Μπορεί επί του παρόντος η ελληνική χονδρική αγορά να παραμένει ακριβότερη σε σχέση με τις άλλες αγορές της Ευρώπη, καθώς οι μονάδες φυσικού αερίου τιμολογούν με βάση την τιμή TTF του επόμενου μήνα, δηλαδή την τιμή TTF που διαπραγματεύεται τον Μάιο για τα συμβόλαια παράδοσης του Ιουνίου και καθυστερεί η ενσωμάτωση των μειώσεων, ωστόσο εκτιμάται ότι η τάση αυτή θα γίνει ακόμη πιο αισθητή στην ελληνική αγορά τον Ιούνιο.
Με βάση αυτά τα δεδομένα αναμένεται να συνεχιστεί και η αύξηση των εξαγωγών ηλεκτρικού ρεύματος προς ακριβότερες αγορές που δεν τιμολογούν με βάση το TTF του επόμενου μήνα.
Είναι ενδεικτικό ότι τον περασμένο μήνα - όταν διαπραγματεύονταν τα συμβόλαια παράδοσης Μαΐου, η τιμή TTF είχε ξεκινήσει τη Δευτέρα 3/4/23 στα 51,784 ευρώ/MWh για να κλείσει στην τελευταία συνεδρίαση του μήνα, στις 28/4/23 στα 38,538 ευρώ/MWh.
Παράλληλα το 1 GW των νέων ΑΠΕ, που συνδέθηκαν φέτος στο δίκτυο, σε συνδυασμό με τις μονάδες φυσικού αερίου και τα υδροηλεκτρικά θα δώσουν τη δυνατότητα στο σύστημα να ανταποκριθεί στη ζήτηση που παρά το γεγονός ότι δεν μειώνεται με τους ρυθμούς του περασμένου χειμώνα ωστόσο παραμένει χαμηλότερη από πέρυσι.
Σε ότι αφορά τις εξαγωγές αξίζει να σημειωθεί ότι τον Απρίλιο αυξήθηκαν κατά 132,46% έναντι του Απριλίου 2022, ενώ οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 23,05%.
Πάντως η τιμή στην Αγορά Επόμενης Ημέρας να είναι σήμερα η υψηλότερη στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα διαμορφώνεται στα 111,25 ευρώ/MWh, μετά από μία άνοδο κατά 25,9%, σε σχέση με τα επίπεδα της Δευτέρας.
Στο ελληνικό ηλεκτροπαραγωγικό μείγμα κυριαρχεί το φυσικό αέριο με μερίδιο 33,5%, ακολουθούμενο από τις ΑΠΕ με μερίδιο 28,1%, ενώ η συμμετοχή του λιγνίτη σχεδόν μηδενίζεται, καθώς έπεσε στο 0,8% και τα υδροηλεκτρικά συνεισφέρουν 6,5%. Οι εισαγωγές καλύπτουν το 27,1%, ενώ ελάχιστες είναι οι εξαγωγές, μόλις 0,6%, αφού οι υψηλές εγχώριες τιμές στη χονδρική αγορά προσελκύουν αυτόματα τις φθηνότερες εισροές ηλεκτρικής ενέργειας από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και αποτρέπουν τις εξαγωγές.