Η ενεργειακή μετάβαση σύμφωνα με τους στόχους της Ε.Ε. προϋποθέτει την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Χωράνε όμως στην ενεργειακή μετάβαση και οι εξορύξεις υδρογονανθράκων. Σε αυτό το ερώτημα επιχειρεί να απαντήσει το κείμενο πολιτικής με τίτλο «Εξορύξεις υδρογονανθράκων vs υπεράκτια αιολικά: Μπορεί η Ελλάδα να γίνει πράσινος ενεργειακός κόμβος στη Μεσόγειο;», το οποίο εκπόνησε ερευνητική ομάδα με επικεφαλής την Καθηγήτρια του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Εμμανουέλα Δούση, κάτοχο της έδρας UNESCO για την Κλιματική Διπλωματία, σε συνεργασία με τη δεξαμενή σκέψης The Green Tank.
Σύμφωνα με την ανάλυση τα τελευταία χρόνια με φόντο τις αποκαλύψεις κοιτασμάτων στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο έχει δημιουργηθεί η προσδοκία ότι η Ελλάδα μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξορύξεις. Πάνω από 11 συμβάσεις μίσθωσης έχουν υπογραφεί στη χώρα μας την περίοδο 2014-2019, ενώ στο επίκεντρο βρέθηκε και η δημιουργία του υποθαλάσσιου αγωγού East Med, ο οποίος θα μετέφερε στην Ευρώπη αέριο από τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο μέσω της Ελλάδας.
Παράλληλα, διαπιστώνει πως «είναι γεγονός ότι το ζήτημα της υπεράκτιας έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων τροφοδότησε για πολλές δεκαετίες και συνεχίζει να τροφοδοτεί τις γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς οι χώρες της περιοχής ανταγωνίζονται για τον έλεγχο των ορυκτών κυρίως πόρων. Μολονότι δεν πρόκειται για τη μοναδική αιτία των προβλημάτων στη συγκεκριμένη περιοχή, η ύπαρξη αξιώσεων για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο τις διακρατικές σχέσεις».
Παρακάτω η μελέτη στέκεται στο σχέδιο REPowerEU, και στο στόχο μείωσης της εξάρτησης της ΕΕ από το ρωσικό αέριο έως το τέλος του έτους, η οποία θα αντισταθμιστεί μεταξύ άλλων από την εισαγωγή LNG, την αύξηση της παραγωγής πράσινου υδρογόνου σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Από την άλλη πλευρά ως προς την ανάπτυξη της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας στη χώρα μας γίνεται αναφορά στο πως μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στο ζήτημα της ενεργειακής αυτάρκειας των νησιών. Διαπιστώνει πως «μέχρι στιγμής, μολονότι η χωροθέτηση υπεράκτιων αιολικών πάρκων προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία από το 2008, δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία τέτοιου είδους επένδυση. Ο πρόσφατος νόμος φιλοδοξεί να καλύψει το κενό και να αποτελέσει το απαραίτητο όχημα για την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων. Η γρήγορη μετάβαση σε ΑΠΕ και η αντικατάσταση του προγράμματος των εξορύξεων με την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων, μπορεί να δράσει ανασχετικά στη δημιουργία γεωπολιτικών εντάσεων, αναβαθμίζοντας τον ρόλο της Ελλάδας ως παρόχου ενέργειας και προωθώντας ένα μοντέλο συνεργασίας και διασυνδεσιμότητας στην ευρύτερη περιοχή».