Κάνοντας άλμα κατά 70% η Τιμή Εκκαθάρισης στην Αγορά της Επόμενης Ημέρας στο Χρηματιστήριο Ενέργειας για σήμερα Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου επιβεβαιώνει ότι το φαινόμενο της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας δεν έχει προσωρινό χαρακτήρα. Με την τιμή στα 124,13 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με μέγιστη τιμή στα 362,18 ευρώ και κατώτατη στα 80,11 ευρώ, η Ελλάδα είναι και πάλι στα υψηλά της Ευρώπης, μαζί με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία όπου οι τιμές έχουν ξεπεράσει τα 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι με βάση τις σημερινές τιμές στη Γερμανία η χονδρική τιμή είναι στα 97 ευρώ ανά μεγαβατώρα, στην Αυστρία στα 101 ευρώ ανά μεγαβατώρα, στη Γαλλία μόλις στα 39 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Ακόμη χαμηλότερα διαμορφώνονται οι τιμές στην Ισπανία και την Πορτογαλία όπου η χονδρική τιμή είναι στα 27 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Όλους τους τελευταίους μήνες η μέση χονδρική τιμή του ρεύματος στην Ελλάδα παρουσιάζει συνεχή άνοδο και συγκεκριμένα από περίπου 60 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον Απρίλιο σε 81 ευρώ τον Μάιο, σε 99 ευρώ τον Ιούνιο, 135 ευρώ τον Ιούλιο, 130 ευρώ τον Αύγουστο και 128 ευρώ ανά μεγαβατώρα τις πρώτες 15 ημέρες του Σεπτεμβρίου.
Ετσι, η αποκλιμάκωση προς το παρόν δεν είναι ορατή στον ορίζοντα και όλα δείχνουν ότι η ανοδική πορεία θα συνεχιστεί και βεβαίως θα οδηγήσει σε νέα άνοδο τα τιμολόγια λιανικής του Οκτωβρίου.
Πάντως, τα δυσοίωνα μηνύματα συνεχίζονται αποδεικνύοντας ότι οι υψηλές τιμές χονδρικής δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο. Η ελληνική κυβέρνηση αποδίδει την άνοδο των τιμών στον πόλεμο στην Ουκρανία η οποία απορροφά μεγάλες ποσότητες ενέργειας για να καλύψει τις ανάγκες της πιέζοντας την Νοτιοανατολική Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι χονδρικές τιμές στη Νοτιοανατολική Ευρώπη είναι τριπλάσιες από τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης.
Συγκεκριμένα στις σκανδιναβικές χώρες ο μέσος όρος της χονδρικής τιμής του ρεύματος ήταν κάτω από 20 ευρώ/MWh, ενώ στην Κεντρική και Δυτική Ευρώπη κινήθηκε μεταξύ 60-80 ευρώ/MWh, και Νότια και Ανατολική Ευρώπη άνω των 100 ευρω/MWh.
Ανεξάρτητα από τα προβλήματα που άλλωστε ετέθησαν και από τον πρωθυπουργό στην παρέμβασή του προς την Κομισιόν η εικόνα στην ελληνική αγορά αποτυπώνεται και στα επίσημα στοιχεία της ΕΕ το πρώτο τετράμηνο του 2024 όταν οι τιμές είχαν αποκλιμακωθεί σε όλη την Ευρώπη μετά την ενεργειακή κρίση, στην Ελλάδα κινούνταν πάνω από τα 80 ευρώ με μόνη ακριβότερη αγορά αυτή της Ιταλίας.
Σε αυτό το περιβάλλον και με αυτά τα δεδομένα δεν είναι λίγοι αυτοί που κάνουν λόγο για έλλειψη ανταγωνισμού στην αγορά. Χαρακτηριστική είναι η θέση της ΕΒΙΚΕΝ, στην επιστολή της προς το ΥΠΕΝ στο πλαίσιο της διαβούλευσης για το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, που κάνει λόγω για παντελή έλλειψη συνθηκών ανάπτυξης στοιχείωδους ανταγωνισμού, με την ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας να παρουσιάζει δομικά χαρακτηριστικά ολιγοπωλίου, καθώς συμμετέχουν μόνο τέσσερις καθετοποιημένοι παίκτες.
Και όπως αναφέρει «οι τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς μεταφέρονται άμεσα στα τιμολόγια των απλών καταναλωτών (πρώτα με τη ρήτρα αναπροσαρμογής, σήμερα με τα πράσινα και κίτρινα τιμολόγια και αύριο με τα πορτοκαλή), καταλήγουμε εύκολα στο συμπέρασμα ότι οι παραγωγοί δεν έχουν κανένα ρίσκο να εκτοξεύουν με τις προσφορές τους τις τιμές στη χονδρεμπορική αγορά, όταν οι συνθήκες τους το επιτρέπουν. Διότι οι ίδιοι παίκτες ως προμηθευτές, απλά περνούν τις όποιες υψηλές τιμές της αγοράς κατ’ ευθείαν στα τιμολόγια τους στη λιανική, χωρίς ζημία.
Επομένως ήταν αναμενόμενο να δούμε την εκτόξευση των τιμών έως και 946 €/MWH, με αφορμή την υψηλή ζήτηση για εξαγωγές προς Βουλγαρία και Ρουμανία τις ώρες αιχμής μετά τη δύση του ηλίου (19.00- 23.00) από τις 7 Ιουλίου μέχρι και σήμερα. Με προφανές αποτέλεσμα την σημαντική επιβάρυνση των βιομηχανιών.
Τονίζει δε ότι οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας πολύ δύσκολα θα γίνουν ανταγωνιστικές χωρίς τη λήψη διαρθρωτικών αλλαγών στο ισχύον μοντέλο αγοράς σε βαθμό που να ευνοούν τον εξηλεκτρισμό της βιομηχανίας και γενικότερα της οικονομίας.