Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε μια ιστορική του απόφαση, δικαίωσε έναν Πολωνό δανειολήπτη, που είχε την ατυχία να λάβει δάνειο σε ελβετικό φράγκο, να μην το αποπληρώσει με τις υπέρογκες υπερχρεώσεις που του επέβαλε η τράπεζα που του το χορήγησε, με αιτιολογία την αλλαγή της νομισματικής ισοτιμίας ευρώ-ελβετικού φράγκου.
Η απόφαση αυτή φυσικά και δεν αφορά μόνο τον Πολωνό δανειολήπτη, αλλά δημιουργεί δεδικασμένο για το σύνολο των δανειοληπτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και είναι πολλά εκατομμύρια αυτοί, που είχαν δανειστεί σε Ελβετικό νόμισμα και είδαν τα χρέη τους να εκτοξεύονται, χωρίς να έχουν την δυνατότητα να τα αποπληρώσουν, κινδυνεύοντας με κατασχέσεις των περιουσιών τους.
Το μεγάλο ζητούμενο, βέβαια, δεν είναι να δοθεί λύση μόνο στο συγκεκριμένο ζήτημα των καταχρηστικών απαιτήσεων του συνόλου των ευρωπαϊκών τραπεζών απέναντι στους δανειολήπτες τους σε ελβετικό φράγκο.
Αυτό που επιβάλλεται, και δεν το κάνουν οι κυβερνήσεις στην ΕΕ και τα αρμόδια κοινοτικά όργανα, είναι να μην περιμένουν αποφάσεις από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για να περιορίσουν τις αθέμιτες και καταχρηστικές πολιτικές των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αλλά να παρεμβαίνουν υπέρ των πολιτών και γενικότερα υπέρ του δικαίου, περιορίζοντας την παντοκρατορία των τραπεζών.
Οι ανεξέλεγκτες δράσεις τους δεν μπορεί και δεν πρέπει να συνεχιστεί. Πρέπει να επανεξεταστούν στην παραμικρή τους λεπτομέρεια όλοι οι όροι που διέπουν τις συναλλαγές μεταξύ τραπεζών και πελατών τους και όποιοι είναι άδικοι να καταργηθούν και να αντικατασταθούν.
Ιδιαίτερα στη χώρα μας οι τράπεζες θα πρέπει να μπουν στο μικροσκόπιο και να επιλυθεί επιτέλους το τεράστιο πρόβλημα αυτό της αδικαιολόγητα μεγάλης «ψαλίδας» μεταξύ επιτοκίων χορηγήσεων και επιτοκίων καταθέσεων.
Όταν δανειζόμαστε μα επιβάλουν εξοντωτικά επιτόκια, συνήθως διψήφια αν πρόκειται για καταναλωτικά δάνεια, ενώ όταν εμείς «δανείζουμε» τις τράπεζες με τις καταθέσεις μας το επιτόκιο που μας χορηγούν είναι κάτω από τη μονάδα.
Αυτή είναι πράγματι μια λεόντεια συνδιαλλαγή υπέρ των τραπεζών και σε βάρος των καταθετών που πρέπει να λήξει. Η «ψαλίδα» πρέπει να μειωθεί γιατί αυτό απαιτεί η «ηθική» των έντιμων συναλλαγών.
Τα νέα, όμως, που έρχονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δεν είναι διόλου ευχάριστα, καθώς χθες η πρόεδρος της Κριστίν Λαγκάρντ προανήγγειλε συνέχιση των αυξήσεων των επιτοκίων παρά το γεγονός ότι ήδη τους τελευταίους μήνες έχουν γίνει οκτώ αυξήσεις, προκαλώντας πανικό στους δανειολήπτες.
Και να σημειώσουμε εδώ ότι οι αυξήσεις αυτές των επιτοκίων αποφασίζονται στο πλαίσιο της αντιμετώπισης του πληθωρισμού που εξακολουθεί την ανοδική τους πορεία, ροκανίζοντας τα εισοδήματα των Ευρωπαίων καταναλωτών.
Και μπορεί μακροοικονομικά η αύξηση των επιτοκίων να είναι η «ορθή» αντιμετώπιση του πληθωρισμού, αλλά στην πράξη απλά επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τους πολίτες που είναι εκτός από καταναλωτές και δανειολήπτες και καλούνται να καταβάλουν μεγαλύτερα ποσά και για τις καταναλωτικές ανάγκες τους και για τα δάνεια τους, ενώ ειδικότερα στη χώρα μας τα εισοδήματα τους αυξάνονται με πολύ χαμηλότερους ρυθμούς.
Η αλήθεια, δυστυχώς είναι σκληρή , με την μάχη με την Λερναία Ύδρα των τραπεζών να είναι άνιση.