Οι διακυμάνσεις τιμών στην ενέργεια προκαλούν εκτός από ανησυχία σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις και έντονη συζήτηση σε σχέση με τα μοντέλα διαχείρισης. Η ενίσχυση των επενδύσεων σε ΑΠΕ και αποθήκευση, και η στήριξη των μακροπρόθεσμων συμβάσεων, όπως τα PPAs και τα CfDs είναι ένα μοντέλο που σύμφωνα με το ΙΕΝΕ «θεωρείται απαραίτητο για τη σταθερότητα των τιμών καταναλωτή και τον μετριασμό των επιπτώσεων από τις απότομες και μεγάλες αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου». Μάλιστα το ΙΕΝΕ προειδοποιεί πως υπάρχει κίνδυνος να μονοπωλήσουν τα PPA’s μεγάλοι παίκτες και ότι αν δεν ληφθούν μέτρα τότε πολλές βιομηχανίες θα βρεθούν αντιμέτωπες με μείωση της παραγωγής τους ή και αναστολής, λόγω μη εξασφάλισης ανταγωνιστικού κόστους ενέργειας.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο σε έκθεσή του με τίτλο « Επανασχεδίαση της Ευρωπαϊκής Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και Αποσύνδεση των Τιμών Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου» από τον Αύγουστο του 2022 το νέο σύστημα τιμολόγησης του ηλεκτρικού ρεύματος «οδήγησε στο επιθυμητό τελικό πολιτικό αποτέλεσμα, δηλαδή χαμηλότερες τιμές για τον μέσο καταναλωτή, με επιπλέον όμως κόστος για το κράτος και τους καταναλωτές αλλά και σημαντικό ρίσκο για τους προμηθευτές».
Επιπλέον τονίζει πως «ενώ οι τιμές στη χονδρεμπορική αγορά για συγκυριακούς λόγους ακολουθούν συνεχή πορεία αποκλιμάκωσης από όταν αποφασίστηκε και εφαρμόστηκε ο νέος τύπος τιμολόγησης, οι μηνιαίες τιμές που ανακοινώνονται από τους παρόχους είναι συστηματικά πάνω από το συνολικό κόστος (συμπεριλαμβανομένου του περιθωρίου κέρδους και των λειτουργικών εξόδων). Αυτό συμβαίνει γιατί οι πάροχοι, οι οποίοι είχαν εξαρχής εκφράσει επιφυλάξεις επισημαίνοντας ότι το νέο μοντέλο θα οδηγήσει σε αυξήσεις, ενσωματώνουν πλέον τα πιο ακραία σενάρια για την εξέλιξη της τιμής στη χονδρεμπορική αγορά προκειμένου να αποφύγουν το υψηλό ρίσκο που συνεπάγεται η πρόβλεψη εν μέσω έντονης μεταβλητότητας της αγοράς».