Στα 6,2 δις. ευρώ) εκτιμάται ότι μπορούν να ανέλθουν οι ευρωπαϊκοί και εθνικοί πόροι για την απολιγνιτοποίηση στην Ελλάδα με βάση τους επικαιροποιημένους υπολογισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αυτό ανέφερε από το βήμα της Βουλής ο ΥΠΕΝ, Κωστής Χατζηδάκης χθες από ενώ υπογράμμισε ότι το ποσό αυτό θα πρέπει να διοχετευθεί σε έργα που θα αλλάξουν την εικόνα των λιγνιτικών περιοχών.
Απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου για το θέμα της τηλεθέρμανσης στη Μεγαλόπολη, ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε τη σημασία των τελευταίων προτάσεων της Κομισιόν για το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, που αφορά στις λιγνιτικές περιοχές.
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας σημείωσε χαρακτηριστικά: «Είναι ένα καλό νέο για τους κατοίκους των λιγνιτικών περιοχών, ότι με βάση και τις τελευταίες προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ταμείο Ανάκαμψης και σύμφωνα με δήλωση της αρμόδιας Επιτρόπου, της κυρίας Φερέιρα, εκεί που η Ελλάδα υπολόγιζε σε κοινοτικούς και εθνικούς πόρους της τάξεως των 3,7 έως 4,4 δισεκατομμυρίων ευρώ για τις λιγνιτικές περιοχές, το ποσό αυτό ανεβαίνει στα 6,2 δισεκατομμύρια ευρώ. Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο ποσό, που θα πρέπει όχι απλώς να προσπαθήσουμε να απορροφήσουμε, αλλά να αξιοποιήσουμε σωστά, διότι μπορεί να αλλάξει πλήρως, προς το θετικό, την εικόνα των λιγνιτικών περιοχών συμπεριλαμβανομένου και του Δήμου Μεγαλόπολης», σημείωσε ο κ. Χατζηδάκης.
Και πρόσθεσε: «Πέραν των 6,2 δις. ευρώ, η δράση μας για την απολιγνιτοποίηση έχει ήδη ξεκινήσει. Σχεδιάζουμε τη κατασκευή φωτοβολταϊκώνσταθμών συνολικής ισχύος 2 GW στη Δυτική Μακεδονία και 1 GW στη Μεγαλόπολη. Θέλουμε οι κάτοικοι να γίνουν συμμέτοχοι σε αυτήν την προσπάθεια, να μη βλέπουν τις μονάδες της ΔΕΗ ή του όποιου ιδιώτη επενδυτή να αναπτύσσονται και οι ίδιοι να είναι αμέτοχοι. Επίσης, στα προγράμματα του Πράσινου Ταμείου για την απολιγνιτοποίησηπεριλαμβάνεται και το Επιχειρηματικό Πάρκο Μεγαλόπολης. Ειδικότερα το Ταμείο θα προσκαλέσει την Περιφέρεια Πελοποννήσου να υποβάλει αίτημα χρηματοδότησης για την επικαιροποίηση της μελέτης σκοπιμότητας και βιωσιμότητας του Επιχειρηματικού Πάρκου. Παράλληλα αποδίδεται ο λιγνιτικός πόρος που επί ΣΥΡΙΖΑ δεν αποδιδόταν. Είναι 136 εκατ. ευρώ για τις λιγνιτικές περιοχές και ένα μέρος τους θα διοχετευθεί για έργα στη Μεγαλόπολη. Ας μην ξεχνάμε τέλος ότι υπάρχει και μια εθνική πολιτική στήριξης που έχει να κάνει και με ειδικά φορολογικά κίνητρα που θα υιοθετηθούν. Δεν πρόκειται απλώς για μια υπόσχεση, διότι ήδη στο νομοσχέδιο για την ηλεκτροκίνηση, το οποίο θα έρθει σε λίγες μέρες στη Βουλή, έχουμε προβλέψει ότι στις λιγνιτικές περιοχές θα υπάρχουν ειδικά φορολογικά κίνητρα προκειμένου να εγκαθίστανται εταιρείες που θα παράγουν φορτιστές και μπαταρίες. Αυτό είναι ένα πρώτο μέτρο».
Όσον αφορά στο θέμα της θέρμανσης στη Μεγαλόπολη, ο υπουργός τόνισε ότι το σχέδιο προβλέπει την ανάπτυξη δικτύου φυσικού αερίου που θα καλύψει το σύνολο των κτιρίων της πόλης.«Με αυτό τον τρόπο θα καλυφθούν τόσο οι σημερινοί χρήστες τηλεθέρμανσης, που είναι το 50% των νοικοκυριών, όσο και κτίρια των νέων καταναλωτών που σήμερα δεν καλύπτονται και θα έχουν τη δυνατότητα σύνδεσης στο δίκτυο φυσικού αερίου, το οποίο καλύπτει και περισσότερες ανάγκες μέσα στα νοικοκυριά σε σχέση με την τηλεθέρμανση. Οι σημερινοί χρήστες τηλεθέρμανσης δεν θα επιβαρυνθούν με το κόστος της σύνδεσης του κτιρίου τους στο δίκτυο φυσικού αερίου, καθώς είχαν πληρώσει όταν συνδέθηκαν με την τηλεθέρμανση. Οι δε συνδέσεις των κτιρίων των νέων καταναλωτών με το δίκτυο φυσικού αερίου θα έχουν ισόποση επιβάρυνση με αυτή που είχαν οι συμπολίτες τους όταν συνδέθηκαν με την τηλεθέρμανση. Η ΔΕΗ θα συνεχίσει να καλύπτει τις ανάγκες της τηλεθέρμανσης στη Μεγαλόπολη και κατά τη θερμαντική περίοδο 2020-2021, παρά τη λήξη της σχετικής σύμβασης στο τέλος του έτους. Η επιχείρηση θα εγκαταστήσει λέβητα που θα λειτουργεί με καύση υγροποιημένου αερίου πετρελαίου LPG και δυνατότητα καύσης φυσικού αερίου, ενώ θα καλύψει το κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας του λέβητα για την προαναφερόμενη περίοδο. Η παρουσία του φυσικού αερίου στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις αυτόχρημα σημαίνει παραπάνω πράγματα σε σχέση με την απλή τηλεθέρμανση. Το κόστος του φυσικού αερίου είναι εξ ορισμού φθηνότερο από το πετρέλαιο και είναι κάτι το οποίο επιζητούν δεκάδες πόλεις στην Ελλάδα, επομένως δεν βλέπω γιατί να μην το θέλει και η Μεγαλόπολη», κατέληξε ο κ. Χατζηδάκης.