Υπέρ της αρχής του νομοσχέδιου τάχθηκε η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ μαζί με το ΚΚΕ και τη Νέα Αριστερά καταψήφισαν, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ με Σπαρτιάτες, ΝΙΚΗ και Πλεύση Ελευθερίας επιφυλάχθηκαν για την συζήτηση του στην Ολομέλεια που θα διεξαχθεί την ερχόμενη Πέμπτη, 1η Νοεμβρίου.
«Αυτά τα ενεργειακά άρθρα του νομοσχεδίου είναι σε πλήρη ταύτιση με τις εθνικές στρατηγικές στοχεύσεις, υπηρετούν απόλυτα τον πολίτη, την κοινωνία, την οικονομία και είναι απολύτως επωφελή και απαραίτητα», τόνισε η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου, απαντώντας στις επικρίσεις που ακούστηκαν τόσο από την Αντιπολίτευση, όσο και από ορισμένους αρμόδιους εξωκοινοβουλευτικούς φορείς που είχαν κληθεί να εκφράσουν τις απόψεις τους.
Η Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, επεσήμανε ότι "το θέμα της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας είναι κρίσιμο και είναι για την κυβέρνηση ο ακρογωνιαίος λίθος στην ενεργειακή μετάβαση", ενώ χαρακτήρισε «ψευδείς, εσφαλμένες και σε μερικές περιπτώσεις και σκόπιμες, τις κριτικές ότι η κυβέρνηση πετάει ηλεκτρική ενέργεια στα σκουπίδια».
«Με το νομοσχέδιο προσπαθούμε να βοηθήσουμε και να διευκολύνουμε την σωστή διαδικασία να ενισχύσουμε την αποθήκευση. Το 2019 η λέξη αποθήκευση και μπαταρία δεν υπήρχε στο λεξιλόγιο. Προχωρήσαμε επενδύσεις συνολικού ύψους 400 εκ ευρώ, καταφέραμε την έγκριση της ΕΕ για κινητροδότηση. Με τα νέα μέτρα ενθαρρύνουμε και διευκολύνουμε πολλά έργα με συνθήκες αγοράς χωρίς ταρίφες. Ο στόχος είναι εφικτός, θέλει όμως προσπάθεια», ανέφερε η κ. Σδούκου και συμπλήρωσε:
«Πρέπει να διευκολύνουμε ένα διαφοροποιημένο μείγμα ενεργειακό χρειάζεται όμως ισορροπία, εναλλακτικότητα και σύνθετος σχεδιασμός. Χρειαζόμαστε τα έργα όλα σε μία ισορροπία».
Η κ. Σδούκου απέρριψε τους ισχυρισμούς «φιλολαϊκών προστατών των πολιτών», όπως τους χαρακτήρισε, ότι τα έργα δίνονται στους μεγάλους επιχειρηματίες χαρακτηρίζοντας τους «εντελώς ανακριβείς».
«Όλοι έχουν χώρο και οι μικροί και οι μεγάλοι στην αγορά. Τους χρειαζόμαστε όλους για να υπηρετήσουν την ενεργειακή μετάβαση. Θέλουμε και τα μεγάλα έργα γιατί πετυχαίνουν μικρότερες τιμές.
Σήμερα έχουμε 500 μεγαβάτ αυτοκατανάλωσης και είναι συνδεδεμένα άλλα 700 με αυτοκατανάλωση που χτίζονται.
Αυτή είναι η ενεργειακή δημοκρατία στη πράξη, με νούμερα και αποδείξεις και αυτό προσπαθούμε να ενισχύσουμε με το νομοσχέδιο. Να ενισχύσουμε την αυτοπαραγωγή, την αυτοκατανάλωση, να ενισχύσουμε τις μικρές αποκεντρωμένες διεσπαρμένες μονάδες παραγωγής . Αυτή την ενεργειακή δημοκρατία αναπτύσσουμε, εξελίσσουμε και θέλουμε να προτεραιοποιήσουμε προς όφελος του πολίτη», υπογράμμισε χαρακτηριστικά η Υφυπουργός Περιβάλλοντος.
