Με απόφασή της η ΡΑΕ καθορίζει τη μεθοδολογία επιμερισμού του κόστους των έργων επέκτασης Συστήματος για σύνδεση Παραγωγών, ή Πελατών, ή του Δικτύου στο Ελληνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ).
Η μεθοδολογία, που προέκυψε μετά από διαβούλευση με τους ενδιαφερομένους φορείς αντιμετωπίζει ένα χρόνιο πρόβλημα που δημιουργείται όταν ένας παραγωγός, ο πρώτος που λαμβάνει την άδεια εγκατάστασης πάρκου σε μια περιοχή, χρειάζεται να κατασκευάσει έργα επέκτασης του συστήματος και κυρίως νέο υποσταθμό σύνδεσης. Τα έργα αυτά, θεωρούνται υποδομές του συστήματος και μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν και από άλλους χρήστες, οπότε ζήτημα επιμερισμού του κόστους κατασκευής τους.
Σύμφωνα με την απόφαση, η οποία έχει σταλεί στο Εθνικό Τυπογραφείο για δημοσίευση η νέα μεθοδολογία αφορά τις περιπτώσεις:
1. Σύνδεσης νέου Πελάτη ή Παραγωγού σε σημείο που περιλαμβάνεται στα έργα επέκτασης για σύνδεση του Δικτύου στο Σύστημα.
2. Σύνδεσης του Δικτύου σε σημείο που περιλαμβάνεται στα έργα επέκτασης για σύνδεση Πελάτη ή Παραγωγού στο Σύστημα.
3. Σύνδεσης νέου Πελάτη ή Παραγωγού σε σημείο που περιλαμβάνεται στα έργα επέκτασης για σύνδεση υφιστάμενου Πελάτη ή Παραγωγού του Συστήματος.
Τα κοινά έργα επέκτασης για τα οποία θα υπάρξει επιμερισμός του κόστους είναι τα εξής:
• Σημείο Σύνδεσης σε υφιστάμενο Υποσταθμό Χρήστη
Στα κοινά έργα επέκτασης για τη σύνδεση περιλαμβάνονται: Ζυγοί Υψηλής Τάσης (YT), Αποζεύκτης τομής Ζυγών ΥΤ ή/και διασυνδετικές πύλες Ζυγών ΥΤ, Πύλες Γραμμών Μεταφοράς (ΓΜ), Γραμμές Μεταφοράς (αν υπάρχουν).
• Σημείο Σύνδεσης σε υφιστάμενη Γραμμή Μεταφοράς
Στα κοινά έργα επέκτασης για τη σύνδεση περιλαμβάνεται το τμήμα της Γραμμής Μεταφοράς (ΓΜ) που θα απαιτείτο για τη σύνδεση στο Σύστημα του νέου Χρήστη, αν δεν υπήρχε η υφιστάμενη Γραμμή Μεταφοράς ως έργο επέκτασης για τη σύνδεση του υπάρχοντος Χρήστη.
Η μεθοδολογία λαμβάνει υπόψη το κατασκευαστικό κόστος των κοινών έργων επέκτασης, γίνεται αναγωγή του κατασκευαστικού κόστους στο χρόνο σύνδεσης του νέου Χρήστη και απομείωση της αξίας των έργων λόγω αποσβέσεων, σε μία προσπάθεια θεσμικής ρύθμισης του όλου θέματος, πράγμα που αναμένεται να διευκολύνει την υλοποίηση έργων ΑΠΕ.
Όπως αναφέρει η ΡΑΕ σε σχετικό παράδειγμα της αν τρεις σταθμοί ΑΠΕ, ισχύος 20MW, 10 MW και 20 MW πρόκειται να συνδεθούν σε νέο υποσταθμό 40/50 MVA, συνολικού κόστους 2.400.000 ευρώ. Ο πρώτος σταθμός ΑΠΕ θα πληρώσει εξ ολοκλήρου όλο το κόστος κατασκευής του νέου υποσταθμού, δηλαδή 2.400.000 ευρώ. Ο δεύτερος σταθμός ΑΠΕ, με βάση τη μεθοδολογία θα πληρώσει ποσό 800.000 ευρώ, το οποίο εξ ολοκλήρου θα πάει στον 1ο σταθμό ΑΠΕ.
