«Ακριβά λιπάσματα, ακριβά σιτηρά, ακριβό ψωμί και ανατιμήσεις σε όλη τη διατροφική αλυσίδα».
Με αυτόν τον τρόπο ο Σύνδεσμος Παραγωγών και Εμπόρων Ελλάδας (ΣΠΕΛ) περιγράφει την κατάσταση στην αγορά λιπασμάτων με την ευρωπαϊκή βιομηχανία να μειώνει την παραγωγή και τα εργοστάσια το ένα μετά το άλλο να κατεβάζουν διακόπτες.
Το 50% των τροφίμων οφείλεται στα λιπάσματα. Ελλείψεις στην παραγωγή σημαίνει νέα εκτίναξη τιμών ακόμη και κίνδυνο ελλείψεων επισημάνθηκε από το προεδρείο του Συνδέσμου κατά τη διάρκεια χθεσινής συνέντευξης τύπου.
Ο ΣΠΕΛ, με αφορμή τον νέο ευρωπαϊκό κανονισμό για τα λιπάσματα που ισχύει από τις 16 Ιουλίου έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για ελλείψεις προϊόντων λίπανσης στην αγορά αλλά και για αυξήσεις του κόστους παραγωγής αγροτικών προϊόντων με αποτέλεσμα υψηλότερες τιμές στα ράφια.
Πάνω από 60% οι ανατιμήσεις στα λιπάσματα
Οι ανατιμήσεις στα λιπάσματα έχουν ξεπεράσει το 60% με το μεγαλύτερο μέρος να έχει πυροδοτηθεί μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η εγχώρια αγορά λιπασμάτων από τα 300 εκατ. ευρώ που ήταν το 2019 πλέον κινείται πέριξ των 500 εκατ. ευρώ, όπως επισημάνθηκε από τους εκπροσώπους του κλάδου.
Η αμμωνία ένα από τα βασικά ανόργανα λιπάσματα για τις καλλιέργειες έχει δεκαπλασιαστεί ενώ ενδεικτικά αναφέρεται ότι ένα τσουβάλι αζωτούχο λίπασμα κόστιζε 11 ευρώ και σήμερα το κόστος του ανέρχεται στα 25 ευρώ.
Μετά από μια τριετία πανδημίας, η δύσκολη πορεία έρχεται να επισφραγιστεί με μία πολεμική σύρραξη, όπου οι εμπλεκόμενες χώρες Ρωσία και Ουκρανία, κατέχουν ένα μεγάλο κομμάτι της ευρωπαϊκής αγροτικής παραγωγής, όσο και ένα μεγάλο κομμάτι πάνω από 40% της παραγωγής λιπασμάτων στην Ευρώπη, σημείωσε ο πρόεδρος του ΣΠΕΛ, Δημήτρης Ρουσσέας.
Ανέφερε μάλιστα, ότι ήδη η λιπασματοβιομηχανία στην Ευρώπη ανακοινώνει ότι τα εργοστάσια, τα οποία εξαρτώνται στενά από την χρήση φυσικού αερίου, προχωρούν σε μείωση ή ακόμα και διακοπή παραγωγής με ότι αυτό σημαίνει.
Η SKW Piesteritz, ο μεγαλύτερος παραγωγής αμμωνίας, ουρίας και αζώτου στη Γερμανία κατέβασε τους διακόπτες και περιμένει βοήθεια από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για να επανεκκινήσει την παραγωγή. Λουκέτο έχουν βάλει και άλλες χημικές βιομηχανίες ενώ η μείωση παραγωγής θα ενταθεί περαιτέρω με την εφαρμογή των μέτρων για περαιτέρω περιορισμό κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Ο ευρωπαϊκός κανονισμός και η προαιρετικότητα
Την Πέμπτη το πρωί και λίγη ώρα πριν τη συνέντευξη του Συνδέσμου Παραγωγών και Εμπόρων Λιπασμάτων αναρτήθηκε στη Διαύγεια η Κοινή Υπουργική Απόφαση, που αξιοποιεί το παράθυρο της ευρωπαϊκής οδηγίας και δίνει τη δυνατότητα παραγωγής και εμπορίας με την εθνική νομοθεσία. Η παράταση είναι μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου 2022 κάτι το οποίο, όπως επισημαίνουν οι εκπρόσωποι του κλάδου είναι δώρο άδωρον. Βέβαια στο ερώτημα γιατί οι επιχειρήσεις δεν προετοιμάστηκαν τα τελευταία σχεδόν δύο χρόνια, που γνωρίζουν ότι αλλάζει το καθεστώς οι απαντήσεις περιορίστηκαν στο ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν τους απαιτουμένους πόρους για να προχωρήσουν.
Αναφορικά με το κόστος της επένδυσης για τη συμμόρφωση με την ευρωπαϊκή οδηγία επισημάνθηκε ότι είναι αρκετά υψηλός χωρίς ωστόσο να προσδιοριστεί.
Όπως είπε ο πρώην πρόεδρος του ΣΠΕΛ και διευθύνων σύμβουλος και αντιπρόεδρος της Eurochem Agro Hellas, ο νέος κανονισμός για μια μεγάλη εταιρεία, που δουλεύει με προϊόντα brands, δεν είναι πρόβλημα. Οι μικρές επιχειρήσεις δεν έχουν τους πόρους να αντεπεξέλθουν ενώ έθεσε και θέμα ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος στις εξαγωγές.
Ο νέος ευρωπαϊκός κανονισμός για τα προϊόντα λίπανσης που ισχύει από τις 16 Ιουλίου και αντικαθιστά τον προηγούμενο του 2003 δεν προβλέπει την υποχρεωτική εφαρμογή του, δυνατότητα, την οποία ήδη έχουν αξιοποιήσει Ισπανία, Πορτογαλία και άλλες χώρες.