Η αντλησιοταμίευση είναι μία από τις πλέον δοκιμασμένες τεχνολογίες, έχει δυνατότητα μαζικής αποθήκευσης ενέργειας, τεράστιο χρόνο ζωής που υπερβαίνει τα 50 χρόνια και αποτελεί υποδομή με υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία, η οποία δημιουργεί συνθήκες ενεργειακής απεξάρτησης από εισαγόμενα καύσιμα και τεχνολογίες.
Για να λειτουργήσει η αντλησιοταμίευση απαιτούνται δύο ταμιευτήρες με σημαντική υψομετρική διαφορά, οι οποίοι μπορεί να είναι φυσικοί (λίμνη ή ποτάμι) ή τεχνητοί, όπως μία λίμνη που δημιουργεί ένα υδροηλεκτρικό φράγμα. Απαιτείται δηλαδή γεωμορφολογικό ανάγλυφο που η Ελλάδα διαθέτει εν αφθονία.
Όταν υπάρχει πλεονάζουσα ηλεκτρική ενέργεια στο ηλεκτρικό σύστημα (π.χ. τα βράδια όταν η ζήτηση είναι χαμηλή αλλά τα αιολικά δουλεύουν στο… φουλ) η περίσσεια ρεύματος που διαφορετικά θα πήγαινε χαμένη χρησιμοποιείται για να στείλει το νερό από τον κάτω στον πάνω ταμιευτήρα. Όταν αντίθετα υπάρχει υψηλή ζήτηση και όχι αρκετή προσφορά ρεύματος, το νερό αφήνεται να πέσει από ψηλά στον κάτω ταμιευτήρα παράγοντας υδροηλεκτρική ενέργεια. Ετσι λειτουργεί ως μια επαναφορτιζόμενη «μπαταρία της φύσης».
Η αποθήκευση ενέργειας μέσω αντλησιοταμίευσης έχει συμπεριληφθεί στο ΕΣΕΚ
Η αποθήκευση ενέργειας μέσω αντλησιοταμίευσης έχει συμπεριληφθεί στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Σύμφωνα με την υφυπουργό Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου οι μπαταρίες, αλλά και η αντλησιοταμίευση αποτελούν κρίσιμες τεχνολογίες που θα επιτρέψουν στην υψηλή πράσινη παραγωγή των ΑΠΕ να «απλωθεί» μέσα στην ημέρα και να μην πηγαίνει χαμένη λόγω των περικοπών. Η αποθήκευση ενέργειας εν γένει αποτελεί βασικό συστατικό του νέου ΕΣΕΚ με τον στόχο για το 2030 να φτάνει στα 5,3GW (3,1GW μπαταρίες και 2,2GW αντλησιοταμίευση) και, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των δικτύων και των εγχώριων και διεθνών διασυνδέσεων, θα συνεισφέρει σε σημαντική αύξηση του ποσοστού διείσδυσης της παραγωγής ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας.