Τρίτο υψηλότερο κόστος πανευρωπαϊκά στο ρεύμα οικιακών καταναλωτών, μετά την Πορτογαλία και τη Νορβηγία έχει η Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων φόρων, τελών και επιδοτήσεων, σύμφωνα με έκθεση του ACER.
Αναλυτικότερα, ο Έλληνας πολίτης πλήρωνε ανέκαθεν ακριβά το ηλεκτρικό ρεύμα σε σχέση φυσικά με την αγοραστική του δύναμη. Το 2020 η Ελλάδα βρέθηκε στην 5η θέση στον κατάλογο της ακρίβειας και για το 2022 σκαρφάλωσε στην 3η θέση.
Σε ότι αφορά τις επιδοτήσεις, ο ACER επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα προσφέρει τις υψηλότερες σε όρους ΑΕΠ, καθώς ξεπερνούν το 3,5%.
Παρόμοια είναι και η εικόνα που επικρατεί και στο τελικό κόστος του φυσικού αερίου, όπου η Ελλάδα είναι και πάλι στην τρίτη θέση, αυτή τη φορά μετά τη Βουλγαρία και τη Γερμανία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα είχε την τέταρτη μεγαλύτερη άνοδο του κόστους ηλεκτρισμού για νοικοκυριά στην Ευρώπη από το 2014 ως το 2020 και την τρίτη μεγαλύτερη στο φυσικό αέριο.
Σε ό,τι αφορά στους έξυπνους μετρητές και εκεί η Ελλάδα έχει αρνητικό ρεκόρ αφού το 2021 ήταν η χώρα με τη λιγότερη διείσδυση, όπως τονίζεται στην έκθεση του ACER. Μάλιστα, η χώρα είναι τελευταία με απόσταση στον σχετικό κατάλογο.
Πιο αναλυτικά, η Ελλάδα βρίσκεται στο 3% διείσδυσης έναντι 54% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, με την Πολωνία, που είναι η αμέσως επόμενη, να είναι κοντά στο 15%.
Στην έκθεση τονίζεται ότι η έλλειψη έξυπνων μετρητών είναι εμπόδιο στην ενισχυμένη συμμετοχή των καταναλωτών στην αγορά.
Στην εγχώρια λιανική αγορά παρατηρείται ακόμα περιορισμός της αλλαγής προμηθευτή τα τελευταία χρόνια εκ μέρους των καταναλωτών.
Επιπλέον, η Ελλάδα το 2021 ήταν πρώτη στις διακοπές ρεύματος, λόγω οφειλών προς τους προμηθευτές.
Πρώτη ήταν και το 2020 η χώρα μας στο ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών των ευάλωτων νοικοκυριών με 50% ποσοστό έναντι 14,6% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Και τέλος, σε ό,τι αφορά στην ικανότητα των καταναλωτών να θερμάνουν το σπίτι τους, η χώρα μας ήταν το 2020 τρίτη χειρότερη μετά τη Βουλγαρία και την Κύπρο.