Υποτίμηση κατά 50% του πέσο, κλείσιμο εννέα υπουργείων, απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και μείωση επιδοτήσεων σε ενέργεια και μεταφορές. Αυτό είναι το πακέτο μέτρων πρωτοφανούς λιτότητας που ανακοίνωσε προ ολίγων ημερών ο νέος, ακραίος φιλελεύθερος και υπερσυντηρητικός, Πρόεδρος της Αργεντινής Χαβιέρ Μιλέι, πιστός στην προεκλογική εξαγγελία του για «δόγμα του σοκ», θέτοντας την οικονομία και την κοινωνία της Αργεντινής υπό την απειλή του αλυσοπρίονου το οποίο κράδαινε προεκλογικά.
Το σκεπτικό; Να σταθεροποιηθεί μέσα από την εφαρμογή της πλέον νεοφιλελεύθερης ΤΙΝΑ (Τhere Is No Alternative) η οικονομία, που είναι αντιμέτωπη με υψηλό πληθωρισμό, υψηλά δημόσια ελλείμματα και δυσβάστακτο κρατικό χρέος. «Η γενεσιουργός αιτία των προβλημάτων μας ήταν πάντα δημοσιονομική», υποστήριξε ο νέος Υπουργός Οικονομίας Λουίς Καπούτο, προσθέτοντας πως, για πρώτη φορά, ψηφίζοντας τον Χαβιέρ Μιλέι οι πολίτες της Αργεντινής έδειξαν να κατανοούν πως «δεν υπάρχουν χρήματα».
«Εάν συνεχίσουμε έτσι, οδεύουμε προς τον υπερπληθωρισμό. Αποστολή μας είναι να αποφύγουμε την καταστροφή», είπε ο Καπούτο. Παραδέχθηκε, ωστόσο, ότι τα μέτρα αυτά θα επιφέρουν πλήγμα στους πολίτες και στην αγοραστική τους δύναμη. Ο ίδιος ανακοίνωσε, επίσης, ότι το κράτος δεν θα οργανώνει πλέον διαγωνισμούς για δημόσια έργα και θα ακυρώσει συμβάσεις για όσα «δεν έχουν αρχίσει ήδη». Τα δημόσια έργα θα εκτελούνται από τον ιδιωτικό τομέα, «καθώς το κράτος δεν έχει ούτε τα χρήματα ούτε τη χρηματοδότηση» για αυτά, δήλωσε.
Του πακέτου μέτρων είχε προηγηθεί μια πραγματικά σοκαριστική ομιλία του ίδιου του Μιλέι, που από πολλούς θεωρείται η νέα λατινοαμερικανική εκδοχή του Ντόναλντ Τραμπ, μετά την ήττα του Ζαΐρ Μπολσονάρου. Συγκεκριμένα, στην ομιλία του προειδοποίησε ότι οι Αργεντινοί θα πρέπει να υπομείνουν μήνες πόνου όσο εργάζεται για να βγάλει τη χώρα από την οικονομική κρίση που κληρονόμησε από τον προκάτοχό του. Ο πληθωρισμός είναι ήδη πάνω από 140% ετησίως και οι τιμές αναμένεται να εκτιναχθούν μεταξύ 20% και 40% τους επόμενους μήνες, εκτιμά ο νέος πρόεδρος, λογική που συνοψίζεται στο απλοϊκό δόγμα: «Θα πάμε χειρότερα, μέχρι να πάμε καλύτερα».
Οι αντιδράσεις εντός Αργεντινής ήταν περιορισμένες, δεδομένης της πρόσφατης λαϊκής εντολής αλλά και της πλήρους απαξίωσης της απελθούσας κεντροαριστερής κυβέρνησης του Αλμπέρτο Φερνάντεθ. Και τα δυσάρεστα νέα δεν σταματούν εκεί, αφού η νεότευκτη κυβέρνηση, διά στόματος της νέας Υπουργού Ασφάλειας Πατρίτσια Μπούλριτς, επιβεβαίωσε πως υπάρχει «ειδικό πρόγραμμα» και για τους διαδηλωτές, που προβλέπει πρόστιμα και ποινές, σε μια χώρα που διαθέτει σταθερά ζωντανό κοινωνικό κεφάλαιο και ιδιαίτερη παράδοση σε κινήματα και συλλογικότητες. «Αν υπάρχει αναστάτωση στους δρόμους, θα υπάρξουν επιπτώσεις για όσους τις προκαλούν», συμπλήρωσε η ίδια, σε μια φράση που φάνηκε να απηχεί την προδημοκρατική περίοδο.
