Όπως τόνισε οΒασίλης Καζάς,Διευθύνων Σύμβουλος της Grant Thornton, το Ταμείο Ανάκαμψης παρέχει πολύ χαμηλό επιτόκιο (0,35%) στις μικρές επιχειρήσεις, με την πλειονότητα των 90.000 επιχειρήσεων, που έχουν λάβει χρήματα μέχρι στιγμής, να είναι μικρομεσαίες. «Υπάρχουν δύο σημαντικά ζητήματα για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Το πρώτο είναι η ελλιπής ενημέρωση για τα προγράμματα. Το δεύτερο είναι μια φοβία για τη διαδικασία, θεωρώντας ότι είναι χρονοβόρα και δεν μπορούν να ανταποκριθούν» είπε ο κ. Καζάς. Προβλήματα που δύναται να λυθούν με τη χρήση νέων τεχνολογιών από τις τράπεζες.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης που συντόνισε οΓιάννης Παπαδογιάννης, ιδιοκτήτης και διευθυντής σύνταξης του BusinessDaily.gr, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Grant Thornton επισήμανε ότι στο Ταμείο Ανάκαμψης έχουν υπαχθεί συνολικά επενδυτικά σχέδια ύψους 16 δισ. ευρώ, με τις περισσότερες επενδύσεις να τοποθετούνται σε Μακεδονία, Θράκη και Πελοπόννησο. Η γρήγορη απορρόφηση των κονδυλίων είναι αποτέλεσμα της εξαιρετικής, όπως είπε, συνεργασίας πολιτείας – τραπεζών, με την Ελλάδα να είναι η μόνη χώρα που έλαβε τα χρήματα εννέα μήνες νωρίτερα. Σύμφωνα με τον κ. Καζά, τα επόμενα χρόνια θα «πέσουν» στην Ελλάδα περισσότερα κονδύλια από το σχέδιο Μάρσαλ και το μεγάλο στοίχημα είναι να εργαστούν όλοι αρμονικά για να τα απορροφήσουν προς όφελος της οικονομίας.
Από την πλευρά του οΚωνσταντίνος Βασιλείου, Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος και Επικεφαλής Corporate & Investment Banking της Τράπεζας Eurobank, υπογράμμισε ότι οι τράπεζες ανταποκρίθηκαν στις πολύ δύσκολες συνθήκες που διαμόρφωσε η πανδημία, κατά τη διάρκεια της οποίας η οικονομία σταμάτησε κι έπρεπε να κινητοποιηθούν πάρα πολλά κεφάλαια σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Σχολιάζοντας την κριτική για την πρόσβαση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, υπογράμμισε πως οι τράπεζες έχουν διαδραματίσει τον ρόλο τους, μπορούν όμως να πάρουν κάποιες επιπλέον πρωτοβουλίες. «Μία από αυτές είναι η καλύτερη ενημέρωση των πελατών μας για τα χρηματοδοτικά εργαλεία που υπάρχουν σήμερα» τόνισε ο κ. Βασιλείου. Χαρακτήρισε ως εμπόδιο την άρνηση πολλών μικρών επιχειρήσεων να παρέχουν αναλυτικά οικονομικά στοιχεία στις τράπεζες, προκειμένου να αξιολογηθεί η πιστοληπτική ικανότητά τους και αναφέρθηκε σε ένα νέο προϊόν που παρέχει η Eurobank, εγκρίνοντας δάνεια ανάλογα με τα στοιχεία που λαμβάνει από μια επιχείρηση.
Ερωτηθείς για τους κλάδους που θα πρωταγωνιστήσουν, εστίασε στην ενέργεια, τις υποδομές, τις επικοινωνίες, τον τουρισμό, τις αστικές αναπλάσεις, τη βιομηχανία και τη μεταποίηση. Ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος και Επικεφαλής Corporate & Investment Banking της Τράπεζας Eurobank στάθηκε επίσης στην έλλειψη εργατικού δυναμικού και στην ανάγκη να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές και να επιταχυνθεί η απονομή της δικαιοσύνης.
Στη δική του τοποθέτηση οΘεόδωρος Τζούρος, Εκτελεστικός Γενικός Διευθυντής, Επικεφαλής Corporate & Investment Banking στην Τράπεζα Πειραιώς, εξέφρασε την άποψη ότι οι ελληνικές τράπεζες στηρίζουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, έχοντας δεσμεύσει και εκταμιεύσει ό,τι ποσό είναι διαθέσιμο. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην πράσινη μετάβαση, μιλώντας για μια παγκόσμια πραγματικότητα που επηρεάζει μια σειρά από δραστηριότητες. «Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, στην χώρα μας η πράσινη μετάβαση απαιτεί 500 δις ευρώ δαπάνες μέχρι το 2050, δηλαδή 18 δισ. ευρώ ετησίως. Πρόκειται αναμφίβολα για μεγάλο νούμερο, αλλά εφικτό, καθώς υπάρχουν τα κεφάλαια για τη μετάβαση» εξήγησε ο κ. Τζούρος.
Επισήμανε ότι υπάρχει μεγάλη μεταβλητότητα γύρω από την πράσινη μετάβαση, καθώς έχει μετασχηματιστεί η δομή της αγοράς, έχει διπλασιαστεί το κόστος χρηματοδότησης, ενώ αλλάζουν συνεχώς οι διεθνείς τιμές. Εκτίμησε ότι η πράσινη ενεργειακή μετάβαση θα οδηγήσει βραχυπρόθεσμα σε αύξηση του κόστους και της μεταβλητότητας, μακροπρόθεσμα όμως θα υπάρχουν οφέλη. Ο Εκτελεστικός Γενικός Διευθυντής, Επικεφαλής Corporate & Investment Banking στην Τράπεζα Πειραιώς αναφέρθηκε, τέλος, στον καθοριστικό ρόλο που παίζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καθώς είναι έτοιμο να χρηματοδοτήσει τις νέες επενδύσεις.