Το Βερολίνο που τα τελευταία χρόνια ήταν ο μεγαλύτερος αγοραστής των ρωσικών εξαγωγών ενέργειας περιορίστηκε λόγω των κυρώσεων μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, ωστόσο ρόλο σε αυτή την ανατροπή έπαιξε και η αυξημένη ζήτηση ρωσικής ενέργειας από το Πεκίνο.
Το Κέντρο Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα που εδρεύει στο Ελσίνκι αναφέρει ότι η Ρωσία έλαβε περίπου 93 δισεκατομμύρια ευρώ (97 δισεκατομμύρια δολάρια) σε έσοδα από την πώληση πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα από τις 24 Φεβρουαρίου, όταν εισέβαλε στην Ουκρανία.
Το 61% των ορυκτών καυσίμων αξίας περίπου 57 δισεκατομμυρίων ευρώ εξήχθη στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά τις πρώτες 100 ημέρες της σύγκρουσης, σημείωσε το Κέντρο Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα. Σε αυτό το ποσοστό συμπεριλαμβάνονται οι εξαγωγές αξίας 12,1 δισεκατομμυρίων ευρώ στη Γερμανία, 7,8 δισεκατομμύρια ευρώ προς την Ιταλία και 7,8 δισεκατομμύρια ευρώ επίσης προς την Ολλανδία, καθώς και 4,4 δισεκατομμύρια ευρώ στην Πολωνία.
Η Γερμανία, η οποία ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικών ορυκτών καυσίμων κατά τους δύο πρώτους μήνες του πολέμου, υποχώρησε στη δεύτερη θέση πίσω από την Κίνα, η οποία έχει αγοράσει ενέργεια αξίας περίπου 12,6 δισεκατομμυρίων ευρώ από τη Μόσχα.
Η στροφή αντανακλά την αυξανόμενη σημασία της Κίνας και άλλων μη ευρωπαϊκών οικονομιών για τις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας, οι οποίες παρέχουν περίπου το 40% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού της χώρας, ανέφερε η ομάδα.
Τα στοιχεία που δημοσιεύει το Κέντρο Έρευνας δείχνουν ότι η Γερμανία παραμένει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από τη ρωσική ενέργεια, ιδιαίτερα το φυσικό αέριο. Οι εισαγωγές τον Μάιο μειώθηκαν κατά 8% σε σύγκριση με τους δύο προηγούμενους μήνες, που συνέπεσε με το θερμότερο καιρό.
Συνολικά, η Ευρωπαϊκή Ένωση μείωσε τις εισαγωγές ενέργειας της από τη Ρωσία κατά περισσότερα από 100 εκατομμύρια ευρώ την ημέρα τον Μάιο, με πρώτη την Πολωνία, η οποία ήταν προηγουμένως μεγάλος αγοραστής ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Αντίθετα, η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ολλανδία άντλησαν περισσότερο φυσικό αέριο και πετρέλαιο στις βραχυπρόθεσμες αγορές τον Μάιο, αναφέρει το Κέντρο Έρευνας.
Υπογραμμίζει, δε, ότι επειδή η Ρωσία εξάγει περισσότερο πετρέλαιο με πλοία σε χώρες όπου δεν διαθέτει αγωγούς, τα τάνκερ έχουν μεγάλη ζήτηση. Τα τέσσερα πέμπτα αυτών των δεξαμενόπλοιων ανήκουν σε ευρωπαϊκές ή αμερικανικές εταιρείες, σημειώνεται στην ίδια έρευνα.