Είναι ενδιαφέρον ότι τα ευρωπαϊκά περιβαλλοντικά πρότυπα αναφέρονται ως μία από τις βασικές εγγυήσεις ότι η εκμετάλλευση κρίσιμων πρώτων υλών, όπως το λίθιο, όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και εκτός αυτής, δεν θα θέσει σε κίνδυνο το περιβάλλον και τους ανθρώπους. Φυσικά, το πώς θα διασφαλιστεί ότι αυτά τα πρότυπα τηρούνται είναι μια άλλη ιστορία.
Η ΜΚΟ Transport and Environment (T&E) αναφέρει ότι η Ευρώπη είναι μια ήπειρος όπου η εξορυκτική δραστηριότητα μειώνεται σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες, επομένως οι κανόνες εξόρυξης είναι πλέον ξεπερασμένοι. Σε ορισμένους τομείς, επισημαίνουν, είναι κάτω από τα πρότυπα σε άλλες χώρες, όπως η Βραζιλία και η Κίνα.
Θα πρέπει επίσης να υπενθυμιστεί ότι κατά την υπογραφή του Μνημονίου Συναντίληψης μεταξύ Σερβίας και ΕΕ για στρατηγική εταιρική σχέση στον τομέα των βιώσιμων πρώτων υλών, των αλυσίδων αξίας των μπαταριών και των ηλεκτρικών οχημάτων, ο Μάρος Σέφτσοβιτς, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και Ευρωπαίος Επίτροπος για την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, Διοργανικές Σχέσεις και Διερεύνηση Προοπτικών, δήλωσε ότι κανένας στον κόσμο δεν έχει πιο ολοκληρωμένο και αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο όσον αφορά τη βιώσιμη ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος από την ΕΕ. Φυσικά, το επίκεντρο της προσοχής ήταν τότε το έργο Jadar της εταιρείας Rio Tinto.
Παρεμπιπτόντως, η T&E επικεντρώθηκε στην Οδηγία της ΕΕ για τα απόβλητα από εξορυκτικές βιομηχανίες (Οδηγία 2006/21/EC), και έγινε από την ολλανδική δικηγορική εταιρεία που ειδικεύεται στο περιβαλλοντικό δίκαιο Hörchner Advocaten.
Οι δικηγόροι διαπίστωσαν ότι η Οδηγία είναι ελλιπής και ανεπαρκώς σαφής όσον αφορά πολλές διατάξεις. Η T&E συνόψισε αυτές τις ελλείψεις ως εξής:
- Δεν υπάρχει υποχρέωση χρήσης των Ασφαλέστερων και Καλύτερων Διαθέσιμων Τεχνικών (ΒΔΤ) για την απόρριψη αποβλήτων ή απορριμμάτων εξόρυξης.
- Η προστασία του περιβάλλοντος και της κοινότητας είναι ανεπαρκής.
- Το κλείσιμο του ορυχείου είναι στην πραγματικότητα μια καταστροφή που περιμένει να συμβεί.
- Ασαφείς προθεσμίες και ευθύνη.
Η ανάλυση, όπως αναφέρουν, δείχνει ότι πολλές βασικές διατάξεις δεν διευκρινίζονται και αφήνονται στη διακριτική ευχέρεια των μελών της Ε.Ε. Δεν είναι επομένως σαφές ποιος είναι υπεύθυνος σε περίπτωση ατυχημάτων ή ζημιών και πόσο ολοκληρωμένος πρέπει να είναι ο σχεδιασμός πρόληψης και παρακολούθησης.
Η T&E προτείνει τέλος την τροποποίηση της οδηγίας και τον τρόπο διόρθωσης αυτών των ελλείψεων.