Οι τροποποιήσεις αποσκοπούν στην ευθυγράμμιση της οδηγίας σχετικά με τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού με απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ του 2022 σχετικά με τη μερική ακυρότητα της οδηγίας λόγω αδικαιολόγητης αναδρομικής εφαρμογής της διευρυμένης ευθύνης παραγωγού στα απόβλητα από φωτοβολταϊκά πλαίσια που διατέθηκαν στην αγορά μεταξύ της 13ης Αυγούστου 2005 και της 13ης Αυγούστου 2012.
Πλέον το κόστος διαχείρισης και διάθεσης αποβλήτων από φωτοβολταϊκά πλαίσια που διατέθηκαν στην αγορά μετά τις 13 Αυγούστου 2012 βαρύνει τον παραγωγό του ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού.
Το ζήτημα χρονολογείται από το 2012, όταν τέθηκε σε ισχύ η τότε νέα οδηγία σχετικά με τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού, εντάσσοντας τα φωτοβολταϊκά πλαίσια στο πεδίο εφαρμογής της προηγούμενης οδηγίας.
Εκείνη η οδηγία έθεσε επίσης σε εφαρμογή έναν «ανοικτό κατάλογο» από τις 15 Αυγούστου 2018, πράγμα που σήμαινε ότι όλα τα προϊόντα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού (ΗΗΕ) θεωρούνταν ότι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της, εκτός εάν εξαιρούνταν ρητά.
Στην απόφασή του στην υπόθεση C-181/20 της 25ης Ιανουαρίου 2022, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κήρυξε ορισμένα μέρη της οδηγίας σχετικά με τα απόβλητα ηλεκτρικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού εν μέρει ανίσχυρα λόγω αδικαιολόγητης αναδρομικής ισχύος.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι, σύμφωνα με τη νέα οδηγία, η χρηματοδότηση των δαπανών συλλογής, επεξεργασίας, ανάκτησης και διάθεσης των αποβλήτων (διευρυμένη ευθύνη του παραγωγού) εφαρμοζόταν αναδρομικά στα φωτοβολταϊκά πλαίσια που είχαν διατεθεί στην αγορά από τις 13 Αυγούστου 2005.
Σύμφωνα με την απόφαση η διευρυμένη ευθύνη παραγωγού εφαρμοζόταν επίσης αναδρομικά σε προϊόντα που προστέθηκαν στο πεδίο εφαρμογής το 2018, ως εκ τούτου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η οδηγία ενδέχεται να παραβιάζει την αρχή της ασφάλειας δικαίου.