Η ανάλυση των δευτερογενών δεδομένων που προκύπτουν από μία ερευνητική διαδικασία έχει σε πολλές περιπτώσεις εξίσου και μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τα πρωτογενή καθώς σε μεγάλο βαθμό λειτουργεί ερμηνευτικά αποκαλύπτοντας τις παραμέτρους που συγκροτούν τη μεγάλη εικόνα. Χρησιμοποιώντας λοιπόν ως βάση ανάλυσης τα στοιχεία από την τελευταία δημοσκόπηση της GPO θα επιχειρήσουμε συσχετίζοντας την πρόθεση με την ψήφο των εκλογών του Ιουνίου να φωτίσουμε τις διαδρομές του εκλογικού σώματος εν μέσω της ταραχώδους περιόδου που βιώνει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και η οποία προκαλεί συνολικές ανακατατάξεις στο πολιτικό σκηνικό.
Το πρώτο στοιχείο που ξεχωρίζει είναι ο υψηλός βαθμός συσπείρωσης που συνεχίζει να συγκεντρώνει η κυβερνητική παράταξη που με ποσοστό 83,9% φαίνεται να συγκρατεί τις δυνάμεις των τελευταίων εκλογών παρά το αρνητικό κλίμα και τις πιέσεις που δέχεται εξαιτίας της συνεχιζόμενης ακρίβειας που πλήττει τα νοικοκυριά. Η απουσία σοβαρής και ισχυρής εναλλακτικής πρότασης επιτρέπει στη ΝΔ να διατηρεί ένα πολύ ισχυρό πυρήνα και να καταγραφεί ελάχιστες απώλειες τη στιγμή που συνεχίζει να λειτουργεί ως υποδοχέας ψηφοφόρων από τον σπαρασσόμενο ΣΥΡΙΖΑ σε ποσοστό 2,5% αλλά και από το ΠΑΣΟΚ με 5,8%. Αξιοσημείωτη είναι και η μετακίνηση του 5,2% των ψηφοφόρων της Νίκης που αποδεικνύει ότι η κυβερνητική παράταξη λειτουργεί ως υποδοχέας τόσο κεντροαριστερών όσο και δεξιόστροφων ψηφοφόρων.
Στον πυρήνα όλης αυτής της κινητικότητας βρίσκεται ασφαλώς ο ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος μόλις και μετά βίας συγκρατεί το 54% των ψηφοφόρων του Ιουνίου και από κει και πέρα βλέπει το 8,1% των ψηφοφόρων του να μετακινούνται προς το ΠΑΣΟΚ, το 6,1% προς το ΚΚΕ ενώ ένα πολύ σημαντικό τμήμα της τάξης του 19,8% - ένας στους πέντε δηλαδή - τοποθετείται στη ζώνη των αναποφάσιστων τηρώντας στάση αναμονής και παρακολουθώντας τις ραγδαίες εξελίξεις που αφήνουν ανοιχτό κάθε ενδεχόμενο. Η προαναγγελθείσα αποχώρηση στελεχών που πρόσκεινται στην κ. Αχτσιόγλου είναι πιθανό να επιβαρύνει ακόμα περισσότερο το ισοζύγιο των μετακινήσεων με το ζητούμενο για τον κύριο Κασσελάκη να είναι η άμεση στεγανοποίηση του εκλογικού του σώματος καθώς περαιτέρω δημοσκοπική υποχώρηση το επόμενο διάστημα μπορεί να καταστεί μη αναστρέψιμη για τη δυναμική του κόμματος του.
Η δεδομένη στιγμή είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη για το ΣΥΡΙΖΑ καθώς υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να απολέσει τον ταυτοτικό χαρακτήρα του κόμματος εξουσίας γεγονός που μπορεί να αποδεσμεύσει και να διευκολύνει ψηφοφόρους προς άλλες κομματικές κατευθύνσεις που θα δημιουργούν μεγαλύτερες προοπτικές.
Ως άμεσος ανταγωνιστής του ΣΥΡΙΖΑ εξαιτίας και της ιδεολογικής γειτνίασης εμφανίζεται το ΠΑΣΟΚ το οποίο μετά από 11 χρόνια φιγουράρει στη δεύτερη θέση του πίνακα της πρόθεσης ψήφου με 12,1%.
Η απόσταση από τη ΝΔ βέβαια απαγορεύει οποιαδήποτε διατύπωση σκέψης ανατροπής του σκηνικού που θα εκλαμβανόταν μάλλον ως μαξιμαλισμός, το ΠΑΣΟΚ ωστόσο μπορεί να είναι αισιόδοξο επειδή καταφέρνει να συγκρατεί ένα υψηλό ποσοστό συσπείρωσης της τάξης του 80% και να λειτουργεί ως ο βασικός υποδοχέας των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.
Στον αντίποδα το 5,8% των ψηφοφόρων του που δηλώνουν διάθεση μετακίνησης προς τη ΝΔ λειτουργεί ανασχετικά και αναδεικνύει το δύσκολο ρόλο που καλείται να παίξει το κόμμα του κ. Ανδρουλάκη το επόμενο διάστημα: από τη μία να προσελκύει όσους αποχωρούν από το ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη να επιχειρεί να διεισδύσει στο κεντρώο εκσυγχρονιστικό ακροατήριο που βρίσκεται από το 2019 στη ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη και δεν δείχνει διάθεση αποχώρησης τουλάχιστον μαζικά. Η επιτυχία ή αποτυχία της διπλής διεύρυνσης πού θα επιχειρήσει το ΠΑΣΟΚ το επόμενο διάστημα θα είναι ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες που θα διαμορφώσουν τις πολιτικές ισορροπίες έως τις ευρωεκλογές.
(Ο Αντώνης Παπαργύρης είναι Διευθυντής Ερευνών GPO- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Τα Νέα")