Σε έναν πρώτο απολογισμό για την επόμενη μέρα στην ενέργεια από τον πόλεμο στην Ουκρανία προβαίνει ο Χάρης Δούκας, με συνέντευξη που παραχωρεί στο iEnergeia.gr.
Ο αναπληρωτής καθηγητής του ΕΜΠ επικεντρώνει στα υπερκέρδη των εταιρειών και το βαρύ τίμημα που πληρώνουν οι πολίτες, κυρίως οι ασθενέστεροι οικονομικά, αλλά και τη Ρωσία, που χάνει οριστικά τον καλύτερό της πελάτη, την Ευρώπη. Ενώ, όμως, η Ευρώπη αποεξαρτητοποιείται από τη Ρωσία, αρχίζει να εξαρτάται από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όσο για την Ελλάδα, Χάρης Δούκας σημειώνει πως « ακολουθεί τη λάθος διαδρομής της πρόσδεσης στο άρμα του LNG. Οι μόνες σίγουρες επενδύσεις αυτή τη στιγμή στη χώρα είναι επενδύσεις και υποδομές υποδοχής, μεταφοράς και καύσης υγροποιημένου φυσικού αερίου». «Ταυτόχρονα όμως η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση, με τις υψηλότερες οικονομικές απώλειες, υπέρ-τριπλάσιες του ευρωπαϊκού μέσου όρου, από τα ακραία καιρικά φαινόμενα της τελευταίας δεκαετίας, εξαιτίας της κλιματικής κρίσης», σημειώνει..
Ένα χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, ποιοι ήταν οι κερδισμένοι και ποιοι οι χαμένοι στον τομέα της ενέργειας;
Στους κερδισμένους είναι σίγουρα οι μεγάλες πετρελαϊκές. Η Exxon ανακοίνωσε τα υψηλότερα κέρδη στα 152 χρόνια ιστορίας της, που ήταν πάνω από 55 δις δολάρια για το 2022. Η BP ανακοίνωσε κέρδη – ρεκόρ σχεδόν 28 δις δολαρίων για το 2022 (το προηγούμενο ρεκόρ της ήταν 26 δις δολάρια το 2008) και η TotalEnergies κέρδη 36 δις δολάρια. Συνολικά, οι μεγάλες δυτικές πετρελαϊκές εταιρίες, με βάση τα ανακοινωμένα οικονομικά τους στοιχεία, ξεπέρασαν τα 250 δις δολάρια κέρδη.
Κι ενώ οι μεγάλες αυτές εταιρίες πετρελαίου απολαμβάνουν υπερκέρδη, που ούτε που φαντάζονταν μόλις πριν από δύο χρόνια, κατά τη διάρκεια των πιο σκοτεινών ημερών της πανδημίας, oι ευρωπαϊκές χώρες έχουν δαπανήσει, από την αρχή της κρίσης, κοντά στα 700 δις € για να προστατεύσουν νοικοκυριά & επιχειρήσεις, επιδοτώντας τις ίδιες εταιρίες με λεφτά φορολογούμενων πολιτών. Η Ελλάδα, το 2022, δαπάνησε 8 δισ. ευρώ για τη στήριξη της ηλεκτρικής ενέργειας και επιπλέον 2 δισ. ευρώ για τα καύσιμα (θέρμανσης, fuel pass κλπ).
Να λοιπόν και οι χαμένοι. Οι λαοί της Ευρώπης και κυρίως οι πιο ευάλωτοι πολίτες, έχουν πληρώσει βαρύ τίμημα για τον ενεργειακό πόλεμο.
Τι αλλάζει μετά το χρόνο αυτό;
Αυτό που σίγουρα αλλάζει είναι πως η Ρωσία έχασε για πάντα τον μεγαλύτερο πελάτη της, την Ευρώπη.
Και αυτό γιατί τώρα που η Ευρώπη συνηθίζει να ζει χωρίς ρωσικό αέριο, δεν έχει λόγο να επιστρέψει σε αυτό.
Τους τελευταίους μήνες του 2022, η Ευρώπη είχε μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο κατά πάνω από 70%. Στην Ελλάδα μάλιστα, τον Ιανουάριο του 2023, οι εισαγωγές ρωσικού αερίου που καλύπτουν την εγχώρια κατανάλωση ήταν μηδενικές.
Αυτή η ταχύτητα απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο αποτυπώνεται και στις τιμές του αερίου. Οι μεγάλες περικοπές στις εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου ως αντίποινα για τη δυτική στήριξη προς την Ουκρανία οδήγησαν την ευρωπαϊκή τιμή αναφοράς πάνω από τα 300 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον Αύγουστο του 2022, 10 φορές πάνω από το κανονικό επίπεδο. Ωστόσο, τους τελευταίους μήνες έχει υποχωρήσει στο επίπεδο των 50 €/MWh – που παραμένει υψηλό, αλλά είναι πολύ χαμηλότερο από πριν.
Η ΕΕ απεξαρτητοποιείται από τη Ρωσία, μήπως όμως εξαρτάται πλέον από την Αμερική;
Είναι αλήθεια πως οι εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (Liquified Natural Gas – LNG) αυξήθηκαν κατά πάνω από 65% την περασμένη χρονιά. Τη μερίδα του λέοντος έχουν οι Αμερικανοί, και στην 2η θέση έρχονται οι Καταριανοί.
Ενώ λοιπόν η Ευρώπη μαθαίνει γρήγορα να ζει χωρίς ρωσικό αέριο, αρχίζει να δημιουργεί μία νέα εξάρτηση. Αυτή του LNG, με την Αμερική να είναι πλέον βασικός της προμηθευτής.
Η προσπάθεια όμως θα έπρεπε να ήταν για τη συνολική απεξάρτηση από το εισαγόμενο φυσικό αέριο.
Αυτό υποδεικνύουν οι περισσότεροι φορείς της ενέργειας. Ακόμα και ο διευθυντής του «συντηρητικού» Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, Φάτιχ Μπιρόλ, πριν λίγο καιρό, κατά την παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης του οργανισμού, μίλησε χωρίς υπεκφυγές για το τέλος της χρυσής εποχής του φυσικού αερίου που διαρκεί εδώ και μία δεκαετία. Άλλοι φορείς έχουν τεκμηριώσει πως είναι εφικτή η παράκαμψη του φυσικού αερίου και η κατ’ ευθείαν μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μάλιστα, πρόσφατες μελέτες εξειδικευμένων οργανισμών σχεδιασμού επισημαίνουν πως τα κόστη (υποδομών) είναι σχεδόν διπλάσια στην περίπτωση υποκατάστασης ρωσικού αερίου με LNG αντί για ανανεώσιμες. Επιπλέον, σε αυτή την περίπτωση, οι χώρες θα έχουν νέα, μεγάλη έκθεση στις παγκόσμιες αγορές LNG και στη μεταβλητότητα των τιμών τους. Θα έπρεπε αντίθετα να επενδύουν σε καθαρές μορφές ενέργειας και στην εξοικονόμηση ενέργειας, με όρους πραγματικής συνεργασίας και δημοκρατίας, που θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια της ευρωπαϊκής ηπείρου. Άλλωστε, ένα βασικός λόγος απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, είναι η απεξάρτηση από καθεστώτα, δικτάτορες και ολιγάρχες.
Και η Ελλάδα;
Η Ελλάδα ακολουθεί τη λάθος διαδρομής της πρόσδεσης στο άρμα του LNG. Οι μόνες σίγουρες επενδύσεις αυτή τη στιγμή στη χώρα είναι επενδύσεις και υποδομές υποδοχής, μεταφοράς και καύσης υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Ταυτόχρονα όμως η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση, με τις υψηλότερες οικονομικές απώλειες, υπέρ-τριπλάσιες του ευρωπαϊκού μέσου όρου, από τα ακραία καιρικά φαινόμενα της τελευταίας δεκαετίας, εξαιτίας της κλιματικής κρίσης.
Και αυτό ενώ είναι γνωστό πως η καύση ορυκτών καυσίμων, όπως είναι το φυσικό αέριο, επιταχύνει την κλιματική και κοινωνική απορρύθμιση και η χώρας μας είναι στο επίκεντρο της κλιματικής κρίσης, μαζί με την ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής μεσογείου.
Πρόσφατα, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, στο Νταβός κατηγορούσε τους παραγωγούς ορυκτών καυσίμων πως συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους, «γνωρίζοντας ότι το παραγωγικό τους μοντέλο είναι ασύμβατο με την επιβίωση της ανθρωπότητας». Ταυτόχρονα, Βρυξέλλες και Ευρώπη ταρακουνιόνται ακόμα από το «QatarGate», όπου τα λόμπι των ορυκτών καυσίμων πιάστηκαν να δωροδοκούν στην «καρδιά» των ευρωπαϊκών αποφάσεων.
Παρόλα αυτά, στην χώρα μας, ακόμα και σήμερα, «ιεροκήρυκες» και «προφήτες» αναπαράγουν τις γνωστές «εθισμένες στα ορυκτά καύσιμα» ιδέες τους.
Εδώ εντοπίζεται και ο ρόλος της πολιτικής. Να ενώσει τους πολίτες για τη ριζική αναθεώρηση αυτού του παρωχημένου υποδείγματος ανάπτυξης, που δημιουργεί αλυσίδες τρομακτικής κερδοσκοπίας για τους βασικούς του συντελεστές και γεννάει κρίσεις και ανισότητες για τους υπολοίπους.