Ερώτηση για τη σκοπιμότητα πώλησης του ποσοστού του δημοσίου στη ΔΕΠΑ Υποδομών και το όφελος της ενδεχόμενης πώλησης για το δημόσιο και τους καταναλωτές, κατέθεσαν 44 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, με επικεφαλής τον Τομεάρχη Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σωκράτη Φάμελλο.
Όπως αναφέρεται σε αυτή, το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προέβη πρόσφατα σε διθυραμβικές δηλώσεις για την εκδήλωση μη δεσμευτικού ενδιαφέροντος για την πώληση της ΔΕΠΑ Εμπορίας, σε συνέχεια αντίστοιχων δηλώσεων και ύφους για την πώληση της ΔΕΠΑ Υποδομών. Οι βουλευτές ερωτούν ποιον λόγο ακριβώς θριαμβολογεί το ΥΠΕΝ για την επικείμενη απώλεια σημαντικού ποσοστού του δημοσίου στις Υποδομές και στην Εμπορία φυσικού αερίου, όταν σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες παρατηρείται η αντίστροφη τάση επανακρατικοποίησης και επαναδημοτικοποίησης ενεργειακών υποδομών και δικτύων, τάση που ενισχύεται και επεκτείνεται σε περισσότερους τομείς υποδομών λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Βάσει των στοιχείων που περιλαμβάνονται στο Δελτίο Τύπου της ΕΔΑ ΘΕΣΣ 10-2-2020, προκύπτει ότι επενδύσεις σε δίκτυα φυσικού αερίου στη χώρα μας είναι ιδιαιτέρως προσοδοφόρες και συνεπώς θα είναι μεγάλη η απώλεια εσόδων για το δημόσιο σε ενδεχόμενο πώλησης του ποσοστού του. Μεγάλο είναι ακόμη, όπως σημειώνουν οι βουλευτές, είναι ακόμη το κοινωνικό όφελος των εν λόγω επενδύσεων μέσω της επέκτασης του δικτύου και της χρήσης φυσικού αερίου για τους τελικούς καταναλωτές. Σε αυτό το πλαίσιο, γίνεται ακόμη περισσότερο επιτακτική η επί της ουσίας απάντηση στα ερωτήματα τα οποία περιλαμβάνονται σε προηγούμενη σχετική ερώτηση και Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων που κατέθεσαν σαράντα έξι (46) βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στις 13/1/2020 για την πώληση του ποσοστού του δημοσίου στη ΔΕΠΑ Υποδομών και παραμένει αναπάντητη, όπως και δεν έχουν κατατεθεί τα έγγραφα όπου να προκύπτει η όποια σκοπιμότητα.
Ερωτώνται, σε αυτό το πλαίσιο, οι Υπουργοί Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Οικονομικών:
1. Πώς θα εξασφαλιστεί η υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου της ΔΕΠΑ Υποδομών, και των εταιρειών ΕΔΑ Αττικής, ΕΔΑ Θεσσαλονίκης Θεσσαλίας και ΔΕΔΑ ΑΕ, δεδομένου ότι η εκχώρηση ολόκληρου του ποσοστού του δημοσίου σε έναν ιδιώτη συνεπάγεται τη δημιουργία ενός μονοπωλίου, καθώς και την ανάπτυξη του δικτύου φυσικού αερίου με γνώμονα πάντοτε την κερδοφορία του ιδιώτη και όχι τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας (νοικοκυριά, επιχειρήσεις);
2. Ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο η Κυβέρνηση «βιάζεται» να εκποιήσει μία ιδιαιτέρως επικερδή για το δημόσιο εταιρεία, ιδιαίτερα αυτό το διάστημα που όλα τα οικονομικά δεδομένα ανατρέπονται και το παγκόσμιο ενδιαφέρον έχει στραφεί στον αγώνα για την επιβίωση του πληθυσμού;
3. Πως θα εξασφαλιστεί η επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου μέσω χρηματοδότησης από το ΕΣΠΑ, δεδομένου αφενός ότι θα μεταβληθεί η μετοχική βάση της εταιρείας -αποχώρηση του δημοσίου- και θα αφορά πλέον ένα ιδιωτικό μονοπώλιο; Πώς η δημιουργία αυτού του μονοπωλίου είναι σύμφωνη με τους κανόνες του ανταγωνισμού και του ΕΣΠΑ;
4. Εξετάζει η κυβέρνηση την αλλαγή του σχεδιασμού της για την πώληση του ποσοστού του δημοσίου σε ενεργειακές εταιρείες και υποδομές (ΔΕΠΑ Υποδομών και Εμπορίας, ΑΔΜΗΕ, ΔΕΔΔΗΕ) και τη διατήρηση του ποσοστού του στους κρίσιμους αυτούς τομείς, στο πλαίσιο των νέων προτεραιοτήτων που τίθενται στο δημόσιο λόγο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, την επαναξιολόγηση της σημασίας του δημόσιου τομέα και την αναγκαιότητα διασφάλισης των δημόσιων αγαθών;