Κατά κοινή ομολογία ο πόλεμος στην Ουκρανία επέφερε σημαντικές γεωπολιτικές αλλαγές και διαμόρφωσε νέους συσχετισμούς δυνάμεων, ενώ η παράτασή του δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους για την παγκόσμια ειρήνη.
Τα ερωτήματα πολλά: Πώς διαμορφώνονται τα στρατόπεδα στον κόσμο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την αντίδραση της Δύσης; Τι πρέπει να πράξει η Ευρωπαϊκή Ένωση για να απεγκλωβιστεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες; Πού θα οδηγήσει η κινητικότητα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και τι πρέπει να γίνει στις ελληνοτουρκικές σχέσεις;
Απαντήσεις δίνει με συνέντευξή του στο iEnergeia.gr ο Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης, πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ και Research Associate LSE. Από τις εκδόσεις Παπαζήση, μάλιστα, κυκλοφόρησε μόλις το νέο βιβλίο του «Ελλάδα: Ορίζοντας 2030. Οι Προκλήσεις Τουρκίας και Ευρώπης»
Μετά την εισβολή στην Ουκρανία πώς διαμορφώνονται τα στρατόπεδα στον κόσμο; Η Δύση ενοποιείται, αλλά οι αντίπαλοί της συγκροτούν ένα πολυαριθμότερο και ισχυρό μπλοκ...
Η παράνομη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο αιματηρός πόλεμος που συνεχίζεται εδώ και πάνω από δεκατρείς μήνες έχει φέρει δραματικές γεωπολιτικές ανακατατάξεις που αναδομούν το παγκόσμιο σύστημα. Μια από τις ευδιάκριτες συνέπειες είναι ότι ο πόλεμος συνέβαλε καθοριστικά στην επαναφορά της Δύσης ως γεωπολιτικής οντότητας με υψηλό βαθμό ενότητας. Η Δύση εμφανίζεται να έχει ξαναβρεί μια αποστολή και ένα νέο ρόλο: να αντιμετωπίσει την επιθετικότητα της Ρωσίας που εκτιμάται ότι θα συνεχισθεί για σημαντικό χρονικό διάστημα. Στο πλαίσιο αυτό έχει ενισχυθεί και μια από τις κύριες εκφράσεις της Δύσης, το ΝΑΤΟ, το οποίο μόλις πριν δύο χρόνια είχε χαρακτηρίσει ο πρόεδρος Ε. Μακρόν ως «εγκεφαλικά νεκρό». Μετά τον πόλεμο έχει επίσης μια νέα αποστολή και νέα ελκυστικότητα καθώς διευρύνεται με νέα μέλη (Σουηδία, Φινλανδία). Παράλληλα ο πόλεμος στην Ουκρανία εμφανώς ενισχύει την Κίνα σε πολλαπλά επίπεδα. Το Πεκίνο ενώ προσπαθεί να εδραιώσει μια ισχυρή θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (και να αποσπάσει την τελευταία από τις ΗΠΑ) σέρνει σε συμμαχία την ασθενή Ρωσία και εκτείνει ταυτόχρονα την επιρροή του σε άλλες περιοχές του κόσμου, πρωτίστως στην Αφρική. Παράλληλα έχουμε την ανάδειξη άλλων, πολλαπλών κέντρων επιρροής σ’ένα κατακερματισμένο πολυπολικό διεθνές σύστημα. Και με το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να μη λειτουργεί ουσιαστικά αφού ένα μόνιμο μέλος του (Ρωσία) είναι επιτιθέμενη χώρα.
