Επί του Άρθρου 26, παρ. 4, τελευταίο εδάφιο:
Εισηγούμαστε την τροποποίηση της διατύπωσης του τελευταίου εδαφίου, της παρ. 4, του άρθρου 26, ούτως ώστε η ρύθμιση να εναρμονίζεται με το πνεύμα και το γράμμα του Κανονισμού 2019/943 της ΕΕ σχετικά με την Κατανομή της ηλεκτροπαραγωγής.
Εν προκειμένω στο άρθρο 12, παρ. 5 του Κανονισμού 2019/943 της ΕΕ ορίζεται πως: «5. Για εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής που έχουν τεθεί σε λειτουργία μετά την 1η Ιανουαρίου 2026, η παράγραφος 2 στοιχείο (α) [δηλαδή το άνω όριο ισχύος για προτεραιότητα στην κατανομή έργων ΑΠΕ] εφαρμόζεται μόνο σε όσες εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και έχουν εγκατεστημένη ισχύ ηλεκτροπαραγωγής μικρότερη των 200 kW»
Στο κατατεθέν ν/σ αντίθετα και εν προκειμένω στο άρθρο 26, παρ. 4, τελευταίο εδάφιο, προβλέπεται ωστόσο πως: «Από την 1η Ιανουαρίου 2026 οι περιπτώσεις α’ [δηλαδή το άνω όριο ισχύος για προτεραιότητα στην κατανομή έργων ΑΠΕ] και β’ [δηλαδή το άνω όριο ισχύος για προτεραιότητα στην κατανομή έργων ΣΗΘΥΑ] του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ αντίστοιχα εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μικρότερης των 200 kW».
Δηλαδή αδιακρίτως της ημερομηνίας θέσης σε λειτουργία του εκάστοτε σταθμού πριν την 1/1/26 και σε ασυμφωνία με όσα ορίζει ο Κανονισμός της ΕΕ πως τούτο αφορά μόνο όσους σταθμούς τεθούν σε λειτουργία (δοκιμαστική αν προβλέπεται τέτοια ή κανονική αν όχι) μετά την 1/1/26, σταθμοί ΑΠΕ ισχύος άνω των 200 kW που σήμερα ή μέχρι τότε στο πλαίσιο της λειτουργικής τους ενίσχυσης απολαμβάνουν προτεραιότητα, εσφαλμένα θα υποστούν αναδρομική μεταβολή στο καθεστώς λειτουργίας τους και θα απωλέσουν την προτεραιότητα στην κατανομή τους μετά την 1/1/26.
Υπενθυμίζουμε πως σύμφωνα με τον ίδιο Κανονισμό της ΕΕ, άρθρο 12, παρ. 3, τελευταίο εδάφιο: «Κάθε παρέκκλιση αποφεύγει τις αναδρομικές αλλαγές που επηρεάζουν εγκαταστάσεις παραγωγής που ήδη ωφελούνται από κατανομή κατά προτεραιότητα, με την επιφύλαξη τυχόν συμφωνίας μεταξύ ενός κράτους μέλους και μιας εγκατάστασης παραγωγής σε εθελοντική βάση».
Προς εναρμόνιση λοιπόν της εν λόγω διάταξης του ν/σ με τον εν θέματι Κανονισμό της ΕΕ, η διατύπωση κρίνεται απαραίτητο να τροποποιηθεί ως εξής:
«Για εγκαταστάσεις που τίθενται σε λειτουργία μετά την 1η Ιανουαρίου 2026, οι περιπτώσεις α’ και β’ του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ αντίστοιχα εγκατεστημένης ισχύος ή μέγιστης ισχύος παραγωγής μικρότερης των 200 KW».
Έτσι σταθμοί από 200 έως 400 kW που τέθηκαν σε λειτουργία πριν την 1/1/26 δεν θα υποστούν αναδρομική μεταβολή του καθεστώτος λειτουργίας τους και δεν θα απωλέσουν την προτεραιότητα τους στην κατανομή μετά την 1/1/26 αλλά η μείωση του ορίου εγκατεστημένης ισχύος θα περιοριστεί μόνο σε όσους τεθούν σε λειτουργία μετά την 1/1/26 όπως υπαγορεύει ρητά ο Κανονισμός της ΕΕ.
