Η Δυτική Μακεδονία και η Μεγαλόπολη απειλούνται πράγματι από μια κοινωνική, οικονομική και περιβαλλοντική καταστροφή. Αυτή προέρχεται από τη μονοκαλλιέργεια του λιγνίτη, η οποία έχει στερήσει την οποιαδήποτε αναπτυξιακή προοπτική για τις λιγνιτικές περιοχές της χώρας μας, οι οποίες θυσιάστηκαν στον βωμό του εξηλεκτρισμού και της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας εδώ και δεκαετίες.
Το πραγματικό οικονομικό κόστος της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων σύμφωνα με έκθεση οδήγησε τη ΔΕΗ στη συσσώρευση ζημιών της τάξης των €700 εκατ. τα τελευταία ενώ τα επόμενα 3,5 χρόνια η λιγνιτική βιομηχανία θα συσσωρεύσει καθαρές ζημιές της τάξης των €1,3 δις.
Υπάρχει όμως και το λεγόμενο «εξωτερικό κόστος» των ρυπογόνων μονάδων. Η επιβάρυνση δηλαδή της δημόσιας υγείας και της υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Σύμφωνα με τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος, οι επιπτώσεις στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία από τις υπερβάσεις των ευρωπαϊκών ορίων σε διοξείδιο του θείου (SO2), οξείδια του αζώτου (NOx) και σωματίδια (PM) από τους υφιστάμενους λιγνιτικούς σταθμούς αποτιμώνται σε € 92-583 εκατομμύρια ετησίως.
Όσον αφορά τις θέσεις εργασίας η επιμονή στο αδιέξοδο μοντέλο της λιγνιτικής δραστηριότητας, είναι γεγονός ότι αυτό στερεί δουλειές καθώς είναι αδύνατο να αναπτυχθούν νέες παραγωγικές δραστηριότητες. Αυτός είναι άλλωστε ο κύριος λόγος που η Δυτική Μακεδονίας απολαμβάνει το αρνητικό προνόμιο της «πρωταθλήτριας» της ανεργίας στην Ελλάδα.
Η νέα Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (European Green Deal) αποτελεί μια απάντηση στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο καθώς αποτελεί τη μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση στην Ευρώπη μετά το Σχέδιο Μάρσαλ, μία σαφέστατη απόφαση η πολιτική να καθοδηγεί την αγορά και όχι το αντίστροφο.
Ειδικότερα ο Μηχανισμός για τη Δίκαιη Μετάβαση προβλέπει συνολικά πάνω από €4 δις για τις λιγνιτικές περιοχές της χώρας για χρηματοδότηση επενδύσεων, οι οποίες θα σηματοδοτούν ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο. Το ζητούμενο είναι στον τρίλογο που θα ακολουθήσει η Ελλάδα να διεκδικήσει την προτεραιοποίηση της χρηματοδότησης καθώς είναι η χώρα που ανακοίνωσε την επίσπευση της απολιγνιτοποίησης μέχρι το 2023 και παράλληλα την αύξηση του ποσοστού που της αναλογεί.
Ένα δεύτερο ζητούμενο είναι η εκπόνηση ενός στρατηγικού σχεδίου, το οποίο όμως θα προέλθει από συμμετοχικές διαδικασίες έτσι ώστε να αποτελέσει ιδιοκτησία όλων των εμπλεκόμενων φορέων και των τοπικών κοινωνιών. Οι προοπτικές που ανοίγονται είναι πολλές. Ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα, επενδύσεις σε ΑΠΕ, κυκλική οικονομία, επανεκπαίδευση εργαζομένων, αξιοποίηση της βιομηχανικής κληρονομιάς, αποκατάσταση των ορυχείων, στήριξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι μερικές μόνο από τις δραστηριότητες που θα μπορούσαν άμεσα να στηρίξουν τη μετάβαση σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο. Έκθεση του 2016 ανέδειξε ότι με επενδύσεις της τάξης των €2,35 δις μπορεί να δημιουργήσει σχεδόν διπλάσιες θέσεις εργασίας (11.595) από αυτές που θα χαθούν και παραπάνω από δύο φορές το τοπικό εισόδημα (€ 2,48 δις).
Όσο για την Πτολεμαΐδα V, σύμφωνα με την ανακοίνωση του business plan της ΔΕΗ θα λειτουργήσει με λιγνίτη μέχρι το 2028 και μετά θα συνεχίσει κανονικά τη λειτουργία της με άλλο μίγμα καυσίμου.
Το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε είναι να διασφαλίσουμε ένα ακόμη πιο ριζοσπαστικό Green Deal που να οδηγήσει σε ριζοσπαστικές αλλαγές. Ο στρουθοκαμηλισμός, οι χαμένες μάχες οπισθοφυλακής και η άγνοια της πραγματικότητας αποτελούν τροχοπέδη σε μια κατεπείγουσα διαδικασία στην οποία δεν έχουμε την πολυτέλεια του χρόνου.
Η μάχη για μια δίκαιη και όχι βίαιη μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή πρέπει να κερδηθεί και θα κερδηθεί.
Το οφείλουμε στους εργαζομένους, τις τοπικές κοινωνίες, την παρούσα αλλά και τις μελλοντικές γενιές.
Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη: Ένα άρθρο του Ευρωβουλευτού Πέτρου Κόκκαλη, επιθετικό προς τις λιγνιτικές μονάδες της περιοχής.
Flash.gr