Ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής «έκαψε» το 1/3 του ετήσιου προϋπολογισμού άνθρακα μέσα σε δύο μήνες

Ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής «έκαψε» το 1/3 του ετήσιου προϋπολογισμού άνθρακα μέσα σε δύο μήνες
Δευτέρα, 31/03/2025 - 08:31

Τον ένα στους τρεις διαθέσιμους τόνους άνθρακα εξάντλησε ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής μόλις στο πρώτο δίμηνο του 2025, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για τις εκπομπές CO₂.

Η συνολική ποσότητα εκπομπών κατά τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο ανήλθε σε 3,43 εκατ. τόνους, δηλαδή στο 33,6% του ετήσιου «προϋπολογισμού άνθρακα» των 10,2 εκατ. τόνων, όπως αυτός ορίζεται στο αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).

Σύμφωνα με ανάλυση του The Green Tank για «Το ανθρακικό αποτύπωμα της ηλεκτροπαραγωγής – Φεβρουάριος 2025», η ποσότητα αυτή είναι σχεδόν διπλάσια από όση θα έπρεπε να έχει εκπεμφθεί στο ίδιο διάστημα για να διατηρηθεί η ηλεκτροπαραγωγή εντός της τροχιάς επίτευξης του στόχου για το 2025. Το τελικό ΕΣΕΚ, που υποβλήθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιανουάριο του 2025, προβλέπει συνολικές εκπομπές 10,2 εκατ. τόνων από τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής, 5,05 εκατ. τόνους λιγότερους σε σχέση με το 2024. Για την επίτευξη του στόχου, απομένει πλέον περιθώριο εκπομπών μόλις 6,77 εκατ. τόνων για το υπόλοιπο του έτους.

Οι εκπομπές του πρώτου διμήνου ήταν αυξημένες κατά 41,6% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024 και αποτέλεσαν το υψηλότερο επίπεδο τετραετίας. Η αύξηση προήλθε από όλα τα ορυκτά καύσιμα, με το ορυκτό αέριο να σημειώνει τη μεγαλύτερη συμβολή (+0,8 εκατ. τόνοι ή +78,1%), ακολουθούμενο από τον λιγνίτη (+0,19 εκατ. τόνοι ή +18%) και τις πετρελαϊκές μονάδες των μη διασυνδεδεμένων νησιών (+0,02 εκατ. τόνοι ή +5,9%).

Οι μονάδες που χρησιμοποιούν ορυκτό αέριο συνεισέφεραν το 53% των συνολικών εκπομπών (1,82 εκατ. τόνοι), το υψηλότερο ποσοστό από το 2013 για αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Η λιγνιτική παραγωγή είχε μερίδιο 36,6% (1,25 εκατ. τόνοι), ενώ τα πετρελαϊκά εργοστάσια των νησιών αντιστοιχούσαν σε 10,5% (0,36 εκατ. τόνοι). Η ένταση άνθρακα του Φεβρουαρίου έφτασε τα 335 γρ. CO₂/kWh, παρουσιάζοντας αύξηση 25% σε σχέση με τον μέσο όρο του 2024. Η άνοδος αυτή αποδίδεται στην αυξημένη χρήση ορυκτών καυσίμων, και ιδιαίτερα ορυκτού αερίου, η κατανάλωση του οποίου ακολουθεί ανοδική πορεία από τον Οκτώβριο του 2024. Από πλευράς μονάδων, πρώτος ρυπαντής αναδείχθηκε ο ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου με 0,81 εκατ. τόνους CO₂ (65% των λιγνιτικών εκπομπών), καθώς τρεις μονάδες του σταθμού (III-V) λειτούργησαν για να καλύψουν τις ανάγκες τηλεθέρμανσης της Κοζάνης. Ακολούθησε η Πτολεμαΐδα 5 (0,42 εκατ. τόνοι) και η Μελίτη Ι (0,02 εκατ. τόνοι), που λειτούργησε μόνο τον Φεβρουάριο. Την πεντάδα των μεγαλύτερων ρυπαντών συμπλήρωσαν τρεις μονάδες αερίου: ο Άγιος Νικόλαος ΙΙ (0,31 εκατ. τόνοι), η Μεγαλόπολη V (0,3 εκατ. τόνοι) και το Λαύριο IV-V (0,24 εκατ. τόνοι). Οι εκπομπές από τις μονάδες φυσικού αερίου αποτέλεσαν το 59,2% των συνολικών εκπομπών από τις θερμικές μονάδες του διασυνδεδεμένου συστήματος. Στα μη διασυνδεδεμένα νησιά, οι σταθμοί Αθερινόλακκος και Λινοπεράματα στην Κρήτη βρέθηκαν στις πρώτες θέσεις, με εκπομπές 0,08 και 0,07 εκατ. τόνους αντίστοιχα, καταλαμβάνοντας τη 13η και 14η θέση πανελλαδικά. Ακολούθησε ο σταθμός της Σορώνης στη Ρόδο με 0,03 εκατ. τόνους.

Τελευταία τροποποίηση στις 31/03/2025 - 08:51