τιμών στην λιανική αγορά), οι μεγάλες καθυστερήσεις στην υλοποίηση μονάδων αποθήκευσης (storage), η μικρή μεταφορική ικανότητα των διεθνών διασυνδέσεων και η επιμονή στο φυσικό αέριο ως μεταβατικό καύσιμο σε ακόμη μεγαλύτερο βάθος χρόνου, οδηγούν σε αυτές τις τιμές.
Η κυβέρνηση δεν κατάφερε να λύσει κανένα από τα προβλήματα αυτά, είναι ανήμπορη να δώσει λύσεις προς όφελος του τελικού καταναλωτή, επειδή αφήνει ανεξέλεγκτη την αγορά και δεν θέλει να πειράξει την ολιγαρχία της ενέργειας.
Πέρυσι, με διπλάσιες τιμές φυσικού αερίου, είχαμε τις ίδιες τιμές ρεύματος στη χονδρεμπορική. Πώς δικαιολογείται, επομένως, αυτό;
Δεν είναι η κρίση. Είναι η ανικανότητα να συγκρουστούν και να ελέγξουν. Είναι η εκούσια απόφαση να αφήσει τις Ανεξάρτητες Αρχές, όπως τη ΡΑΕΕΥ υποστελεχωμένες.