Επί του Άρθρου 24:
Στο άρθρο 24 δίνεται κατ’ εξαίρεση η δυνατότητα ανάπτυξης φωτοβολταϊκών μονάδων ισχύος <1MW σε Γεωργική Γη Υψηλής Παραγωγικότητας (ΓΓΥΠ). Υπό την επιφύλαξη ωστόσο του άρθρου 21, του ν. 4015/2011 για όσες αγορές τέτοιων γαιών συντελέστηκαν μέχρι τότε από ιδιώτες (μη αγρότες) και θεωρήθηκαν έγκυρες, εν γένει απαγορεύεται η ελεύθερη πώληση τέτοιων εκτάσεων από αγρότες σε ιδιώτες δυνάμει των άρθρων 50, παρ. 2 και 56 του ν. 2637/1998 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 24, παρ. 37 του ν. 2945/2001 και όπως ισχύουν.
Υπό το φως της βούλησης της Πολιτείας να επιτρέψει την ηλεκτροπαραγωγή από Φ/Β σε τέτοιες εκτάσεις, θα πρέπει να προβλεφθεί στο ν/σ πως κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης επιτρέπεται ελεύθερα στους ιδιώτες να αγοράζουν ΓΓΥΠ υπό την προϋπόθεση πως η αγορά τους αφορά την ανάπτυξη Φ/Β σταθμού στο συγκεκριμένο γήπεδο. Έτσι στα σχετικά συμβόλαια όπως θα συνάπτονται η αγοραπωλησία θα ολοκληρώνεται (λ.χ. με αυτοσύμβαση) μετά την ηλέκτριση του Φ/Β σταθμού. Αν πάλι ο ιδιώτης επενδυτής δεν υλοποιήσει εν τέλει την μονάδα, η αγοραπωλησία δεν θα υλοποιείται.
Η ρύθμιση αυτή κρίνεται αναγκαία, αφού κατά την άποψη μας δεν είναι δυνατόν αστοί επενδυτές να περιορίζονται εν τοις πράγμασι μόνο σε ρόλο μισθωτή των γαιών ΓΓΥΠ από αγρότες για την ανάπτυξη των εν λόγω επενδύσεων τους ή να επιβαρύνονται ασύμμετρα με δαιδαλώδη γραφειοκρατία. Τα Φ/Β είναι μακροχρόνιες επενδύσεις όχι μόνο 20 ετών αλλά μέσω repowering και πολύ παραπέρα (40 – 50+ ετών), οπότε η μίσθωση γαιών δεν μπορεί να αποτελεί υποχρεωτικό μονόδρομο για αυτούς. Επιπλέον η χώρα δεν επιτρέπεται να αφεθεί να οπισθοδρομεί στην εγκατεστημένη ισχύ ΑΠΕ με την λήξη κάθε φορά των μισθώσεων, αφού οι ιδιοκτήτες θα δύνανται να προβάλλουν υπερβολικές απαιτήσεις για την ανανέωση των μισθωτηρίων κάθε φορά σε βάθος χρόνου, «εκβιάζοντας» μάλιστα ακόμα και την αποξήλωση και εκδίωξη των επενδυτών από το χώρο.
Για την άρση προτεραιότητας Εν.Κοιν. στην έκδοση Προσφορών Σύνδεσης
Επί τη βάση της από 16/9/19 σχετικής αναλυτικής επιστολής μας προς το ΥΠΕΝ (επισυνάπτεται) εισηγούμαστε την άμεση, ολοσχερή και χωρίς καμία μεταβατική πρόβλεψη κατάργηση της προτεραιότητας των Εν.Κοιν. στην έκδοση προσφορών σύνδεσης για τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και που σκοπό έχουν την παραγωγή και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Ο διαθέσιμος ηλεκτρικός χώρος για επενδύσεις είναι απολύτως πεπερασμένος και μάλιστα σε ανεπάρκεια. Το δε κόστος επέκτασης των γραμμών, όπου αυτό τυχόν χωρεί, δυσθεώρητο οπότε και δεν νοείται να το επιφορτίζονται άδικα όσοι δεν χαίρουν των ασύμμετρων προτεραιοτήτων. Εξαίρεση δύναται να αποτελέσουν μόνο περιπτώσεις Εν.Κοιν. κοινωφελούς σκοπού και υπό την προϋπόθεση ότι σε αυτές συμμετέχει ΟΤΑ με ποσοστό άνω του 51% στο εταιρικό τους κεφάλαιο προς διασφάλιση του κοινωφελούς αυτού σκοπού. Όλες οι υπόλοιπες αιτήσεις από Εν.Κοιν. για παραγωγή και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ που έχουν κατατεθεί στα γραφεία των ΔΕΔΔΗΕ και ΑΔΜΗΕ για έκδοση Προσφορών Σύνδεσης και δεν έχουν ακόμη εξεταστεί, θα πρέπει να μεταβούν στην σειρά εξέτασης που αντιστοιχεί στην ημερομηνία κατάθεσης τους μαζί με όλες τις υπόλοιπες αιτήσεις.
