Ηλεκτρισμός: Πώς διαμορφώθηκαν οι χονδρικές τιμές στην Ευρώπη το 2024- Στις ακριβότερες χώρες η Ελλάδα

Ηλεκτρισμός: Πώς διαμορφώθηκαν οι χονδρικές τιμές στην Ευρώπη το 2024- Στις ακριβότερες χώρες η Ελλάδα
Πέμπτη, 20/03/2025 - 07:01

Η αύξηση των αρνητικών και πολύ χαμηλών τιμών που παρατηρήθηκε το 2023 εντάθηκε ακόμη περισσότερο το 2024.

Σε όλη την Ευρώπη το 2024 καταγράφηκαν οι χαμηλότερες τιμές ενέργειας από το 2021, με εμφανείς περιφερειακές και εποχικές διαφορές. Σύμφωνα με μελέτη του Ευρωπαίου ρυθμιστή ACER, oι τιμές του φυσικού αερίου διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο στα 34 €/MWh, ενώ η ηλεκτρική ενέργεια στα 81 €/MWh. Συνολικά η μέση τιμή ηλεκτρισμού μειώθηκε κατά 16%. Η αύξηση των αρνητικών και πολύ χαμηλών τιμών που παρατηρήθηκε το 2023 εντάθηκε ακόμη περισσότερο το 2024.

Την ίδια περίοδο η Ελλάδα είχε σημαντικά υψηλότερη τιμή χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη καταγράφοντας ωστόσο σημαντική μείωση σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ η μέση τιμή στην Αγορά Επόμενης Ημέρας και την Ενδοημερήσια Αγορά το 2024 διαμορφώθηκε στα 105,95 ευρώ/MWh, έναντι 119 ευρώ/MWh το 2023 ενώ εάν προστεθεί το κόστος των αποκλίσεων και της Αγοράς Εξισορρόπησης τότε η μέση χονδρική τιμή φθάνει το 2024 στα 121,71 ευρώ/MWh, έναντι 132,62 ευρώ/MWh το 2023.

Σε ότι αφορά την κρίση του καλοκαιριού του 2024 που έπληξε κυρίως τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης ο ACER επισημαίνει ότι μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου οι ωριαίες τιμές ηλεκτρισμού στη χονδρική ξεπέρασαν τα 300 ευρώ/MWh για 104 ώρες στην Ελλάδα, την Ουγγαρία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Κροατία.
Μάλιστα ο ACER επισημαίνει ότι σε αυτό το φαινόμενο αυτό είχαν ρόλο οι εξαγωγές στην Ουκρανία ενώ τα κύματα καύσωνα και η ξηρασία μείωσαν την παραγωγή ηλεκτρικής και πυρηνικής ενέργειας στην περιοχή σε μία περίοδο υψηλής ζήτησης. Ταυτόχρονα το περιορισμένο ευέλικτο δυναμικό από μονάδες φυσικού αερίου λόγω διακοπών παραγωγής και η χαμηλή διασυνοριακή δυναμικότητα για εισαγωγές ενέτειναν το πρόβλημα. Στο δίκτυο τη μεγαλύτερη συμφόρηση κατά την περίοδο εκείνη παρουσίασαν η Αυστρία και η Σλοβακία, αναφέρει ο ACER, o οποίος πάντως θεωρεί ως βασική αιτία των ακραίων τιμών την έλλειψη ευελιξίας στις τοπικές αγορές καθώς και το περιορισμένο δυναμικό διασυνοριακής μεταφοράς ηλεκτρισμού στη ΝΑ Ευρώπη.

Σε γενικότερο επίπεδα στην Ευρώπη, το 2024 οι τιμές της αγοράς ενέργειας παρέμειναν ασταθείς, αλλά λιγότερο ακραίες από ό,τι κατά τη διάρκεια της κρίσης, λόγω των κινδύνων εφοδιασμού με φυσικό αέριο και της μεταβλητότητας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Οι συχνές διακυμάνσεις στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος εντός της ημέρας συνεχίστηκαν, καθώς στο 70% των ημερών, οι ενδοημερήσια διακύμανση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος έφθανε στα 50 ευρώ ή υψηλότερα.
Τέλος το 2024 ήταν μία χρονιά κατά την οποία σημειώθηκε μεγάλη αύξηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, που έφθασαν να αντιπροσωπεύουν το 35% του συνόλου της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ. Η ηλιακή ενέργεια επιβεβαίωσε τον ηγετικό της ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση, καθώς η παραγωγή της αυξήθηκε κατά 41 TWh, ενώ η πυρηνική και η υδροηλεκτρική επανήλθαν.

Όμως ήταν και μια χρονιά που οι αρνητικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκαν σε συχνότητα και ένταση σε όλη την ΕΕ και τη Νορβηγία.
Σύμφωνα με τον ACER, η Ελλάδα, η Βουλγαρία και η Ισπανία ήρθαν για αντιμέτωπες για πρώτη φορά με αρνητικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ η Φινλανδία και Σουηδία κατέγραψαν αρνητικές τιμές στο 8% των ωρών, κυρίως λόγω της αποκατάστασης της πυρηνικής παραγωγής στη Φινλανδία.

«Η χαμηλή ζήτηση σε συνδυασμό με την υψηλή παραγωγή, καθώς και οι επιδοτούμενες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) με εγγυημένα έσοδα, οδηγούν τις τιμές κάτω από το μηδέν. Οι ανανεώσιμες πηγές εκτοπίζουν τις συμβατικές μονάδες που δεν μπορούν να προσαρμοστούν εύκολα, επιδεινώνοντας τα φαινόμενα αρνητικών τιμών. Βελτιωμένος σχεδιασμός των επιδοτήσεων θα μπορούσε να ευθυγραμμίσει την παραγωγή των ΑΠΕ με τις ανάγκες του συστήματος, μειώνοντας την εμφάνιση τέτοιων φαινομένων» καταλήγει ο Ευρωπαίος ρυθμιστής.