Η Ευρώπη δείχνει έως τώρα να είναι από τις χαμένες δυνάμεις του πολέμου. Αντιστρέφεται αυτό σε σύντομο χρονικό διάστημα και πώς; Ή θα παραμείνει περισσότερο εξαρτημένη από πριν από τις Ηνωμένες Πολιτείες;
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) αντιμέτωπη με μια κατάσταση που πίστευε ότι είχε κλείσει οριστικά για την Ευρώπη μετά το τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Η ΕΕ υπήρξε ως γνωστόν ένα «σχέδιο ειρήνης» (peaceproject) με στόχο να καταστήσει τον πόλεμο αδιανόητη κατάσταση για την Ήπειρο. Παρά ταύτα, αντιμέτωπη με τον πόλεμο και την επιθετικότητα της Ρωσίας αντέδρασε με σχετική αποτελεσματικότητα, ενότητα και αμεσότητα. Μπόρεσε να ενεργοποιήσει μέσα και μηχανισμούς (π.χ.peacefacility) για την ενίσχυση της Ουκρανίας, να υιοθετήσει δέκα πακέτα κυρώσεων ενάντια στη Ρωσία και να συνεργασθεί με τις ΗΠΑ για τη διαμόρφωση μιας συνολικής Δυτικής στρατηγικής. Από την άλλη μεριά όμως η Ευρώπη/ ΕΕ υφίσταται τις ζημιογόνες συνέπειες του πολέμου, πολιτικές, γεωπολιτικές, οικονομικές όπως την ενεργειακή κρίση (που όμως οδήγησε σε απεξάρτηση από τους ενεργειακούς πόρους της Ρωσίας), πληθωρισμό, διεύρυνση ανισοτήτων και φτώχειας και άλλες . Επίσης αναγκάστηκε να αναθεωρήσει βασικές πολιτικές επιλογές όπως αυτή για τη «στρατηγική αυτονομία» και τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Για να μη καταλήξει όμως η Ευρώπη να είναι από τις «χαμένες δυνάμεις» του πολέμου, οι επιλογές που πρέπει να ακολουθήσει είναι σαφείς: να καταστεί περισσότερο αποτελεσματική με τη μεταρρύθμιση του συστήματός θεσμών και πολιτικών της, να αναπτύξει την ευρωπαϊκή άμυνα, να ολοκληρώσει την ΟΝΕ, να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της, να προωθήσει την καινοτομία, να επιταχύνει τη διεύρυνσή της, κ.α. Αν και για σημαντικό χρονικό διάστημα θα λειτουργεί σε στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ και σε ότι αφορά τα θέματα άμυνας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. (Για όλες αυτές τις πτυχές βλέπε και το πρόσφατο βιβλίο μου Ελλάδα: Ορίζοντας 2030. Οι Προκλήσεις Τουρκίας και Ευρώπης, εκδόσεις Παπαζήση).
Στην περιοχή της Ανατ. Μεσογείου πώς αναδιατάσσονται οι συμμαχίες; Παρατηρούμε, π.χ. κινητικότητα στις σχέσεις της Τουρκίας με Αίγυπτο και Ισραήλ κοκ. Τι να περιμένουμε;
Για την Αν. Μεσόγειο και με τη βελτίωση των σχέσεων της Τουρκίας με Ισραήλ και Αίγυπτο δημιουργούνται ίσως οι προϋποθέσεις για την εγκαθίδρυση ενός συμπεριληπτικού θεσμικού πλαισίου περιφερειακής συνεργασίας με τη συμμετοχή όλων των κρατών (περιλαμβανομένης Τουρκίας και Κύπρου). Το πλαίσιο αυτό είναι αναγκαίο για πάρα πολλούς λόγους συνεργασίας αλλά πρωτίστως για να ακυρωθεί η συγκρουσιακή χημεία στην περιοχή και η αντίληψη για αποκλεισμούς, κ.λπ. Φυσικά βάση της περιφερειακής αυτής σύμπραξης δεν μπορεί να είναι παρά το διεθνές δίκαιο περιλαμβανομένης και της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS 1982).
