Η άμεση επιστροφή του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ, από επιχειρήσεις που έλαβαν την επιδότηση χωρίς να την δικαιούνται, είναι απολύτως αναγκαία προκειμένου να δοθούν έστω και με σημαντική καθυστέρηση επιδοτήσεις στις βιομηχανίες που είναι πραγματικοί δικαιούχοι και στις οποίες οφείλονται περίπου 120 εκατ. ευρώ για την τριετία 2021-2023.
Αυτό επισημαίνεται σε επιστολή της ΕΒΙΚΕΝ (Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας) προς τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρο Σκυλακάκη. Και αν στην περίπτωση των επιχειρήσεων με παροχές ισχύος 35KVΑ, το ποσό που πρέπει να επιστραφεί είναι περί τα 2 εκατ. ευρώ από 2.500 επιχειρήσεις, στην περίπτωση του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ τα μεγέθη αλλάζουν αφού στο σύνολο υπολογίζεται ότι φτάνει στα 600 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα μόνο για τα έτη 2019 και 2020 που έχουν ολοκληρωθεί οι εκκαθαρίσεις από τον ΔΕΔΔΗΕ εκτιμάται ότι οι επιστροφές φθάνουν τα 130 εκατ ευρώ και το ΥΠΕΝ αναζητεί τρόπους ώστε η χρέωση στις επιχειρήσεις που δεν δικαιούνταν μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ να γίνει σε δόσεις.
Στην επιστολή της η ΕΒΙΚΕΝ αναδεικνύει ένα ακόμη πρόβλημα σε ό,τι αφορά το μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ και τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να προσδιορίζονται οι δικαιούχοι.
Ειδικότερα, ζητά να προχωρήσει και χωρίς άλλες καθυστερήσεις η κοινοποίηση στη Κομισιόν του σχήματος κρατικής ενίσχυσης για μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ σε επιλέξιμες βιομηχανίες, επισημαίνοντας, ότι η μέχρι στιγμής «κωλυσιεργία» στερεί σημαντικούς πόρους από την βιομηχανία.
Όπως επισημαίνεται στην επιστολή της ΕΒΙΚΕΝ οι νέες Κατευθυντήριες περιορίζουν την εφαρμογή μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ μόνο σε επιλέξιμους βιομηχανικούς κλάδους και δεν επιτρέπουν πλέον την επέκταση της εφαρμογής του μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ και σε άλλες κατηγορίες καταναλωτών, δυνατότητα που παρείχε η προηγούμενη εγκριτική και της οποίας έγινε μεγάλη κατάχρηση τα προηγούμενα έτη με αποτέλεσμα σήμερα ο ΕΛΑΠΕ να εμφανίζει έλλειμμα».
«Η υποχρεωτική συμμόρφωση με τις νέες κατευθυντήριες, γράφει η ΕΒΙΚΕΝ, δίνει τη δυνατότητα και πρέπει η νέα ΥΑ να καθορίσει exante τους επιλέξιμους κλάδους, ώστε η χρέωση να γίνεται ορθά από την πηγή».
Πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τις νέες Κατευθυντήριες Γραμμές της ΕΕ, το ΥΠΕΝ θα έπρεπε έως το τέλος του 2023 να είχε κοινοποιήσει προς έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή νέο επικαιροποιημένο μηχανισμό κρατικής ενίσχυσης για την παροχή μειωμένου ΕΤΜΕΑΡ. Αυτό δεν έχει συμβεί μέχρι στιγμής.
Παράλληλα η ΕΒΙΚΕΝ θεωρεί ότι η κύρια αιτία του προβλήματος είναι το γεγονός ότι η χρέωση του ΕΤΜΕΑΡ γίνεται με κριτήριο την τάση του δικτύου στο οποίο είναι συνδεδεμένος κάθε καταναλωτής, κάτι που γίνεται ακόμη και σήμερα.
Όπως αναφέρει ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, Αντώνης Κοντολέων, αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί εάν ο ΔΕΔΔΗΕ χρησιμοποιούσε τα στοιχεία που διαθέτει ήδη, σε ότι αφορά τη δραστηριότητα κάθε καταναλωτή. Αντίστοιχα στοιχεία δεν διαθέτει βεβαίως ο ΑΔΜΗΕ, αλλά σύμφωνα πάντα με τον πρόεδρο της Ενωσης που εκπροσωπεί την ενεργοβόρο βιονηχανία, αυτό μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστεί καθώς στο δίκτυο υψηλής τάσης είναι συνδεδεμένοι μόνο 60 βιομηχανικοί καταναλωτές.
«Θεωρούμε δεδομένο, αναφέρει η ΕΒΙΚΕΝ στην επιστολή της, ότι υπάρχει η πολιτική βούληση να δοθεί προτεραιότητα στη διαδικασία κοινοποίησης του ανανεωμένου μηχανισμού προς έγκριση στην Επιτροπή, γεγονός το οποίο, θα οδηγήσει στην επίλυση των σημερινών προβλημάτων».
Σημειώνεται ότι χώρες όπως η Γερμανία(SA 103196) και η Ιταλία (SA 109500) έχουν ήδη από το 2023 έγκαιρα (19.12.2023) πάρει τη σχετική έγκριση.
Σύμφωνα με την ΕΒΙΚΕΝ λόγω της καθυστέρησης στην εκκαθάριση των ετών 2021, 2022 και 2023 οφείλονται σημαντικά ποσά στις επιλέξιμες βιομηχανίες, κύρια της ΜΤ, περίπου 40εκ ευρώ/έτος. Δηλαδή συνολικά περίπου 120 εκατ. ευρώ.
Η ΕΒΙΚΕΝ ζητεί «όποια μέτρα ληφθούν να μην περιοριστούν μόνο στην αναδρομική είσπραξη των ποσών για τα έτη 2019 και 2020, αλλά να δρομολογούν με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα την εκκαθάριση για τα έτη 2021, 2022 και 2023», θεωρώντας επιβεβλημένη την ενίσχυση του ΔΑΠΕΕΠ με προσωπικό, ώστε να ανταπεξέλθει στις αυξημένες απαιτήσεις της συγκεκριμένης διαδικασίας.