Στα λάθη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν φέρει τη ΔΕΗ στο χείλος της αβύσσου, αναφερεται τις τελευταίες ημέρες ο νέος υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης ενώ ο ίδιος καλείται να βρει τις λύσεις που θα φέρουν καλύτερες μέρες για τη ΔΕΗ και δεν θα αυξηθούν και τα τιμολόγια.
Η κριτική του, επικεντρώνεται στην υποχρέωση που επιβλήθηκε στη ΔΕΗ από το Τρίτο Μνημόνιο, να χάσει έως το 2020 το 50% των πελατών της στη λιανική αγορά, χωρίς να λάβει καμία απολύτως αποζημίωση. Για την υλοποίηση αυτής της συμφωνίας που εγκρίθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία της Βουλής -της ΝΔ συμπεριλαμβανομένης- τον Αύγουστο του 2015, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και ο τότε υπουργός Ενέργειας Πάνος Σκουρλέτης, υιοθέτησαν τις περίφημε δημοπρασίες ΝΟΜΕ.
«Επί αριστερού ΣΥΡΙΖΑ» δήλωσε χθες ο κ. Χατζηδάκης «αποφασίστηκαν τα ΝΟΜΕ, οι δημοπρασίες ηλεκτρικού ρεύματος που προσέφεραν στους ανταγωνιστές της ΔΕΗ, σε τιμή χαμηλότερη του κόστους, λιγνιτική και υδροηλεκτρική παραγωγή. Έτσι μπαίνει μέσα κανονικά και με το νόμο του ΣΥΡΙΖΑ.»
Σε ότι αφορά δε την υποχρέωση μείωσης του μεριδίου της ΔΕΗ στο 50% έως το 2020, η οποία σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να επιτευχθεί αφού στο τέλος του χρόνου το μερίδιο της ΔΕΗ θα είναι στην καλύτερη περίπτωση στο 70% ο κ. Χατζηδάκης στις χθεσινές δηλώσεις του σημείωσε: «Η προηγούμενη κυβέρνηση εγκατέλειψε το μοντέλο της μικρής ΔΕΗ, με μείωση της ΔΕΗ κατά 1/3 και εισροή ρευστότητας στο ταμείο για νέες επενδύσεις. Πήγε στο μοντέλο της μείωσης του μεριδίου της αγοράς από το 90% στο 50% με μηδενικό οικονομικό αντάλλαγμα».
Ο υπουργός Ενέργειας κατέληξε τονίζοντας ότι «Πρόκειται για τραγελαφική ρύθμιση που δεν έχει παγκόσμιο προηγούμενο. Πρέπει να απολογείται για πολλά χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΔΕΗ δουλεύει για να χάνει πελάτες».
Μέσα σε λίγες φράσεις ο κ. Χατζηδάκης περιέγραψε το γόρδιο δεσμό που καλείται να λύσει και ο οποίος είναι απόρροια της 17ωρης διαπραγμάτευσης του Αλέξη Τσίπρα, αφού οι συγκεκριμένη δέσμευση είναι δομικού χαρακτήρα και περιλαμβάνεται στο αρχικό κείμενο του Μνημονίου.
Ο κ. Χατζηδάκης καλείται σήμερα, σε συνθήκες οικονομικής ασφυξίας για τη ΔΕΗ, πλήρους αποτυχίας των ΝΟΜΕ για το άνοιγμα της αγοράς και μηδενικού επενδυτικού ενδιαφέροντος για τις λιγνιτικές μονάδες, να καταρτίσει ένα σχέδιο που θα απελευθερώσει την αγορά όπως απαιτεί η Κομισιόν, θα σταματήσει την κατρακύλα της ΔΕΗ που κινδυνεύει να αποτελέσει συστημικό κίνδυνο και θα προσελκύσει επενδυτικό ενδιαφέρον για ιδιωτικοποίηση περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης, ώστε να ενισχυθεί κεφαλαιακά. Κι όλα αυτά χωρίς να αυξήσει τα τιμολόγια του ρεύματος, όπως ο ίδιος επαναλαμβάνει.
Με άλλα λόγια ο κ. Χατζηδάκης καλείται να τετραγωνίσει τον κύκλο, πράγμα που όλοι γνωρίζουμε ότι είναι μάλλον αδύνατο και που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα χρειαστεί να γίνουν κάποιοι συμβιβασμοί, ώστε να αποφευχθούν οι κλυδωνισμοί τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
Όλα αυτά, είναι βέβαιο ότι συζητήθηκαν κατά τη χθεσινή πρώτη συνάντηση του κ. Χατζηδάκη με τους εκπροσώπους των δανειστών, ενώ την Κυριακή το απόγευμα στις προγραμματικές δηλώσεις ο υπουργός θα παρουσιάσει το σχέδιο του σε αδρές γραμμές. Για να εξειδικευτούν οι λύσεις θα απαιτηθεί χρόνο και διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν που έχει αναλάβει να κάνει ο υφυπουργός Ενέργειας Γεράσιμος Θωμάς ο οποίος γνωρίζει καλά τόσο την ενεργειακή πολιτική της Ένωσης όσο και πως λειτουργούν οι Βρυξέλλες.
Όλα δείχνουν ότι το τελικό σχέδιο για την απελευθέρωση της αγοράς δεν θα είναι έτοιμο πριν το Σεπτέμβριο και θα οριστικοποιηθεί κατά τη διάρκεια της τέταρτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας.
Με δεδομένο δε ότι τα ενδεχόμενα της επαναφοράς του σχεδίου της Μικρής ΔΕΗ και της αναζήτηση στρατηγικού επενδυτή, έχουν αποκλειστεί λόγω της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης, φαίνεται ότι σε πρώτη φάση θα επιδιωχθεί να ενισχυθεί η ρευστότητα της ΔΕΗ ώστε να υπάρξει χρόνος για τα επόμενα βήματα που προφανώς θα περιλαμβάνουν ιδιωτικοποίηση περιουσιακών στοιχείων όπως το δίκτυο μέσης και χαμηλής τάσης, ή οι υδροηλεκτρικές μαζί με τις λιγνιτικές μονάδες.
Πρέπει να θεωρείται βέβαιο επίσης ότι στο επίκεντρο των προσπαθειών θα βρεθεί η ταχεία και πλήρης εφαρμογή του target model, αφού θα αποτελέσει μια αυτόματη προσαρμογή στα ευρωπαϊκά δεδομένα σε επίπεδο αγοράς ηλεκτρισμού.