Τι είπαν οι φορείς
Από την πλευρά τους, οι εξωκοινοβουλευτικοί φορείς που είχαν κληθεί να καταθέσουν τις απόψεις τους, εμφανίστηκαν διαφοροποιημένοι, άλλοι με θετικές απόψεις και άλλοι εκφράζοντας ενστάσεις, προβληματισμούς και αντιρρήσεις.
Υπέρ των μεταρρυθμίσεων του νομοσχεδίου τάχθηκε, η Σοφία Τόγια, διευθύνουσα σύμβουλος του Ελληνικού Οργανισμού Ανακύκλωσης, τονίζοντας ότι θα συνδράμουν σημαντικά στον εκσυγχρονισμό της ανακύκλωσης, αλλά και στην αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής των παραγωγών.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Γιάννης Ραζής, γενικός διευθυντής της Εταιρίας Αξιοποίησης Ανακύκλωσης , σημειώνοντας ότι «η νέα νομοθετική ρύθμιση κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και σύμφωνα με την ευρωπαϊκή τακτική», συμπληρώνοντας, ωστόσο ότι «οι στρεβλώσεις που υπάρχουν δεν προκαλούνται από την νομοθεσία, αλλά από την διαχρονική αδυναμία να εφαρμοστεί».
Ακόμα, εστίασε στην εισφοροδιαφυγή, ενώ σημείωσε ότι, λόγω απραξίας των αρμόδιων αρχών, δεν μπορούν να διασφαλίσουν ένα διαφανή, ισότιμο μηχανισμό ανακύκλωσης με αποτέλεσμα κάθε χρόνο χάνονται 25 εκ ευρώ σε βάρος των δήμων».
Για πολύ ορθή κατεύθυνση του νομοσχεδίου, μίλησε ο Κωνσταντίνος Αραβώσης, πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Διαχείρισης Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων.
Όπως είπε, «προτεραιότητα πρέπει να είναι η παρακολούθηση της προσπάθειας και η πιστοποίηση των Φορέων Διαχείρισης Αποβλήτων» και συμπλήρωσε ότι «στόχος είναι να πιστοποιήσουμε την οργανωτική διοικητική επάρκεια, με οικονομικά κριτήρια και επενδυτικά σχέδια που θα καλύπτουν τα κριτήρια με ποιοτικούς δείκτες».
Τόνισε ακόμα, «την ανάγκη να εξασφαλίζεται η οικονομική βιωσιμότητα των Φορέων και η ανάπτυξη τους, αλλά και να μην περιορίζονται οι νέες ρυθμίσεις μόνο στα φωτοβολταϊκά, αλλά να αφορούν όλες τις ΑΠΕ».
Για νομοσχέδιο «με απόλυτα σημαντικές ρυθμίσεις στην προώθηση και ανάπτυξη των ΑΠΕ, απλοποίηση και επιτάχυνση της διαδικασίας σύνδεσης και ηλεκτροδότησης σε σημαντικούς πελάτες, περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ και διασφάλιση της ενεργειακής δυνατότητας της χώρας», μίλησε η Βασιλική Νταλή, γενική διευθύντρια Ανάπτυξης και Διαχείρισης του ΔΕΔΔΗΕ.
Θετικός εμφανίστηκε και ο Νικόλαος Μπουλαξής, γενικός διευθυντής Ρυθμιστικής Πολιτικής του ΑΔΜΗΕ, εστιάζοντας κυρίως στο θέμα της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ τόνισε ότι παρέχονται οι εγγυήσεις για ευέλικτες συμβάσεις .
Ο Ελευθέριος Ραβιόλος, πρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος της ΚΕΔΕ, επεσήμανε ότι «οι δήμοι δεν είναι αντίθετοι στην πράσινη ενέργεια ωστόσο αυτό πρέπει να γίνει όχι με φας τρακ διαδικασίες, με την ουσιαστική συμμετοχή τους στην όλη διαδικασία, με κανόνες, διαφάνεια, σεβασμό στο περιβάλλον και στις τοπικές κοινωνίες, στοχεύοντας στην ανάπτυξη τους».