Μέσα σε αυτό το ζοφερό κλίμα καταγράφονται ωστόσο και αντιστάσεις, κεντρικές και λαϊκές ως προς το χαρακτήρα τους. Ο Χουάν Γκραμπόις, γνωστός ακτιβιστής ηγέτης του αριστερού περονικού κόμματος Frente Patria Grande και δικηγόρος, ο οποίος συνδέεται με την πλευρά της πρώην προέδρου Κριστίνα Φερνάντεζ, δηλώνει ότι ο Καπούτο εξήγγειλε «κοινωνικές δολοφονίες χωρίς να πτοείται, σαν ψυχοπαθής που ετοιμάζεται να σφάξει τα ανυπεράσπιστα θύματά του». Και πρόσθεσε: «Αλήθεια, πιστεύετε ότι δεν θα διαμαρτυρηθεί ο κόσμος;». Και ο επικεφαλής του κοινωνικού κινήματος Polo Obrero Εντουάρντο Μπελιμπόνι, αναφερόμενος στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης Μιλέι, έκανε λόγο για «πόλεμο κατά του λαού».
Την ίδια στιγμή, μεγάλη μερίδα εγχώριων οικονομολόγων εκτιμά πως θα υπάρξει δυσανάλογο κόστος, ιδίως για τους συνταξιούχους, δεδομένης της αύξησης του στασιμοποληθωρισμού, ενώ επισημαίνουν ότι η μεγαλύτερη πρόκληση για τον Μιλέι θα είναι να συγκρατήσει την κοινωνική αναταραχή ενός κοινωνικού σώματος που δείχνει διατεθειμένο να δοκιμάσει κάθε είδους συνταγή, αλλά δεν δίνει επ’ ουδενί λευκή επιταγή στο νέο «φιντάνι» της Alt Right του Νέου Κόσμου.
Υπήρχαν βέβαια και οι ικανοποιημένοι της υπόθεσης. Μεταξύ αυτών το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο επαίνεσε τις «τολμηρές αρχικές ενέργειες» της νέας κυβέρνησης λίγο μετά από την ανακοίνωση του Καπούτο. «Η αποφασιστική εφαρμογή τους θα βοηθήσει στη σταθεροποίηση της οικονομίας και θα θέσει τη βάση για μια πιο βιώσιμη ανάπτυξη που θα καθοδηγείται από τον ιδιωτικό τομέα», δήλωσε η εκπρόσωπος Τζούλι Κόζακ, ενώ η επικεφαλής του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα έγραψε στο Χ: «Χαιρετίζω τα αποφασιστικά μέτρα που ανακοινώθηκαν από τον πρόεδρο Μιλέι και την οικονομική του ομάδα σήμερα για την αντιμετώπιση των σημαντικών οικονομικών προκλήσεων της Αργεντινής – ένα σημαντικό βήμα προς την αποκατάσταση της σταθερότητας και την ανόρθωση του οικονομικού δυναμικού της χώρας». Στο ίδιο πνεύμα κινήθηκαν οι θεσμοί της εγχώριας οικονομικής ελίτ, όπως η Ένωση Τραπεζών Αργεντινής και το Χρηματιστήριο του Μπουένος Άιρες.
Κι αν το ΔΝΤ βλέπει στον Μιλέι την προοπτική να καταφέρει να λύσει κάπως το γρίφο της οικονομίας της Αργεντινής και να ξορκίσει μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες του διεθνούς οργανισμού, μια σειρά από χώρες, όπως η Κίνα, περιμένουν να δουν πώς θα προσαρμοστεί στα νέα του καθήκοντα το πρόσωπο εκείνο που έκανε λόγο για διακοπή σχέσεων με «κομμουνιστικές χώρες». Σε αυτό το πεδίο πάντως ο Μιλέι επέδειξε αξιοθαύμαστη… ευλυγισία, αφού του πήρε μόλις 24 ώρες από την ανάληψη της προεδρίας του για να σκύψει το κεφάλι μπροστά στο Πεκίνο, έναν από τους μεγαλύτερους δανειστές της Αργεντινής και δεύτερου μεγαλύτερου εμπορικού εταίρου της, στέλνοντας μια επιστολή στον Κινέζο ομόλογό του για συναλλαγματικές διευκολύνσεις σε γιουάν ύψους 5 δισ. δολαρίων.
Γίγαντας μέσα, νήπιο έξω; Πολλοί επισημαίνουν πως οι εξωτερικές υποχρεώσεις της Αργεντινής ακυρώνουν τους προεκλογικούς λεονταρισμούς του Μιλέι, ενώ άλλοι επεκτείνουν το επιχείρημα και στα της εγχώριας οικονομίας, καθώς η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που δρομολογεί απαιτεί τη συναίνεση ευρύτερων κεντροδεξιών δυνάμεων στο κοινοβούλιο και η δυνατότητα του νέου εκκεντρικού αστέρα της λατινοαμερικανικής Ακροδεξιάς να κάνει συμβιβασμούς θα δοκιμαστεί. Και παρόλο που οι Αργεντινοί έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στις υποσχέσεις του Μιλέι ότι θα διορθώσει, με τον δικό του ακραίο τρόπο, τα κακώς κείμενα, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι τα σχέδιά του θα λειτουργήσουν ή ακόμη και ότι η κυβέρνηση θα μπορέσει να τα ολοκληρώσει.
(Ο Βαγγέλης Δ. Μαρινάκης είναι Πολιτικός Επιστήμονας, ΜSc Δημόσιες Πολιτικές – H ανάλυση περιλαμβάνεται στο 16ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Iνστιτούτου ΕΝΑ)