Μετά τις σχεδόν ταυτόχρονες εκλογές σε Αθήνα και Άγκυρα – και με νέα ηγεσία στην Κυπριακή Δημοκρατία – τι πιθανότητες δίνετε να ξεκινήσει ένας πραγματικός διάλογος μεταξύ τους; Τι θα έπρεπε να συμβεί κατά τη γνώμη σας;
Μετά τις καταστροφές που έπληξαν τις δύο χώρες (σεισμοί σε Αν. Τουρκία, σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη) και την αμοιβαία εκδήλωση αλληλεγγύης, το ύφος, το περιβάλλον στις σχέσεις των δύο χωρών έχει αλλάξει εντυπωσιακά. Η Τουρκία εγκατέλειψε την τοξική ακραία ρητορική αλλά και τις έκνομες ενέργειες στο Αιγαίο (παραβάσεις, παραβιάσεις, υπερπτήσεις, κλπ.). Το νέο κλίμα επέτρεψε στις δύο χώρες να προχωρήσουν σε ορισμένες σημαντικές κινήσεις προσέγγισης όπως, μεταξύ άλλων, η αλληλοϋποστήριξη υποψηφιοτήτων για την κατάληψη θέσεων σε διεθνείς οργανισμούς (Συμβούλιο Ασφαλείας ΟΗΕ, ΙΜΟ). Παράλληλα έχει επανεκκινήσει και ο διάλογος πάνω στη λεγόμενη Θετική Ατζέντα σε θέματα χαμηλής πολιτικής (οικονομία, κλπ.) ενώ τηρείται και ένα μορατόριουμ αποφυγής ασκήσεων μεγάλης κλίμακας στο Αιγαίο. Μετά τις εκλογές και ανεξάρτητα από το ποιός θα είναι ο νέος πρόεδρος, εκτιμώ ότι μπορεί να ξαναρχίσουν οι διερευνητικές συνομιλίες πάνω στα επίμαχα ζητήματα αντιπαράθεσης. Πεποίθησή μου είναι ότι οι δύο χώρες μπορούν μέσα από μια ορθολογική προσέγγιση και με βάση το διεθνές δίκαιο να φθάσουν σε λύσεις αμοιβαίως επωφελείς (ή να προσφύγουν στο διεθνή δικαιοσύνη, ΔΔΧ). Το παράθυρο ευκαιρίας που έχει ανοίξει αυτή την περίοδο θα πρέπει να αξιοποιηθεί. Σε ότι αφορά το Κυπριακό ωστόσο δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος για επανάληψη της διαδικασίας εξεύρεσης λύσης στη λογική της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας (ΔΔΟ). Η Κύπρος έχασε δυστυχώς ευκαιρίες.
Η συνέχιση του πολέμου στην Ουκρανία πού μπορεί να οδηγήσει; Και πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την ειρήνευση; Ποιοί πρέπει να κινηθούν σε αυτή τη γραμμή κ. καθηγητά;
Η συνέχιση του πολέμου μόνο καταστροφικές συνέπειες μπορεί να έχει για όλους χωρίς να αποκλείεται και η πυρηνική λαίλαπα. Τα πράγματα είναι οριακά Επομένως ο πόλεμος θα πρέπει να σταματήσει. Να υπάρξει ειρήνη με δικαιοσύνη. Βεβαίως ο Πρόεδρος Πούτιν θα μπορούσε με μια απόφασή του να τερματίσει τον πόλεμο αλλά δεν θα το κάνει φυσικά πριν πετύχει τους στόχους του που όμως αυτή τη στιγμή δεν ξέρουμε ποιοι ακριβώς είναι. Ο αρχικός στρατηγικός του στόχος για κατάληψη συνολικά της Ουκρανίας έχει ηττηθεί από την ηρωική αντίσταση του Ουκρανικού λαού και τη στήριξη της Δύσης. Η Ουκρανία από την πλευρά της έχει ένα σαφή στόχο – την ανακατάληψη όλων των εδαφών της περιλαμβανομένης και της Κριμαίας, κάτι που αρκετοί αναλυτές θεωρούν ως μη ρεαλιστική επιδίωξη (για ανακατάληψη Κριμαίας). Υπάρχει επομένως η προοπτική μιας τελμάτωσης (stalemate) και ενός πολέμου φθοράς μεγάλης διάρκειας με εξαιρετικά ζημιογόνες συνέπειες. Ως εκ τούτου θα πρέπει να υπάρξει πρωτοβουλία για το άνοιγμα της διπλωματικής διαδικασίας επίτευξης εκεχειρίας/ ειρήνευσης και τελικά διευθέτησης του όλου προβλήματος. Μολονότι υπάρχουν διάφορα σχέδια ειρήνευσης (Κίνας, κλπ.), εκτιμώ ότι μόνο μια πρωτοβουλία από Δύση/ ΕΕ σε ένα πλαίσιο δύο κατευθύνσεων (two-track) – στήριξης Ουκρανίας και ειρήνευσης – θα μπορούσε να φέρει κάποιο αποτέλεσμα. Αν και με τον Πρόεδρο Πούτιν με ένταλμα σύλληψης απο το ΔΠΔ (ως εγκληματία πολέμου) τα πράγματα έχουν δυσκολέψει. Η αποχώρηση του τελευταίου από την εξουσία θα ήταν μια καταλυτική εξέλιξη για τη Ρωσία, Ευρώπη, πλανήτη ολόκληρο και πάνω απόλα για την ειρήνη .
(Ο καθηγητής Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ και ResearchAssociateLSE. Από τις εκδόσεις Παπαζήση κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του «Ελλάδα: Ορίζοντας 2030. Οι Προκλήσεις Τουρκίας και Ευρώπης»)