Ενστάσεις εξέφρασε για το άρθρο 49, κάνοντας λόγο για «παρεκκλίσεις σε ότι αφορά τις ενεργειακές κοινότητες», όπως και «για τον περιορισμό των αδειοδοτήσεων για αποθήκευση ενέργειας», ενώ τόνισε ότι «απουσιάζουν σοβαρά μέτρα για τις περιουσίες και την υγεία των πολιτών, σοβαροί περιβαλλοντικοί όροι», και ζήτησε «τόσο την ουσιαστική συμμετοχή των δήμων στο νέο εγχείρημα όσο και την κατοχύρωση αντισταθμιστικών οφελών για τις τοπικές κοινωνίες».
Όπως είπε, «στην ανάπτυξη των ΑΠΕ πρέπει να δούμε το κριτήριο της αναλογικότητας σε δήμους, να υπάρξει ισόρροπη ανάπτυξη», και τόνισε ότι «απαιτείται ειδικό χωροταξικό σχέδιο για την χωροθέτηση των ΑΠΕ με απόλυτο σεβασμό στην ιδιοκτησία και στις αποφάσεις των δήμων».
Ο Κώστας Ζέρβας, πρόεδρος της Επιτροπής Διαχείρισης Υδάτινων Πόρων και Κυκλικής Οικονομίας, της ΚΕΔΕ, εξέφρασε τους έντονους προβληματισμούς του για την αποτελεσματικότητα του νομοσχεδίου, υποστήριξε ότι «οι συγχωνεύσεις των ΦοΣΔΑ έγιναν χωρίς διαβούλευση και εξασφάλιση πόρων που θα τους βοηθήσει να ανταπεξέλθουν στο τεράστιο έργο που θα αναλάβουν», ενώ υποστήριξε ότι «εγείρονται και αντισυνταγματικά ζητήματα».
Όπως είπε, «στην διαχείριση των απορριμμάτων αφαιρείται η αρμοδιότητα από τον Α΄ βαθμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη και όλες οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από τον γενικό γραμματέα Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων, του Υπουργείου Περιβάλλοντος».
Επίσης, εξέφρασε ενστάσεις ως προς την διανομή των πόρων από το τέλος ταφής, υπογραμμίζοντας ότι αφαιρούνται από τους δήμους, οι οποίοι φορτώνονται με περαιτέρω ευθύνες, οδηγώντας τους έτσι στην οικονομική τους εξόντωση.
Ο Παναγιώτης Σημανδηράκης, δήμαρχος Χανίων και πρόεδρος του Δικτύου Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων, έκανε λόγο για απουσία συμμετοχής του δικτύου στην διαβούλευση, σημειώνοντας ότι «το νομοσχέδιο πάσχει σε θέματα αντισυνταγματικότητας».
Όπως ανέφερε, «ενώ οι φορείς καλούνται να αναλάβουν και να φέρουν σε πέρας ένα τεράστιο και σημαντικό έργο δεν ενισχύονται, ούτε με πόρους, ούτε με προσωπικό».
«Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Δεν δίνεται απάντηση για την στελέχωση των ΦοΣΔΑ που είναι υποστελεχωμένοι, δεν υπάρχει καταγραφή των ποιοτικών δεδομένων, οι συγχωνεύσεις γίνονται στη βάση περιουσιακών στοιχείων, ενώ ο νόμος λέει γίνονται με πλυθησμιακά κριτήρια, οι δήμοι θα αντιδράσουν και θα βρούμε μπροστά μας τα αδιέξοδα», ανέφερε.
Χαρακτήρισε επίσης, «τεράστιο πρόβλημα ότι αντί για αποκέντρωση υπάρχει καταχρηστική συγκέντρωση αρμοδιοτήτων στη διοίκηση και στον Υπουργό Περιβάλλοντος που θα δίνει εντολή στον εκάστοτε γενικό γραμματέα, ο οποίος θα έχει την ευθύνη και θα εκτελεί αρμοδιότητες αναθέσεων».