Τέλος ο τρίτος σταθμός θα κληθεί να καταβάλει το ποσό των 960.000 ευρώ. Από τα χρήματα αυτά θα επιστραφεί το ποσό των 640.000 ευρώ στον 1ο σταθμό ΑΠΕ και των 320.000 € προς τον 2ο σταθμό ΑΠΕ.
Τελικά, μετά τις εκκαθαρίσεις, ο πρώτος σταθμός θα έχει καταβάλει το ποσό των 960.000 ευρώ, ο δεύτερος 480.000 ευρώ και ο τρίτος το ποσό των 960.000 ευρώ, στη βάση της ονομαστικής ισχύος του καθενός.
Με την εφαρμογή της μεθοδολογίας δεν θα υπάρχει οποιαδήποτε εξάρτηση ή συναλλαγή μεταξύ των σταθμών ΑΠΕ που θα συνδεθούν στο ίδιο σημείο. Όλες οι καταβολές και οι επιστροφές θα γίνονται μέσω του ΑΔΜΗΕ. Το γεγονός αυτό ενισχύει τη διαφάνεια, απλοποιεί την όλη διαδικασία, και εξασφαλίσει την ομαλή υλοποίηση των έργων ΑΠΕ.
Εν τω μεταξύ με άλλη απόφαση της η ΡΑΕ προσδιορίζει τον τρόπο ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ Διαχειριστών Συστήματος Μεταφοράς (ΔΣΜ), Διαιχειριστών Συστήματος Διανομής (ΔΣΔ) και Σημαντικών Χρηστών Δικτύου (ΣΧΔ). Η απόφαση θεσπίζει εναρμονισμένους κανόνες για τη λειτουργία του συστήματος.
Στους κανόνες περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων η διασφάλιση της διαθεσιμότητας και ανταλλαγής των αναγκαίων δεδομένων και πληροφοριών μεταξύ ΔΣΜ και μεταξύ των ΔΣΜ και όλων των άλλων ενδιαφερόμενων φορέων, η διευκόλυνση της ενσωμάτωσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η επίτευξη αποδοτικότερης χρήσης του δικτύου και η ενίσχυση του ανταγωνισμού προς όφελος των καταναλωτών.
Ας σημειωθεί ότι η Απόφαση δεν αφορά το μοντέλο συνεργασίας μεταξύ των Διαχειριστών Συστήματος και Δικτύου για την παροχή αποκεντρωμένων επικουρικών υπηρεσιών αλλά το εύρος ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ τους.
Συγκεκριμένα αφορά στην:
α) Παροχή διαρθρωτικών δεδομένων, δεδομένων σε πραγματικό χρόνο καθώς και απολογιστικών και μετρητικών δεδομένων μεταξύ των Διαχειριστών των Δικτύων Διανομής και Μεταφοράς, δηλαδή του ΔΕΔΔΗΕ και του ΑΔΜΗΕ
β) Παροχή δεδομένων στον ΑΔΜΗΕ σε πραγματικό χρόνο από τους Σημαντικούς Χρήστες Δικτύου που συνδέονται στο σύστημα μεταφοράς
γ) Παροχή διαρθρωτικών δεδομένων, δεδομένων προγραμματισμού και δεδομένων πραγματικού χρόνου από τους Σημαντικούς Χρήστες Δικτύου που συνδέονται στο δίκτυο διανομής προς τους δύο Διαχειριστές, και
δ) Παροχή δεδομένων από εγκαταστάσεις ζήτησης προς τον Διαχειριστή Μεταφοράς