Και στην κοινωνία, αυτό που επικρατεί τα τελευταία χρόνια είναι η απογοήτευση για το σύνολο του πολιτικού κόσμου και κυρίως βέβαια για την κυβέρνηση η οποία έχει τα ηνία της χώρας και κατά συνέπεια την ευθύνη για τα καλά και τα κακά που συμβαίνουν στους πολίτες.
Ενδεικτικά της παταγώδους αποτυχίας της σημερινής κυβέρνησης, είναι τα ευρήματα της τελευταίας δημοσκόπησης που είδε χθες το φως της δημοσιότητας σύμφωνα με την οποία το 51% των πολιτών δηλώνουν ότι κανένας υπουργός του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν είναι επιτυχημένος.
Όταν λοιπόν ένας στους δυο πολίτες δηλώνει ότι ούτε ένας υπουργός δεν κάνει σωστά τη δουλειά του, τότε πράγματι μιλάμε για κυβερνητικό «Βατερλό».
Ένα «Βατερλό» με μεγάλο ηττημένο τον «κυβερνήτη» Κυριάκο Μητσοτάκη, που άλλο εύρημα της δημοσκόπησης έδειξε κατακόρυφη πτώση της «καταλληλότητας» του για πρωθυπουργός, μιας και τους τελευταίους μήνες εξακολουθεί να χάνει με μεγάλη διαφορά ακόμη και από τον «Κανένα».
Συγκεκριμένα, στην ερώτηση ποιον πολιτικό αρχηγό εμπιστεύονται περισσότερο οι πολίτες για πρωθυπουργό, η πλειοψηφία απάντησε «κανέναν» σε ποσοστό 37%, ενώ μόλις το 27% επιλέγει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και ακόμη λιγότεροι τους άλλους πολιτικούς αρχηγούς.
Έτσι, επικοινωνιακά περισώζεται η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, απλά και μόνο γιατί δεν υπάρχει κανένας πολιτικός αντίπαλος που οι πολίτες να πιστεύουν ότι μπορούν να εμπιστευτούν τις τύχες της χώρας και το δικό τους μέλλον.
Και αυτές οι εξελίξεις, τουλάχιστον, για την Ελλάδα, αποτελούν πολιτικό αδιέξοδο, καθώς δυστυχώς δεν υπάρχει ακόμη κουλτούρα πολιτικών συνεργασιών, για το σχηματισμό κυβερνήσεων από δύο ή και περισσότερα πολιτικά κόμματα.
Γιατί αρκετοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται ότι στις δημοσκοπήσεις αποτυπώνεται η άποψη των πολιτών με βασικό γνώμονα την κομματική τους προτίμηση. Έτσι η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης λαμβάνουν την «ψήφο» όσων πρόσκεινται στην συντηρητική παράταξη και ομοίως τα άλλα κόμματα των δικών τους ψηφοφόρων.
Το ζητούμενο, όμως, είναι ότι αν τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων επαληθευτούν στις επόμενες εθνικές εκλογές, τότε η χώρα θα βρεθεί ενώπιον του προβλήματος της ακυβερνησίας, καθώς για αυτοδυναμία δεν υπάρχει καμία περίπτωση.
Και βέβαια στο πρόβλημα αυτό η λύση που επεξεργάζονται στο κυβερνητικό στρατόπεδο –έστω και αν το διαψεύδουν- είναι μια ακόμη αλλαγή του εκλογικού νόμου για να μπορεί το πρώτο κόμμα να σχηματίσει κυβέρνηση ακόμα και με ποσοστά καταφανούς μειοψηφίας του εκλογικού σώματος.
Μιλάμε για ένα μοντέλο διακυβέρνησης με την ψήφο μιας ισχυρής μειοψηφίας. Πραγματικό πολιτικό αδιέξοδο.