«Καταργείτε τη συλλογική ευθύνη δημιουργώντας ένα μονοπρόσωπο όργανο. Προκύπτουν ζητήματα συνταγματικότητας. Κρούω τον κώδωνα κινδύνου ότι με τις αστοχίες και τα νομικά κενά που υπάρχουν δεν θα προχωρήσει η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια», τόνισε.
Ο Παναγιώτης Παπασταματίου, γενικός διευθυντής της Ελληνικής Επιστημονικής Ένωσης Αιολικής Ενέργειας, σημείωσε ότι υπάρχουν θετικές διατάξεις, ωστόσο θα πρέπει να εισαχθούν και προβλέψεις για την αποκεντρωμένη διοίκηση.
Παράλληλα, πρότεινε «οι σταθμοί αποθήκευσης ενέργειας να μην αφορούν μόνο τα φωτοβολταϊκά, αλλά να επεκταθεί και για άλλες ανανεώσιμες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας και να διασφαλίζεται μία ισορροπημένη ανάπτυξη τους».
Ο Στυλιανός Λουμάκης, πρόεδρος ΔΣ του Συνδέσμου Παραγωγής Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά, υποστήριξε ότι η αυτοπαραγωγή μοιράζεται σε ηλεκτρικό χώρο που δεν υπάρχει και έδωσε έμφαση στα έργα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.
«Δεν πρέπει να κάνουμε κάτι άλλο. Μόνο χώρους αποθήκευσης. Πρέπει να αρχίσουμε να ανακατανέμουμε την παραγόμενη ενέργεια σε άλλες ώρες εντός του 2ωρου. Πρέπει να κάνουμε ένα πρόγραμμα που θα δίνει τη δυνατότητα για μονάδες αποθήκευσης στο δίκτυο μέσης τάσης, με χωρητικότητες τουλάχιστον 2 ωρών, ώστε να μπορεί η μεσαία επιχειρηματικότητα να απεγκλωβιστεί από την φρενίτιδα των φωτοβολταικών και όλο το επενδυτικό ενδιαφέρον να διοχετευτεί κάπου που θα είναι χρήσιμο. Μην ξεχνάτε ότι η Πολιτεία, εκχωρώντας όλο τις διατάξεις παραγωγής αποθήκευσης σε πολύ μεγάλους ομίλους, δεν έχει η ίδια τα ρυθμιστικά εργαλεία της αγοράς. Αντίθετα, δημιουργώντας προγράμματα που αφορούν τους μικρομεσαίους, με ρυθμιζόμενο τρόπο έχετε τη δυνατότητα να βάλετε κάποιους παίκτες οι οποίοι λειτουργούν ως ανάχωμα στις τεράστιες διακυμάνσεις τιμών που μπορεί να δημιουργήσουν οι μεγάλοι καθετοποιημένοι όμιλοι.
Καταλαβαίνω ότι προφανώς όσο μικρότερο είναι το κόστος δεν μπορεί να έχει τις οικονομίες που έχει ένα μεγάλο, πλην όμως δεν πρέπει να κάνουμε άλλες ΑΠΕ αλλά αποθήκευση που να δίνει τη δυνατότητα ώστε να μπορεί η μεσαία επιχειρηματικότητα να απεγκλωβιστεί από τις ΑΠΕ», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Έμφαση στην αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας έδωσε και ο Ιωάννης Παναγής, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, τονίζοντας ότι «θα βιώσουμε οδυνηρές καταστάσεις αν δεν παρθούν ουσιαστικά μέτρα αποθήκευσης και κατανάλωσης και αφήσουμε να διαλυθεί η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα».
«Πρέπει να αποφύγουμε την ολιγοπωλιακή λειτουργία, γιατί εκεί οδηγούμαστε, και να ληφθούν μέτρα στήριξης που θα διασφαλίζουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις», ενώ χαρακτήρισε «μελανό σημείο τα κριτήρια αδειοδότησης με υπουργική απόφαση.
