Σημαντικός μοχλός διαμόρφωσης του κόστους στέγασης αναδεικνύονται οι τιμές ενέργειας. Μετά το άλμα στο κόστος θέρμανσης που συμπαρέσυρε στα ύψη το κόστος στέγασης το 2022, η αποκλιμάκωση των τιμών ενέργειας στο πρώτο πεντάμηνο του έτους οδήγησε σε μονοψήφια μείωση.
Σύμφωνα με το εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων της Alpha Bank σημαντική πτώση του κόστους στέγασης, το οποίο προσεγγίζεται από τη σχετική υποκατηγορία του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το κόστος θέρμανσης και συντήρησης και το ενοίκιο καταγράφεται στη χώρα μας, από τις αρχές του 2023.
Και αυτό, καθώς το πρώτο πεντάμηνο του έτους μειώθηκε κατά 8,8% σε ετήσια βάση, έναντι ανόδου κατά 30,6%, το πρώτο πεντάμηνο του 2022.
Παράλληλα, σε μια αντιστροφή της εικόνας του περασμένου έτους, όταν η ραγδαία αύξηση του ενεργειακού κόστους αποτέλεσε την κύρια αιτία ανόδου του κόστους στέγασης, η αποκλιμάκωση των τιμών της ενέργειας αποτέλεσε τον βασικότερο παράγοντα μείωσής του, τους πρώτους μήνες του 2023.
Σε θετικό έδαφος το φυσικό αέριο
Ο δείκτης που αφορά στο κόστος θέρμανσης το 2022 αυξήθηκε κατά 50,8%, ενώ όλες οι υποομάδες του κατέγραψαν σημαντική αύξηση, με το φυσικό αέριο να έχει σημειώσει τη μεγαλύτερη αύξηση κατά περίπου 105%, ενώ ακολούθησε το πετρέλαιο θέρμανσης με αύξηση 45,1% και ο ηλεκτρισμός με αύξηση 43,1%.
Η εικόνα αυτή αντιστράφηκε, το πρώτο πεντάμηνο του 2023, καθώς η πτώση των τιμών της ενέργειας οδήγησε σε σημαντική μείωση του ΕνΔΤΚ-Στέγαση που οφείλεται στην εξέλιξη των τιμών ενέργειας (-16,3%) και κυρίως των υποομάδων του, όπως ο ηλεκτρισμός (-23,8%) και το πετρέλαιο θέρμανσης (-13,6%) . Αντίθετα ,η υποομάδα των τιμών φυσικού αερίου διατηρήθηκε σε θετικό έδαφος αν και με σημαντικά ηπιότερο ρυθμό σε σύγκριση με το ίδιο διάστημα πέρυσι (2,1% σε ετήσια βάση, από 80% το πρώτο πεντάμηνο του 2022).
Η μείωση του κόστους στέγασης, σύμφωνα με την ανάλυση της Alpha Bank, συνέβη παρά την ύπαρξη αντίρροπων δυνάμεων οι οποίες ασκούν αυξητική επίδραση στο κόστος στέγασης, όπως η άνοδος που καταγράφηκε στις τιμές των ενοικίων και των επιτοκίων. Ειδικότερα, οι τιμές των ενοικίων, μετρούμενες από τον ΕνΔΤΚ-Ενοίκια, αυξήθηκαν κατά 4%, κατά μέσο όρο, το πρώτο πεντάμηνο του έτους.
Η αύξηση, αν και με ήπιο ρυθμό, των τιμών των ενοικίων, δηλαδή των αποδόσεων των ακινήτων, συνάδει με την άνοδο της αξίας των ακινήτων. Συγκεκριμένα, οι ονομαστικές τιμές των κατοικιών διατήρησαν, το πρώτο τρίμηνο του έτους, έντονα ανοδική πορεία, με τον δείκτη τιμών οικιστικών ακινήτων να καταγράφει σημαντική αύξηση κατά 14,5% σε ετήσια βάση η οποία προήλθε από την άνοδο των τιμών τόσο των νέων κατοικιών (έως 5 ετών) κατά 12,8%, όσο και των παλαιών κατοικιών (άνω των 5 ετών) κατά 15,6%. Παρά το γεγονός ότι ανάκαμψη του δείκτη τιμών των κατοικιών σημειώθηκε από το πρώτο τρίμηνο του 2018, με μια προσωρινή επιβράδυνση του ρυθμού ανόδου κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ο δείκτης δεν έχει καλύψει πλήρως τις απώλειες που υπέστη κατά τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας. Ωστόσο, η αύξηση των τιμών των ακινήτων συνεπάγεται άνοδο του μη χρηματοοικονομικού πλούτου των νοικοκυριών.