Η εισηγούμενη άρση της προτεραιότητας των Εν.Κοιν. στην πρόσβαση στα δίκτυα θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην σύμμετρη και δίκαιη αντιμετώπιση των επενδυτών ιδίως σε ένα αγαθό όπως ο ηλεκτρικός χώρος που είναι πεπερασμένο και σε ανεπάρκεια.
Μη χορήγηση προτεραιότητας στην έκδοση Προσφορών Σύνδεσης από ΔΕΔΔΗΕ σε άλλες κοινωνικές ομάδες
Ο κλάδος των ΑΠΕ και ιδίως των φωτοβολταϊκών έχει υποφέρει τα μέγιστα από την ανυπόστατη χορήγηση προτεραιότητας ή/και άλλης ευνοϊκής διακριτής μεταχείρισης σε επιμέρους κοινωνικές ομάδες στην πρόσβαση των σχετικών επενδύσεων τους στα δίκτυα με γνώμονα κυρίως ψηφοθηρικούς σκοπούς. Μέσα από τα λάθη του παρελθόντος, έχουν νομίζουμε πλέον ωριμάσει οι συνθήκες ώστε να μην επαναληφθούν τέτοιες νοσηρές καταστάσεις που μόνο στρεβλώσεις, αδικίες και ζημιά στον κλάδο των φωτοβολταϊκών δημιουργούν, ενίοτε μάλιστα λειτουργούν και σε βάρος του καταναλωτή.
Ανταπόκριση ΔΕΔΔΗΕ στις αιτήσεις έκδοσης Προσφορών Σύνδεσης
Με τον υφιστάμενο ρυθμό εξέτασης αιτημάτων από τον ΔΕΔΔΗΕ, ο πληθυσμός των αιτήσεων που έχουν κατατεθεί μέχρι σήμερα στα γραφεία του θα χρειαστεί χρόνια για να εξεταστεί.
Η Πολιτεία έχει θεσπίσει ρητή προθεσμία 4 μηνών για την ανταπόκριση των Διαχειριστών (ΔΕΔΔΗΕ, ΑΔΜΗΕ) στα αιτήματα έκδοσης Προσφορών Σύνδεσης. Δυστυχώς διαχρονικά οι προθεσμίες τηρούνται μόνο όταν δεν υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον. Σε διαφορετική περίπτωση, ιδίως από τον ΔΕΔΔΗΕ οι επενδυτές πραγματικά δεν γνωρίζουν το πότε θα λάβουν απάντηση στα αιτήματα τους. Νομίζουμε η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Υπό το φως αυτό προτείνουμε αφενός την ενίσχυση του ΔΕΔΔΗΕ με στελεχιακό δυναμικό και αφετέρου να δοθεί/αξιοποιηθεί η δυνατότητα ο Διαχειριστής να αναθέτει την αξιολόγηση των φακέλων και σε εξωτερικούς συνεργάτες, όπως για παράδειγμα κατά κόρον συμβαίνει με την κατασκευή των δικτύων. Όλο αυτό μάλιστα το πλαίσιο θα πρέπει να συνάδει και με τους στόχους αύξησης της διείσδυσης των ΑΠΕ στην χώρας μας στα πλαίσια του ΕΣΕΚ, άρα αλυσιτελώς και των υποδομών δικτύων, ώστε να μην μετατραπεί ο Διαχειριστής σε εκδότη κατά συρροή απορριπτικών αποφάσεων επί των αιτημάτων των επενδυτών.
Ο Σύνδεσμος μας διαχρονικά έχει υποστηρίξει την καταβολή οικονομικών εγγυήσεων (κατάθεση εγγυητικών επιστολών για αποδοχή Όρων Σύνδεσης) από πλευράς επενδυτών για την αδειοδότηση των επενδύσεων τους, με γνώμονα να μην προσελκύει ο χώρος των ΑΠΕ φορείς που δεν έχουν σκοπό εν τέλει να υλοποιήσουν επενδύσεις παρά μόνο να εμπορευτούν άδειες, φορτώνοντας έτσι το σύστημα με πλασματικό επενδυτικό ενδιαφέρον που κατασπαταλά τον χρόνο της Διοίκησης. Είναι όμως πλέον η ώρα να υπάρξουν και για την Διοίκηση μοχλοί ουσιαστικής πίεσης για την επιτάχυνση της ανταπόκρισης της. Παράλληλα λοιπόν με τα ανωτέρω ίσως να έπρεπε να θεσπιστεί και κατάλληλος Κώδικας ποινολόγησης της τυχόν υποαπόδοσης επιμέρους Περιφερειών του ΔΕΔΔΗΕ στην αξιολόγηση αιτημάτων επενδυτών για Όρους Σύνδεσης.