Είναι πολύ νωπές οι μνήμες που το 2022 ομαδοποιημένα έργα μικρών επιχειρήσεων χαρίστηκαν σε μεγάλους ομίλους. Δεν θα επιτρέψουμε αυτό να γίνει ξανά γιατί θα είναι η ταφόπλακα των μικρών επενδυτών. Πρέπει οι αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος για τις αδειοδοτήσεις να είναι προϊόν διαφάνειας και συνεργασίας με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη», είπε.
Ο Κωνσταντίνος Βασιλικός, πρόεδρος ΔΣ του Ελληνικού Συνδέσμου Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων, έδωσε έμφαση στις χρονικές προθεσμίες , ενώ χαρακτήρισε «εντελώς άδικο και παράλογο για τις επιχειρήσεις να πληρώνουν τέλη για τις καθυστερήσεις στην παράταση ισχύος της άδειας οι οποίες οφείλονται στις υπηρεσίες και δεν ευθύνονται οι ίδιοι».
Ο Χρήστος Χριστοδουλόπουλος, μέλος του ΔΣ της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Δυτικής Ελλάδος και δήμαρχος Ίλιδας, συντάχθηκε πλήρως με τα όσα επεσήμανε ο Κωνσταντίνος Ζέρβας, ενώ επεσήμανε ότι «καμία μελέτη δεν υπάρχει που να αποδεικνύει ότι οι συγχωνεύσεις και οι συνενώσεις των ΦοΣΔΑ θα φέρουν οφέλη στις τοπικές κοινωνίες», ενώ ζήτησε να εξαιρεθεί η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος από την μεταρρύθμιση και να υπάρξει μία μεταβατική περίοδος εφαρμογής.
Ο Γεώργιος Ηλιόπουλος, πρόεδρος του ΔΣ της Ελληνικής Εταιρίας Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων, μίλησε για «ένα νέο θεσμικό πλαίσιο σημειακών και επιμέρους βελτιώσεων», υποστήριξε ότι «κινείται στη σωστή κατεύθυνση για τις συγχωνεύσεις φορέων και τη δημιουργία μεγαλύτερων οντοτήτων», ωστόσο όπως είπε, «θα μείνει άδειο πουκάμισο αν δεν ενισχυθούν ουσιαστικά τόσο σε προσωπικό με αμετάθετο προσωπικό τουλάχιστον πενταετούς ορίζοντα όσο και με οικονομική στήριξη, καθώς καλούνται να ανταποκριθούν σε ένα τιτάνιο έργο».
Ο Ελευθέριος Ιωαννίδης, εκπρόσωπος του Δικτύου Ενεργειακών Κοινοτήτων μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, Δυτικής Μακεδονίας, υποστήριξε ότι «δεν λύνει το νομοσχέδιο θεμελιώδη προβλήματα», όπως είπε, «η βάση του είναι το ορυκτό καύσιμο και τα κόστη θα επιβαρύνουν τους καταναλωτές».
«Προωθούνται έργα ορυκτού αερίου. Δεν είναι ένα συνολικό σχέδιο. Δεν υπάρχει διαδικασία επαναξιολόγησης με βάσει τα νέα δεδομένα και εναλλακτικές προτάσεις ως προοπτική, που θα έπρεπε να είναι οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Η σύμβαση πάσχει, και το μόνο που διασφαλίζεται είναι οι απαιτήσεις της ΔΕΗ και η βιωσιμότητα της μέσα από έναν μηχανισμό επιβάρυνσης των καταναλωτών», ανέφερε
Ο Χαράλαμπος Γιαννόπουλος, πρόεδρος της Ενεργειακής Κοινότητας ΜΙΝΩΑ, τόνισε «την ανάγκη δίκαιης κατανομής του ενεργειακού χώρου, καθώς και την δημιουργία προγραμμάτων στήριξης για έργα στις τοπικές ενεργειακές κοινότητες, που έχουν ευρεία αποδοχή και συνθήκες δίκαιης και ισότοπης εκπροσώπησης στην αγορά ενέργειας».